
Οι συνεχείς προκλήσεις του Αλβανού πρωθυπουργού κ. Έντι Ράμα εις βάρος του γηγενούς Ελληνισμού της Βορείας Ηπείρου δημιουργεί έντονο προβληματισμό για το μέλλον των ελληνοαλβανικών σχέσεων, αλλά και για τους άχρι τούδε χειρισμούς της Ελλάδος απέναντι στις προκλήσεις αυτές. Η τελευταία εχθρική ενέργεια της κυβέρνησης Ράμα αφορά στην σύλληψη και προφυλάκιση του νεωστί εκλεγμένου δημάρχου της Χειμάρρας κ. Φρέντη Μπελέρη και του συνεργάτη του κ. Παντελή Κοκαβέση. Ως γνωστόν, αμφότεροι συνελήφθησαν τις παραμονές των δημοτικών εκλογών με την κατηγορία της «ενεργητικής διαφθοράς», σε μια εξόφθαλμα αντιδημοκρατική κυβερνητική παρέμβαση στις τοπικές εκλογές διαμέσου της άσκησης εκφοβισμού. Οι τραμπουκισμοί του κ. Ράμα δεν πέτυχαν όμως, και εν τέλει ο κ. Μπελέρης εξελέγη δήμαρχος παρά τις προσπάθειες τρομοκράτησης των ψηφοφόρων.
Μη μπορώντας να χωνέψει την πολιτική του ήττα, ο κ. Ράμα διέταξε την προφυλάκιση των κ.κ. Μπελέρη και Κοκαβέση, παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν αμφότεροι, θέτοντας σε κίνδυνο την ζωή τους, ενώ είναι προφανές ότι δεν τίθεται θέμα φυγής τους από την χώρα. Στην συνέχεια, ο μεν καρδιοπαθής και άρτι χειρουργηθείς κ. Κοκαβέσης αφέθηκε ελεύθερος μετά από 20 ημέρες, με υποχρέωση τακτικής παρουσίασης στις αστυνομικές αρχές έως την διεξαγωγή της δίκης του, ενώ ο κ. Μπελέρης παραμένει ακόμη υπό κράτηση.

Η αδίστακτη κυβέρνηση Ράμα
Ο κ. Μπελέρης είναι προσωπικός πολιτικός αντίπαλος του κ. Ράμα, ο οποίος ασκεί συστηματική καταπίεση στον Ελληνισμό της Χειμάρρας, εποφθαλμιώντας τις περιουσίες τους, οι οποίες βρίσκονται σε μια περιοχή που ενδιαφέρει τόσο τον ίδιο, όσο και τον αλβανικό υπόκοσμο, που αναγνωρίζουν την αξία της ως τουριστικού θερέτρου. Στο πλαίσιο των διώξεων που εξαπολύει κατά των Βορειοηπειρωτών η κυβέρνηση Ράμα, πέρα από την ουσιαστική και συμβολική στοχοποίηση του νεοεκλεγμένου δημάρχου, έχει προχωρήσει και σε κατεδαφίσεις περιουσιών κατά της επισήμως αναγνωρισμένης ελληνικής μειονότητας που ζει εκεί. Φυσικά, η κυβέρνηση Ράμα έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένη να τραβήξει το σκοινί ακόμη περισσότερο, όπως συνέβη και στην περίπτωση του μαρτυρικού Κωνσταντίνου Κατσίφα, ο οποίος δολοφονήθηκε από τις εκεί αστυνομικές αρχές και εξακολουθεί να συκοφαντείται μέχρι σήμερα από το επίσημο αλβανικό κράτος.
