Η είδηση της υποστήριξης της τουρκικής υποψηφιότητας για την γενική γραμματεία του Διεθνούς Οργανισμού Ναυσιπλοΐας από την ελληνική κυβέρνηση γεννά βαθύ προβληματισμό ως προς την υψηλή στρατηγική της χώρας…ή μάλλον την έλλειψη αυτής. Ειδικά όταν η εν λόγω υποστήριξη προσφέρθηκε εις βάρος της σχεδιασθείσας κυπριακής υποψηφιότητας!

Με λίγα λόγια, η ελληνική κυβέρνηση μοιάζει να τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια της κυπριακής, για χατίρι… της Τουρκίας. Και έναντι τίνος ανταλλάγματος; Την υποστήριξη της ελληνικής υποψηφιότητας για θέση μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Μια θέση που η Ελλάδα είχε ουσιαστικά ήδη εξασφαλίσει.

Το πλέον προβληματικό είναι ότι ενώ η από όλες τις απόψεις «περίεργη» αυτή κίνηση εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης γίνεται λίγες μόνο εβδομάδες πριν τις βουλευτικές εκλογές, τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης την προσπερνούν και δεν φροντίζουν να την επισημάνουν και να την καταδικάσουν πολιτικά. Μπροστά στην αφωνία τους, το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι ότι συμφωνούν με την συγκεκριμένη ενέργεια και την επικροτούν.

Η υποστήριξη της τουρκικής υποψηφιότητας δίνει λάθος μηνύματα προς τα έξω

Διαφορετικά, μια τόσο προκλητική και αγέρωχη καταφρόνηση του ελληνοκυπριακού άξονα, σαφώς διαιρετική για την αλληλεγγύη που οφείλει να υπάρχει μεταξύ δύο ελληνικών κρατών, θα έπρεπε να αποτελεί μείζον θέμα και να κληθούν όσοι χάραξαν την απαράδεκτη αυτή πολιτική σε δημόσια απολογία. Η ακατανόητη απόφαση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών είναι πολλαπλώς προβληματική.

Πρώτον, φανερώνει μια ασυνεννοησία μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, που δεν πρόκειται να περάσει απαρατήρητη. Για να μην λάβει η υπόθεση μεγαλύτερες διαστάσεις, αναγκάστηκε η Κύπρος να αλλάξει ρότα και τελικά να μην κατεβάσει υποψήφιο για την συγκεκριμένη θέση (παρότι ακούγεται ότι είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη των κρατών-μελών της ΕΕ). Όπως και να’ χει, η ασυνεννοησία μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας δημιουργεί αμφιβολίες για την αποφασιστικότητα της πρώτης να υπερασπιστεί με όλο το διπλωματικό κεφάλαιο που διαθέτει τα δικαιώματα της δεύτερης, που παραβιάζονται σήμερα κατάφορα από την Άγκυρα.

Δεύτερον, ακόμη και να μην υπήρχε η πρόθεση της Κύπρου να διεκδικήσει την γενική γραμματεία του οργανισμού αυτού, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με την ισότητα των ανταλλαγμάτων αλληλοϋποστήριξης για τις θέσεις που διεκδικούν, που ανακοίνωσαν Αθήνα και Άγκυρα στο πλαίσιο της «διπλωματίας των σεισμών». Η Τουρκία προτίθεται να υποστηρίξει την Ελλάδα για μια θέση μη μόνιμου μέλους ενός συμβουλίου, με διετή θητεία. Μπορεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να διαθέτει ένα ιδιαίτερο κύρος, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι κουμάντο στο ΣΑ κάνουν τα πέντε μόνιμα μέλη του, οπότε η θέση είναι περιορισμένης ευθύνης.

Μια άνιση ανταλλαγή που θα ανοίξει τις ορέξεις της Τουρκίας

Αντιθέτως, η Τουρκία διεκδικεί την θέση του επικεφαλής ενός διεθνούς οργανισμού, με θητεία τεσσάρων ετών και σαφώς μεγαλύτερες αρμοδιότητες και ευθύνες. Η θέση του ΓΓ της ΔΟΝ αποτελεί μια ευκαιρία για την χώρα που την κατέχει να ελέγξει όλον τον μηχανισμό ενός οργανισμού που σχετίζεται με τον νευραλγικό τομέα της ναυσιπλοΐας. Ακόμη κι αν δεσμεύεται ο εκάστοτε ΓΓ από τους κανονισμούς του οργανισμού και ελέγχεται από τα υπόλοιπα μέλη του συμβουλίου, ώστε να μην μπορεί να απειλήσει ευθέως την Ελλάδα και την Κύπρο, διαμέσου της θέσης, η Τουρκία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις συγκυρίες ώστε να προωθήσει τα σχέδιά της για την ανάπτυξη του εμπορικού στόλου της, αυξάνοντας έτσι τον ανταγωνισμό απέναντι στον ελληνικό και κυπριακό στόλο.

Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν κατεξοχήν ναυτικές δυνάμεις, με μεγάλους εμπορικούς στόλους και μεγάλη παράδοση ναυτοσύνης. Για ποιόν λόγο, λοιπόν, να δεχθεί η Ελλάδα να βοηθήσει την Τουρκία να γίνει πιο ανταγωνιστική και να χάσουν έτσι οι Αθήνα και η Λευκωσία την υπεροχή τους σε αυτόν τον τομέα; Πέραν του ότι η απόφαση αυτή δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Ελλήνων και Κυπρίων εφοπλιστών, μπορεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η Ελλάδα δέχεται μέρος των παράλογων τουρκικών αξιώσεων (π.χ. Γαλάζια Πατρίδα, τουρκολιβυκό μνημόνιο, πειρατεία εντός ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ, συστηματική λαθροδιακίνηση μεταναστών) που αποσκοπούν στην υφαρπαγή εθνικού πλούτου και εδάφους.

Αυτό ισχύει ακόμη και στην ευκταία περίπτωση που ηττηθούν οι Τούρκοι στις προσεχείς εκλογές του ΔΟΝ και αναλάβει την ΓΓ άλλη χώρα-μέλος. Η ρετσινιά της υποστήριξης θα μείνει και θα χρησιμοποιηθεί κάποια στιγμή μελλοντικά ως μοχλό πίεσης. Τόσο η Άγκυρα, όσο και τρίτες χώρες που παίζουν κάποιο παρασκηνιακό ρόλο θα μπορούσαν να συνδέσουν την υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης προς την τουρκική υποψηφιότητα με αξιώσεις να αποδεχθεί μέρος των παράλογων τουρκικών απαιτήσεων κατά την διάρκεια διαπραγματεύσεων ή σε περίπτωση εκδίκασης των διαφορών σε διεθνές δικαστήριο – ειδικά από την στιγμή που η Ελλάδα δεν έθεσε ξεκάθαρες προϋποθέσεις προκειμένου να στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα.

Εν αντιθέσει με την Αίγυπτο, που απαίτησε από την κυβέρνηση Ερντογάν σειρά κινήσεων καλής θέλησης όπως την παύση υποστήριξης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, την απόσυρση του τουρκολιβυκού μνημονίου, αλλά και τον σεβασμό της ελληνικής και κυπριακής κυριαρχίας προκειμένου να εξομαλυνθούν οι μεταξύ τους σχέσεις, η Ελλάδα δεν έθεσε την παραμικρή κόκκινη γραμμή πριν στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα. Ως προς τούτου, φαίνεται ότι η κυβέρνηση Σίσι υπερασπίζεται τα ελληνικά συμφέροντα καλύτερα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Μετά την απομάκρυνη από την κάλπη, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται

Κάθε προσπάθεια διατήρησης χαμηλής θερμοκρασίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επικροτείται, αρκεί να μην υποσκάπτει την μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ελλάδος. Η Τουρκία διαχειρίζεται μια μεγάλη ανθρώπινη κρίση την επαύριον του καταστροφικού σεισμού, αλλά αυτό δεν σημαίνει, ούτε στο ελάχιστο, ότι έχουν μεταβληθεί οι στρατηγικοί στόχοι της και οι βλέψεις της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Εν αντιθέσει με την δική μας χώρα, η Τουρκία εργάζεται σταθερά και συστηματικά προς την επίτευξη των στόχων αυτών, και δεν παρεκκλίνει από αυτούς, όποιες και να είναι οι συνθήκες, όποια και να είναι η κυβέρνηση.

Ας διδαχτεί επιτέλους η Ελλάδα από τα λάθη της και ας παραδειγματιστεί από τους Τούρκους. Η χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας και παροχή υποστήριξης ώστε να ορθοποδήσουν τα θύματα του σεισμού είναι πράξη καλής γειτονίας, αλλά η στήριξη τουρκικών στρατηγικών συμφερόντων που είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με τα δικά μας εθνικά συμφέροντα πρόκειται για ανευθυνότητα η οποία οφείλει να τιμωρηθεί από τον ελληνικό λαό στις κάλπες. Άλλο πράγμα η αλληλεγγύη και άλλο ο ενδοτισμός!

Οι συνθήκες απαιτούν να συνεχίσει η Ελλάδα να κινείται στο πλαίσιο της αμυντικής θωράκισης, της καλλιέργειας συμμαχιών στην περιοχή και της κοινοποίησης της τουρκικής αδιαλλαξίας και παραβατικότητας που αντιμετωπίζει προς την διεθνή κοινότητα.

Μόλις ο κ. Ερντογάν ή ο οποιοσδήποτε διάδοχός του εξασφαλίσει οικονομική βοήθεια από την Δύση και τα πολυπόθητα οπλικά συστήματα από τις ΗΠΑ που τόσο χρειάζεται, θα αλλάξει άρδην τροπάριο και θα αρχίσει πάλι τις απειλές και τις προβοκάτσιες. Τα μεγάλα ελλαδικά κόμματα και οι «ελίτ» που τα συμβουλεύουν δεν λένε να ανακρούσουν πρύμναν από την αυτοκαταστροφική πορεία ενδοτισμού  που ακολουθούν εδώ και δεκαετίες, ώστε να αντιμετωπισθεί η τουρκική απειλή. Ας δώσουν οι πολίτες το μήνυμα εκεί που πρέπει, λοιπόν. Μετά την απομάκρυνση από την κάλπη, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται…

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.