
‘’Το άρθρο αυτό γράφτηκε με πόνο στην καρδιά και αν το έγραφα με χαρτί και πένα, θα είχα βουτήξει την πένα μου στο αίμα για να το γράψω ως ελάχιστος φόρος τιμής για τα 4 παλικάρια.’’
Ένας από τους βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης συνειδήσεως και πολιτικών πεποιθήσεων αποτελούν τα παιδικά μας βιώματα, τα οποία είναι και αυτά που καθορίζουν και προσδιορίζουν την εξέλιξη μας ως ανθρώπινα όντα.
Όταν λοιπόν ένας άνθρωπος δει τους γονείς του να διώκονται αδίκως από την δικτατορία, μεταμορφώνεται σε έναν αρειμάνιο αντιχουντικό και δυστυχώς και σε κάθε είδους πατριωτισμό. Όταν πάλι ένας γονιός στερηθεί το παιδί του διότι εκλάπηκε από το παιδομάζωμα των κομμουνιστών για τον ‘’ιερό’’ τους αγώνα, τότε μετατρέπεται σε έναν εφόρου ζωής στείρο και λυσσαλέο αντικομμουνιστή, κτλ..
Έτσι κι εγώ, ακόμη θυμάμαι την σκηνή όπου ο νεαρός Τάσος ξυλοκοπείται βάναυσα μέχρι τελευταίας πνοής από τις βαρβαρικές τουρκικές ορδές υπό το ‘’άγρυπνο’’ βλέμμα των ειρηνιστικών κυανόκρανων. Έναν θάνατο πολύ πιο επονείδιστο από αυτόν του Σολωμού, καθότι ο δεύτερος έφυγε λεβέντικα με μια σφαίρα στο λαιμό και το τσιγάρο στα χείλη ενώ ο πρώτος υπέφερε από την αιμορραγία μέχρι να υποκύψει στα τραύματα του στην αγαπημένη του κατεχόμενη Κύπρο.
Ο Τάσος προσπάθησε να σώσει έναν συμπατριώτη του από τα χέρια των Τούρκων κι έπεσε αυτός στα χέρια τους και στα καδρόνια τους.
Τι ειρωνεία!
Κι ο Σολωμός ξεφεύγει από τα χέρια των κυανόκρανων, οι οποίοι δεν κατέλαβαν και υπεράνθρωπες προσπάθειες για την παρεμπόδιση του και ανεβαίνει στο στυλό με το τσιγάρο στα χείλη για να κατέβει σε λίγα δεύτερα με το ίδιο τσιγάρο στο στόμα. Πόσο μοιραίο!
Η σφαίρα δεν τον έριξε κάτω στο χώμα. Η σφαίρα δεν ήταν αρκετή για να του απομακρύνει το τσιγάρο. Αλλά τον χτύπησε και τον κατέβασε με τέτοιο τρόπο σαν να φαίνεται πως θα ξανανέβει.
Πόσο Αντρίκιο!
Κι έτσι έμεινε στην ιστορία!!!
Έτσι απλά και άδικα αλλά ηρωικά έφυγαν δύο μάγκες (υπό την ανδροπρεπή έννοια) από την ζωή. Κι έτσι απλά και βαθιά χαράχθηκαν μέσα στο μυαλό μου οι δύο αυτές εικόνες και με έκαναν να αισθανθώ από την παιδική μου ηλικία τον εαυτό μου ως πατριώτη, όπου με το πέρασμα των χρόνων να επεξεργαστώ ιδέες και καταστάσεις, συναισθήματα και πεποιθήσεις και να μετουσιωθώ σε συνειδητοποιημένο πατριώτη. Μια στάση ζωής που με έκανε πάντα να απορώ με την ελληνική ενδοτικότητα, την εξωτερική πολιτική της χώρας μας, την θέση της Ελλάδας στη γεωπολιτική θέση της Μεσογείου, τον παγκόσμιο ρόλο της και ασφαλώς τους ίδιους τους Έλληνες.
Πως γίνεται όταν εγώ, εσύ, αυτός, εμείς ως άνθρωποι δεχόμαστε αδίκως επιθέσεις από άλλους, είμαστε διατεθειμένοι να διεκδικήσουμε το δίκιο μας με κάθε κίνδυνο και παραλογισμό αλλά όταν προσβάλλεται το εθνικό μας εγώ, να αδιαφορούμε επιδεικτικά, να το αποδεχόμαστε μοιρολατρικά ή να αναλωνόμαστε σε ανούσιες διαμαρτυρίες δίχως αντίκρισμα και αποχωρήσεις από τα έδρανα στη βουλή, λες και κατά αυτόν τον τρόπο το αίμα θα εισχωρήσει ξανά πίσω στις φλέβες των αδικοχαμένων;;;
Kαι κάπως έτσι οι δύο Βορειοκύπριοι Έλληνες, ξαδέλφια μεταξύ τους, μπαίνουν στο Πάνθεον των Ηρώων, για να έρθουν να τους συναντήσουν λίγα χρόνια μετά δύο αδέρφια τους από την δυτική πλευρά της Ελλάδος αυτή τη φορά, δυο Βορειοηπειρώτες, ο Αριστοτέλης και ο Κωνσταντίνος. Στο κατώφλι του θανάτου συναντιούνται οι δυο βόρειες κατεχόμενες πατρίδες μας!