Με γνώμονα τις ολοένα και αυξανόμενες προκλήσεις αυτές, οφείλουμε να εξετάσουμε την αντίδραση του ελληνικού κράτους και να αξιολογήσουμε εάν τα μέχρι τώρα αποτελέσματα κρίνονται θετικά. Εκ των πραγμάτων, η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι απογοητευτική. Παρά την σταθερή υλοποίηση του σχεδίου της κυβέρνησης Ράμα κατά του Ελληνισμού της Βορείας Ηπείρου, η Αθήνα συναίνεσε ώστε να ενταχθούν τα Τίρανα στο ΝΑΤΟ και εξακολουθεί να στηρίζει με όλες τις δυνάμεις της την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας, χωρίς να θέτει την παραμικρή κόκκινη γραμμή. Η στρατηγική αυτή θυμίζει εν πολλοίς την αποτυχημένη προσπάθεια «εξευρωπαϊσμού» της Τουρκίας, η οποία, παρά την άρση κάθε εμποδίου εξ Αθηνών για την ευρωπαϊκή πορεία της από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και εντεύθεν, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει άμεσες απειλές από την Άγκυρα εις βάρος της εδαφικής της ακεραιότητας.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, κάποιος στην προηγούμενη κυβέρνηση είχε την φαεινή ιδέα να φιλοξενηθεί έκθεση με πίνακες ζωγραφικής και γλυπτά του κ. Ράμα… στο Ζάππειο Μέγαρο! Πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που έβρισε την Ελλάδα, κάνοντας λόγο, σε παλιότερη επίσημη συνέντευξή του, για μια Ελλάδα που «εξαπάτησε πολύ» και πήρε χρήματα από την Ευρώπη. Τον ίδιο άνθρωπο που κατηγορείται για ενδοοικογενειακή βία από την πρώην σύζυγό του, που λάμβανε πολυετή ψυχιατρική υποστήριξη για σχιζοφρένεια και που η οικογένειά του προειδοποιούσε τις αλβανικές αρχές ότι θεωρούσε δημόσιο κίνδυνο να διαχειρίζεται όπλο, που κατηγορήθηκε από την αντιπολίτευση της χώρας του, αλλά και από στελέχη και του δικού του κόμματος, για χρήση και εμπόριο ναρκωτικών και καπηλεία κλεμμένων εικόνων που προέρχονταν από εκκλησίες της Αλβανίας.
Η αναποτελεσματική εξωτερική πολιτική της Ελλάδας είναι μέρος του προβλήματος
Κατά κάποιον τρόπο, είναι δύσκολο να κατηγορήσει κανείς αποκλειστικά την Αλβανία, χωρίς να αποδώσει και ευθύνες και στην ελληνική εξωτερική πολιτική για την ανεξήγητη ανοχή που επιδεικνύει. Η απουσία κάποιας δυναμικής αντίδρασης και επιβολής συνεπειών από την Αθήνα σίγουρα δίνουν θάρρος στα Τίρανα και εν πάση περιπτώσει, δεν κάνουν τίποτε να αποτρέψουν τις εχθρικές διαθέσεις του κ. Ράμα. Ειδικά μετά το φιάσκο με την κατάπτυστη Συμφωνία των Πρεσπών, μοιάζει σαν να δόθηκε το σύνθημα στον διεθνή περίγυρο – και ειδικά στην δύσκολη γειτονιά όπου βρίσκεται η Ελλάδα – ότι τα κάθε λογής «νταηλίκια» περνάνε στην Αθήνα και το ελληνικό κράτος δεν διατίθεται να κάνει τίποτε να υπερασπιστεί την αξιοπρέπειά της.
Πλέον, με την στρατηγική της πλήρους υποστήριξης της Αλβανίας να αποδεικνύεται το ίδιο αποτυχημένη με αυτήν της Τουρκίας, έφτασε η ώρα να χρησιμοποιήσει η Ελλάδα το διπλωματικό της εκτόπισμα και να αποδείξει ότι μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της όταν αυτά καταπατούνται. Εν αντιθέσει με όσους υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο θα αναλώσει «διπλωματικό κεφάλαιο», που χρειάζεται για να αντιμετωπιστεί η Τουρκία, εδώ μοιάζει να ισχύει ο νόμος της ζούγκλας. Εάν εντοπιστεί μια αδυναμία σε κάποιο κράτος, τα υπόλοιπα θα σπεύσουν να την εκμεταλλευτούν, ώστε να αποκομίσουν τα μέγιστα δυνατά κέρδη.
