
Το κομμάτι της τοπικής κοινωνικής διαχείρισης η διαχείριση κοινωνικών αγαθών των κοινωνικών επιχειρήσεων πρέπει να αναπτύξει στο μέλλον ένα «Κοινωνικό Συμβούλιο» που θα αποφασίζει για κάθε επιχειρηματική πράξη. Σε αυτό το συμβούλιο μπορεί να μετέχουν ex officio και δύο τοπικοί κρατικοί υπάλληλοι (ανώτεροι): ένας δικαστικός και ένας οικονομολόγος. Αν συμβεί, λοιπόν κάποια ατασθαλία ή παραβίαση των Κοινωνικών υποχρεώσεων ή ακόμα απόκλιση από το κοινωνικό επιχειρηματικό προγραμματισμό σημαίνει ότι και αυτοί συγκατένευσαν, και είναι πιο εύκολο να βρούμε τους ενόχους. Συνήθως οι κοινωνικοί επιχειρηματίες μπορούν να παραπλανήσουν, όταν αυτοί και το συμβούλιο στοχεύουν σε κάποιο δικό τους συμφέρον. Η πραγματική ανάπτυξη του μοντέλου της Κοινωνικής Οικονομίας μπορεί να προέλθει μέσα από τις μελέτες των αναγκών των τοπικών οικισμών. Κάθε τοπικός οικισμός πρέπει να αναπτύξει το επιχειρηματικό κοινωνικό σχέδιο όπου θα υπάρχει επίβλεψη από το τοπικό συμβούλιο. Στην συνέχεια κάθε περιφέρεια θα πρέπει να αναπτύξει το Κοινωνικό περιφερειακό συμβούλιο ενώ σε επίπεδο κράτους πρέπει κάθε Κοινωνική περιφέρεια πρέπει να ορίζει ένα υπεύθυνος διαχειριστή ο οποίος θα είναι κοινωνικός επιχειρηματίας και θα προέρχεται μετά από ψήφιση μεταξύ των τοπικών κοινωνικών περιοχών που συγκαταλέγονται στην Κοινωνική περιφέρεια. Η διάρκεια θητείας θα είναι διετής και οι κοινωνικοί στόχοι που θα δημιουργούνται από τις περιφέρειες θα πρέπει αν έχουν τετραετής διάρκεια. Η επόμενη στάση της Κοινωνικής Οικονομίας θα είναι η δημιουργία κοινωνικών λογαριασμών όπου θα υπάρχουν όλοι οι ισολογισμοί των κοινωνικών επιχειρήσεων. Η μεγαλύτερη καινοτομία είναι η μελέτη κοινωνικών ροών ανάμεσα στις κοινωνικές επιχειρήσεις , παρακολούθηση των ροών και των κοινωνικών επιχειρηματικών σχέσεων ανάμεσα στο κράτος- περιφέρειες αλλά ακόμα και ανάμεσα στις κοινωνικές χρηματικές ροές ανάμεσα στις κοινωνικές και καπιταλιστικές επιχειρήσεις.