Ο Αριστοτέλης θα αντιμετωπίσει τον βάρβαρο και απολίτιστο εχθρό του Ελληνισμού στα δυτικά του σύνορα, στη Χιμάρα, όταν πηγαίνοντας στο κατάστημα του Αλβανοί θα τον προκαλέσουν και θα απαιτήσουν να μην μιλάει ελληνικά σε τούτη τη γη για να λάβουν την περήφανη απάντηση από τα χείλη του ‘’Πως σε τούτη τη γη μιλάμε ελληνικά τα τελευταία 3.000 χρόνια’’. Οι Αλβανοί θα τον χτυπήσουν με το όχημα τους και θα περάσουν τρεις φορές από πάνω του ώστε να σιγουρευτούν πως είναι νεκρός. Και ο Αριστοτέλης, είναι νεκρός. Έτσι, απλά και αλβανικά! Επειδή θέλησε να μιλήσει ελληνικά στην επιχείρηση του και στον τόπο του.
Και έξι χρόνια μετά, όπου ο αλβανικός εθνικισμός και αλυτρωτισμός έχει φτάσει στο απόγειο του ενθαρρυμένος από την πολιτική των Η.Π.Α., την ανοχή της Δύσης και την απάθεια της ελληνικής πολιτείας, οι Αλβανοί θα διαπράξουν ακόμα ένα έγκλημα. Αυτή τη φορά σε μία άλλη ελληνική πόλη της Βορείου Ηπείρου, το Αργυρόκαστρο. Ο Κωνσταντίνος ανήμερα της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου θα προκληθεί από τις αλβανικές αστυνομικές αρχές για τον σημαιοστολισμό του χωριού του και θα κατεβάσουν την μεγάλη ελληνική σημαία που ύψωσε εκείνη την μέρα. Ο ίδιος, σύμφωνα με πληροφορίες και μαρτυρίες, θα πάει στο σπίτι του, θα πάρει την καραμπίνα του και θα πυροβολήσει στον αέρα για εκφοβισμό και μετέπειτα θα καταφύγει στο βουνό του χωριού του. Η αλβανική αστυνομία θα εξαπολύσει ένα ανελέητο ανθρωποκυνηγητό σαν να επρόκειτο για έναν μεγάλο εγκληματία παγκόσμιας φήμης, κινητοποιώντας ακόμα και τις ειδικές αλβανικές δυνάμεις και drone για τον εντοπισμό του. Ήταν φανερό ότι του την είχαν στημένη!
Ο ίδιος θα παραδοθεί λίγες ώρες αργότερα παρότι είχε την επιλογή να φυγαδευτεί στην Ελλάδα θέλοντας να αντιμετωπίσει τους Αλβανούς αντρίκια και σταράτα όπως έπραττε σε όλο του τον βίο. Οι Αλβανοί όμως δεν θα έχουν την ίδια στάση. Θα τον εκτελέσουν με δύο σφαίρες, λίγο μετά την παράδοση του με τον νεαρό Κωστή να τους χαμογελάει…
Τάσος Ισαάκ, 24 ετών άφησε πίσω του μια έγκυο γυναίκα..
Σολωμός Σολωμού 26 ετών δεν μπόρεσε να αφήσει το πτώμα του ξαδέρφου του ατιμώρητο..
Αριστοτέλης Γκούμας 37 χρονών άφησε δύο γονείς απαρηγόρητους..
Κωνσταντίνος Καστίφας 35 χρονών άφησε πίσω του μια γυναίκα και μία 14χρονη κόρη..
Άφησαν πίσω τους θλιμμένους και συντετριμμένους.
Άφησαν πίσω τους δόξα και τιμή στους δικούς τους.
Και άφησαν καθήκον και ανάμνηση σε όλους εμάς.
Ποτέ κανείς μας δεν θα μπορέσει να αισθανθεί πως αισθάνθηκε ο νεαρός Τάσος όταν οι Τούρκοι ήταν πάνω του και περιτριγυρισμένος χτυπιόταν με ξύλα και λοστούς, με πέτρες και κλωτσιές μέχρι να χάσει τελείως τις αισθήσεις του…
Ποτέ κανείς μας δεν θα μπορέσει να σκεφτεί τι σκεφτόταν ο Σολωμός όταν ανέβαινε στο στύλο για να κατεβάσει την μισητή ημισέληνο…
Ποτέ κανείς μας δεν θα μπορέσει να καταλάβει πως είναι να απαντάς στους τραμπούκους με παρρησία και με αυταπάρνηση πως εδώ εμείς μιλάμε ελληνικά…
Ποτέ κανείς μας δεν θα μπορέσει να αντιληφθεί πως είναι να κοιτάς την κάννη όταν σε σημαδεύει ο εχθρός και να βρίσκεις το θάρρος και τον ηρωισμό και να της χαμογελάς…
Εγώ προσωπικά, διανύοντας την τρίτη δεκαετία μου, μετά από άλλους δύο θανάτους να στερεώνουν περισσότερο το εθνικό μου καθήκον, να σφραγίζονται στο θυμικό μου, να τροφοδοτούν ακόμη περισσότερο την αγανάκτηση μου και την οργή μου προς το ελληνικό κράτος και την ελληνική εξωτερική πολιτική και να σχίζουν την καρδιά μου σαν μαχαίρια, μπορώ να πω μετά βεβαιότητας και πλήρους συνειδήσεως πλέον, πως δεν σας σέβομαι και σας τιμώ απλά παλικάρια μου…
Γι’ αυτό και σας αποκαλώ με τα μικρά σας σε αυτές τις γραμμές σαν να ήσασταν τα παιδιά της γειτονιάς μας, σαν να ήσασταν οι συμμαθητές μας, οι φίλοι που κάποτε πηγαίναμε μαζί για καφέ και για πορεία..
Παλικάρια μου, έχω αρχίσει πλέον να σας ζηλεύω για τον θάνατο σας!!!
Originally posted 2019-08-20 12:51:23.