Η δημοκρατία είναι πιο εύκολη στα λόγια, παρά στην πράξη. Στην Ρητορική του, ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει την δημοκρατία ως την πολιτεία «εν η κλήρω διανέμονται τας αρχάς». Στα δε Πολιτικά του, ο μεγάλος Σταγειρίτης προσδιορίζει ως πολίτη εκείνον που μετέχει «κρίσεως και αρχής». Στις ΗΠΑ, υπάρχουν δύο τέτοια «αξιώματα» που μοιράζονται με κλήρο, του ενόρκου και του κληρωτού στρατιώτη. Οι περισσότεροι θεωρούν αγγαρεία το πρώτο, ενώ εύχονται να μην ενεργοποιηθεί ποτέ ξανά το δεύτερο. Η ειρωνεία είναι πως οι «υποχρεώσεις» αυτές μοιάζουν να είναι το γνησιότερο κατάλοιπο της αυθεντικής δημοκρατίας όπως την εννοούσαν οι Έλληνες.

Παρά την «ιεροποίηση» της «δημοκρατίας» στην αμερικανική ρητορική, δύσκολα θα αποκτήσει ποτέ την μεταφυσική βαρύτητα που απολάμβανε στην αρχαιότητα. Στην αρχαία Αθήνα, αυτοσκοπός της δημοκρατίας ήταν ο «κατ’ αλήθειαν» βίος. Η πόλις αντέγραφε την αρμονία του κόσμου και την φανέρωνε μέσα από την αλληλεπίδραση των διαφόρων στοιχείων της, με αποκορύφωμα τις σχέσεις κοινωνίας των ανθρώπων.

Δημοκρατία και Ελληνισμός

Η αθηναϊκή αντίληψη περί δημοκρατίας διαφέρει ριζικά από την ρωμαϊκή. Ακόμη και ετυμολογικά, υπάρχει διακριτή διαφορά μεταξύ της δημοκρατίας (δήμος + κρατείν) και της res publica (δημόσιο πράγμα). Καθώς η πολιτική οργάνωση μεταλλασσόταν από πόλεις-κράτη σε επαρχίες και αυτοκρατορίες, οι Έλληνες επέμεναν να ασκούν την δημοκρατία σε τοπικό επίπεδο. Η αρχαία εκκλησία του δήμου (τακτική συνέλευση των πολιτών) εξελίχθηκε σε εκκλησία των πιστών (ευχαριστιακή σύναξη στις κατά τόπους ενορίες). Από το τελευταίο χωριό ως τις κοινότητες της Διασποράς, η αυτοδιοίκηση αποτελούσε σημείο αναφοράς, ενώ οι πολίτες υπηρετούσαν εναλλάξ σε ευθυνοφόρες θέσεις (επιτροπές). Εντύπωση προκαλεί και η αναφορά του Στρατηγού Μακρυγιάννη στον πολυθρύλητο «μαρμαρωμένο» βασιλιά Ιωάννη, τον οποίο είδε να ηγείται το Ρωμέϊκο σε όραμά του, ως «πρόεδρο της Επιτροπής» της θεόσταλτης βασιλείας.

Με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο, η άσκηση της αυτοδιοίκησης και της αυτοσυντήρησης – ειδικά στην Διασπορά, όπου τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο – συνεχίζει, αν και μετ’ εμποδίων, την δημοκρατική παράδοση σύμφωνα με την γνήσια ελληνική αντίληψη. Μήπως, όμως, θα μπορούσαμε ως Ομογένεια να βιώσουμε την δημοκρατία πιο αληθινά αν θεωρούσαμε την συμμετοχή μας στα κοινά και ως τρόπο διάσωσης της ελληνικής κληρονομιάς μας;

Όποτε παραβρεθούμε σε κάποια συνέλευση, όπου είναι φως φανάρι ότι η κατάσταση είναι «μαγειρεμένη», η αστοχία αυτή, δηλαδή η αδυναμία τήρησης των προδιαγραφών της πολιτικής αγωγής της Ρωμιοσύνης, θα έπρεπε να μας κεντρίζει το φιλότιμο, διότι είμαστε υπόλογοι τόσο στους προγόνους μας, όσο και στις ερχόμενες γενιές. Μπορεί να είναι βολικό να εξασφαλίσουμε την πλειοψηφία σε μια ψηφοφορία χάρη σε αμέτοχους «τουρίστες» και «αλεξιπτωτιστές», που εμφανίζονται μόνο και μόνο για να ψηφίσουν την γραμμή που τους υποδείχθηκε ή να παραγκωνίζουμε αντίθετες γνώμες μέσα από διαδικαστικές ταχυδακτυλουργίες ή έναν υποβόσκοντα εκφοβισμό, αλλά μεσομακροπρόθεσμα οι αρνητικές συνέπειες υπερβαίνουν τις θετικές.