Σε τελική ανάλυση, εάν η Ελλάδα δεν καταφέρει να επιβληθεί σε μικρότερες και αδύναμες χώρες, όπως η Αλβανία και τα Σκόπια, πώς είναι δυνατόν να πείσει ότι μπορεί να ανταπεξέλθει απέναντι στην σαφώς μεγαλύτερη τουρκική απειλή; Κανένας δεν θα τρέξει να υποστηρίξει τα δίκαια της Ελλάδος, εάν αυτή η ίδια δεν το κάνει πρώτα και εάν δεν δείξει επιτέλους ότι είναι αποφασισμένη να υποστηρίξει το εθνικό συμφέρον της πάση θυσία.
Να χρησιμοποιήσει επιτέλους η Αθήνα τα διπλωματικά της όπλα
Υπάρχουν πολλά εργαλεία στην διάθεση της Αθήνας για να συνετίσει τον κ. Ράμα. Ο μεγάλος αριθμός Αλβανών μεταναστών, οι οποίοι ζουν και ευημερούν πλέον στην Ελλάδα είναι ένα κεφάλαιο που δεν πρέπει να μείνει αναξιοποίητο. Πέραν του ότι αρκετοί εξ αυτών έχουν πλέον αποκτήσει μια ελληνική συνείδηση και δύνανται να επηρεάσουν πράγματα και καταστάσεις στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, αποτελούν σημαντικό στήριγμα για την αλβανική οικονομία. Τα ευρώ που στέλνουν πίσω στην Αλβανία πιάνουν τόπο. Τυχόν φορολόγηση των εν λόγω εμβασμάτων ή ακόμη και προσωρινό μπλοκάρισμα θα μπορούσε να αποτελέσει έναν σοβαρό πονοκέφαλο για την κυβέρνηση Ράμα.
Παράλληλα, ένα βέτο στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αλβανίας με την ΕΕ θα χάλαγε το αφήγημα της δήθεν «ευρωπαϊκής» Αλβανίας, που είναι έτοιμη να κάνει το επόμενο βήμα και να γίνει κράτος-μέλος της ΕΕ.
Όπως τα Σκόπια, η Αλβανία είναι μια χώρα που δεν είναι εθνικά ομοιογενής. Εκτός από την ελληνική μειονότητα, οι ίδιοι οι Αλβανοί έχουν φυλετικές διαφορές μεταξύ τους (π.χ. Γκέγκηδες, Τόσκηδες, Λιάπηδες). Κάποιοι εξ αυτών, ειδικά στην νότια Αλβανία, έχουν αρκετές πολιτισμικές ομοιότητες με την Ελλάδα. Εάν υπήρχε υψηλή στρατηγική στην Ελλάδα, η Αθήνα θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις ομοιότητες αυτές ώστε να κερδίσει ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης της Αλβανίας, αντί να προεξοφλεί ότι θα περάσουν στην σφαίρα επιρροής της Τουρκίας. Το φιλελληνικό αυτό τμήμα θα μπορούσε να επηρεάζει πολιτικές εξελίξεις στην Αλβανία ή ακόμη και να απειλεί την συνοχή της χώρας σε περίπτωση που η κεντρική κυβέρνηση δεν φερόταν σωστά και δίκαια σε όλους τους πολίτες.
Βέβαια, όλα αυτά προϋποθέτουν μια αλλαγή νοοτροπίας στην Ελλάδα και την απώλεια του συμπλέγματος ενός ευθυνόφοβου προτεκτοράτου. Για την ώρα, ας κάνει η επόμενη ελληνική κυβέρνηση το αυτονόητο και να δηλώσει χωρίς περιστροφές ότι σε περίπτωση μη αποφυλάκισης του εκλεγμένου δημάρχου κ. Μπελέρη θα ακολουθήσουν άμεσα διπλωματικές και οικονομικές συνέπειες για την Αλβανία που θα θυμήσουν στον κ. Ράμα ότι μπορεί να έχει μπόι, αλλά το πολιτικό του ανάστημα μπορεί να το κοντύνει ανά πάσα στιγμή η Αθήνα…αν το θελήσει. Εξάλλου, μας παρακολουθούν και τα υπόλοιπα «θεριά» στην ζούγκλα και βγάζουν συμπεράσματα τα οποία θα βρούμε μπροστά μας στο προσεχές μέλλον.