
Με βρήκε αντίθετο η εισαγωγή προς συζήτηση και η κύρωση ψηφίσματος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης εναντίον μελών και του πολιτικού κόμματος “Λαϊκός Σύνδεσμος – Χρυσή Αυγή”, λίγες ημέρες πριν ανακοινωθεί η απόφαση του δικαστηρίου, στο οποίο βρίσκονταν κατηγορούμενα για ένταξη ή και διεύθυνση σε εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονία και άλλες εγκληματικές πράξεις.
Το κείμενο του ψηφίσματος
«Στις 7 Οκτωβρίου μετά από 5,5 χρόνια η δίκη της Χρυσής Αυγής φτάνει στο τέλος της. Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν το κακούργημα της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης και μέλη της Χρυσής Αυγής κατηγορούνται για ανθρωποκτονία, απόπειρες ανθρωποκτονίας και άλλες εγκληματικές πράξεις. Το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης, θεωρώντας ότι το μόρφωμα της Χρυσής Αυγής έδρασε ως εγκληματική οργάνωση, προσδοκά την καταδίκη αυτών που με τις εγκληματικές τους ενέργειες δολοφόνησαν τον Παύλο Φύσσα και τον Σαχζάτ Λουκμάν, επιτέθηκαν στους Αιγύπτιους αλιεργάτες και στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και τρομοκράτησαν και τραυμάτισαν αθώους πολίτες. Χρέος μας είναι να διασφαλίσουμε τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων μας. Να καταδικάσουμε τον φασισμό και τον ναζισμό».
Μνημείο πολιτικής κατάχρησης εξουσίας
Αυτές και αυτοί, που δέχθηκαν να συζητηθεί, να εισέλθει προς ψήφιση και να κυρωθεί το εν λόγω ψήφισμα, καταχράστηκαν πολιτικά την εξουσία που τους δίδει ο νόμος ως μελών του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Δεν συνειδητοποιούν πως είναι αναφαίρετο δικαίωμα των τότε κατηγορουμένων και σήμερα καταδικασμένων να τεκμαίρονται αθώοι, μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση της υπόθεσής τους.
Δεν συνειδητοποιούν πως τα φυσικά πρόσωπα που δικάζονταν για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης δεν ταυτίζονται με το νομικό πρόσωπο, πολιτικό κόμμα “Λαϊκός Σύνδεσμος – Χρυσή Αυγή”.
Δεν συνειδητοποιούν πως τα ποινικά δικαστήρια δεν δικάζουν ούτε καταδικάζουν πολιτικές ιδεολογίες ή πολιτικά κόμματα, αλλά αποφαίνονται για την ατομική ευθύνη του κατηγορουμένου «ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής τους και οδηγούμενα από την απροσωπόληπτη κρίση που προκύπτει από τις συζητήσεις και αφορά την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών» (άρθ. 177 ΚΠΔ).
Δεν συνειδητοποιούν πως η αποδοχή συζήτησης και κύρωσης του κειμένου τους ήταν ευθεία παρέμβαση μελών της Εκτελεστικής Εξουσίας στην ανεξαρτησία της Δικαστικής Εξουσίας, καταπατώντας βάναυσα την διάκριση των Εξουσιών και μάλιστα για πολιτικούς σκοπούς.
Εγγραφείτε στο Newsletter μας!
Originally posted 2020-10-12 08:57:38.