Φαινόμενα δημοκρατικής παρακμής και συλλογικότητες

Παραπονιόμαστε για την έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους των νέων για τα κοινά ή το γεγονός ότι στις μέρες μας, είναι δύσκολο για συλλόγους να εξασφαλίσουν καν απαρτία, ακόμη κι όταν υπάρχουν σοβαρά θέματα προς συζήτηση. Ίσως το φαινόμενο αυτό αποτελεί αντίδραση στην απουσία ουσιαστικής διαλεκτικής και διαλόγου. Ακόμη πιο αξιοθρήνητο είναι να βλέπει κανείς νέους ανθρώπους – στις σπάνιες περιπτώσεις όπου κατέχουν διοικητικά αξιώματα – να εμφορούνται από τέτοιες χρησιμοθηρικές μεν, αντιδημοκρατικές δε αντιλήψεις.

Για να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον διαφόρων δημογραφικών ομάδων της Ομογένειας, θα πρέπει επιτέλους να αγκαλιάσουμε την διαλεκτική μέθοδο και να προάγουμε τον διάλογο. Οι συλλογικότητές μας πρέπει να εξελιχθούν σε χώρους ελεύθερης έκφρασης και υγειούς αντιπαράθεσης απόψεων, προάγοντας έτσι την ευρηματικότητα και την συνεργασία. Εσωτερικές ομάδες και κονκλάβια θα καταφέρουν μόνο να αποξενώσουν την βάση, διώχνοντας πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό και διαλύοντας τις οργανώσεις μας.

Από τις ενορίες ως τις ομοσπονδίες και τα σωματεία, πρέπει να αγωνιστούμε να ανακαλύψουμε εκ νέου την μεταφυσική διάσταση της δημοκρατικής διαδικασίας. Σε τελική ανάλυση, ο τρόπος με τον οποίο φτάνουμε σε μια συλλογική απόφαση είναι πιο σημαντικός από την υπερψήφιση ή όχι μιας συγκεκριμένης πρότασης, διότι αυτός θα καθορίσει αν η κοινοτική μας ζωή διαθέτει την απαιτούμενη ειδοποιό διαφορά να βρίσκει την ισορροπία της μέσα στις εκάστοτε περιστάσεις, να αντέχει στον χρόνο και να προσφέρει κάτι πίσω στην κοινωνία.

Όταν μάθουμε επιτέλους να συνδιαλεγόμαστε

Είτε πρόκειται για μια ριζοσπαστική κίνηση, όπως η ανάθεση αξιωμάτων με κλήρωση, για να τελειώνουμε με ψυχοφθόρες γκρίνιες για την εκλογική διαδικασία ή το μαγείρεμα ψηφοδελτίων, είτε κάτι απλό, όπως η τακτική διεξαγωγή διαλεκτικών συζητήσεων για ομογενειακά θέματα, όπου θα παρουσιάζονται αντίθετες θέσεις, ώστε η μέθοδος αυτή να ενισχύσει τον δημόσιο διάλογο, που απουσιάζει κραυγαλέα αυτή την στιγμή, πρέπει να κάνουμε κάτι, και μάλιστα γρήγορα.

Η δημοκρατία δεν είναι εύκολη υπόθεση και σίγουρα θα μετράμε περισσότερες αστοχίες παρά επιτυχίες στην πορεία. Αλλά αν έχουμε το φιλότιμο να επιμείνουμε, παρά τις αντιξοότητες, ίσως καταφέρουμε να διαφυλάξουμε ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της κληρονομιάς μας, που θα μάς επιτρέψει να μετάσχουμε στον πολιτισμό μας πιο αυθεντικά. Όταν μάθουμε επιτέλους να συζητάμε για τα προβλήματά μας ως Ομογένεια ανοικτά και εποικοδομητικά, τότε μόνο θα μπορέσουμε να λάβουμε ουσιαστικά μέτρα για να τα αντιμετωπίσουμε και να προοδεύσουμε συλλογικά.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.