Με την Ελλάδα σε προεκλογική πια τροχιά και την κυβέρνηση να αναζητά εναγωνίως τρόπους να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις από την πολιτική της στο Σκοπιανό, την επακολουθήσασα αποθράσυνση των γειτόνων της και τα απόνερα της ηχηρής παραίτησης Κοτζιά, υπάρχει σχεδιασμένη προσπάθεια ανακατεύθυνσης της κοινής γνώμης. Η συνταγματική αναθεώρηση πάντα προσφέρεται για τέτοιους σκοπούς, ιδιαίτερα εάν μπορεί να συσπειρώσει ψηφοφόρους στο κομματικό μαντρί μέσα από φανταχτερές αλλά ανούσιες ετικέτες περί δήθεν «προοδευτικότητας» ή άλλων αστικών μύθων.

Μια από τις χαρακτηριστικές προτάσεις των προτεινομένων μεταρρυθμίσεων αφορά στον τρόπο εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, η πρόβλεψη για ενισχυμένη πλειοψηφία μπορεί να μετατραπεί σε εργαλείο της αντιπολίτευσης για πρόκληση πρόωρων εκλογών, εάν οι κομματικοί συσχετισμοί το επιτρέπουν. Άλλωστε, με το πρόσχημα αυτό οδηγήθηκε σε πτώση η κυβέρνηση Σαμαρα-Βενιζέλου και ανήλθε στην εξουσία η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου. Όπως αποδείχθηκε, το ενιάμηνο που μεσολάβησε από την πτώση της πρώτης κυβέρνησης λόγω αδυναμίας εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας και της δηλωμένης πρόθεσής της να καταφύγει σε κάλπες μετά την φημολογούμενη έξοδο στις αγορές στα μέσα του 2015 αποδείχθηκε μοιραία για την Ελλάδα. Στους εννιά αυτούς μήνες, κυοφορήθηκε το παρών πολιτικό τερατούργημα, αφού αποβλήθηκαν όλα τα αντιμνημονιακά στοιχεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖ.ΑΝΕΛ και διατηρήθηκαν απλώς τα εθνομηδενιστικά. Με λίγα λόγια, ο βασικός λόγος που θα είχε ο μέσος, ακομμάτιστος, Έλληνας να ψηφίσει το επικρατούν σχήμα κατέστη ανύπαρκτος.

Γι’ αυτό η πρόταση που κομίζει η παρούσα κυβέρνηση για την εκλογή του ΠτΔ, εις τας δυσμάς του πολιτικού βίου της, αποτελεί ειρωνεία. Ενώ εκτοξεύτηκε πρόωρα στην εξουσία, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία των Σαμαροβενιζέλων να εκλέξουν νέο ΠτΔ, κατά τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας, εμφανίζεται τώρα να επιθυμεί να λύσει το θέμα αυτό. Συγκεκριμένα, προτείνει να αποσυνδεθεί η προεδρική εκλογή από την διάλυση της Βουλής, επεκτείνοντας τις ψηφοφορίες για την επίτευξη ενισχυμένης πλειοψηφίας έως την συμπλήρωση εξαμήνου και σε περίπτωση αδυναμίας συγκέντρωσης της απαραίτητης πλειοψηφίας, την εκλογική αναμέτρηση μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν στην τελευταία ψηφοφορία, η οποία θα κριθεί απευθείας από τον λαό.

grecobooks-6

Σαφώς, η πρόταση αυτή αποδυναμώνει τον ήδη κολοβωμένο θεσμό, αφού ο προεδρικός υποψήφιος μπορεί να διασύρεται από τους βουλευτές για ολόκληρο εξάμηνο, αντί να εκλέγεται από τον λαό ευθύς εξ αρχής. Στόχος αυτής της πρότασης είναι να διευρύνει κι άλλο τις εξουσίες ενός πρωθυπουργικοκεντρικού συστήματος που τείνει όλο και περισσότερο να κυβερνά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και παράταιρες συμμαχίες βουλευτών που δεν αισθάνονται καμμία ανάγκη να λογοδοτήσουν στους ψηφοφόρους τους, βαφτίζοντας την παρασπονδία ή την κυβίστηση ψήφο κατά συνείδηση. Βέβαια, η μαλθακότητα που έχουν επιδείξει οι τελευταίοι ΠτΔ και ο εκούσιος αυτοπεριορισμός τους σε διακοσμητικά στοιχεία έχει συμβάλλει στο δημοκρατικό έλλειμμα που παρατηρείται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Η Ελλάδα θα είχε πολλά να κερδίσει από έναν ισχυρότερο ΠτΔ, που θα μπορούσε να ασκεί κάποιο εποπτικό έργο ή να αποτελεί ένα, τρόπο τινά, θεσμικό αντίβαρο στην πρωθυπουργική εξουσιολαγνεία. Ειδικά αν πολιτευόταν με αυταπάρνηση και αγάπη για τον λαό του, θα μπορούσε να κερδίσει θέση στην συνείδηση του λαού του, η οποία θα άντεχε στο πέρασμα του χρόνου. Έως και σήμερα, π.χ., οι αρετές ανωτάτων αρχόντων του τόπου, όπως του Ιωάννου Καποδίστρια, εξακολουθούν να αποτελούν σημείο αναφοράς.

Περιγραφή του Βασιλιά Ιωάννη Βατάτζη του Ελεήμονος από τον Μακρυγιάννη

Επειδή το άρθρο αυτό δημοσιεύεται κοντά στην μνήμη του Βασιλέως Ιωάννου του Βατάτζη του Ελεήμωνος, που τιμάται από την Εκκλησία στις 4 Νοεμβρίου  (ο οποίος ταυτίζεται πλέον όλο και περισσότερα με τον πολυθρύλητο «μαρμαρωμένο βασιλιά»), κλείνουμε την δημοσίευση με μερικές παραπομπές κειμένων από την προφητική γραφίδα του Στρατηγού Μακρυγιάννη, όπως καταγράφηκαν στο «τετράδιό του»:

«Τότε, αδελφοί, εβλέπετε την μεγάλη οργή του Θεού και της βασιλείας του και την μεγάλην αγανάχτησην. Τότε έβλεπες βασιλείς λογιών των λογιών, και φραγκοφορεμένους και από τις δικές μας φορεσιές, οπού έλεγαν “Εις το πυρί” και πέφταν εκεί μέσα εις το πύρινον καμίνι, εις τους άγριου θεριού το στόμα. Τότε παρουσιάζει και τον βασιλέα μας (σ.σ. Όθωνα) και τους οπαδούς του και την βασίλισσά μας γυμνούς, και αφού τους γύμνωσαν, πάνε όλοι μέσα εκεί εις το πύρινο καμίνι, και ο Κωλέττης και οι οπαδοί του… αφού γύμνωσε τον βασιλέα μας και βασίλισσά μας, ευθύς έντυσε έναν γέρο με γένια και τον ευλόγησεν ο αφέντης μας και όλοι, και τον έβαλε εις τα δεξιά του… Τότε κατεβαίνει ένα σύγνεφον, και ο αφέντης μας, καθώς ήταν όλοι ίσκιοι εις το κριτήριον, και πήγαμεν εις την Άγια- Σοφιά, και εκεί ευλόγησε εκείνον τον γέρον όπου ‘χε εις τα δεξιά του, και ήταν μια παράταξη, δεν μπορώ να σας παραστήσω. Τον ευλόγησε ο αφέντης μας και όλοι οι άλλοι και είπε: Τούτος είναι ο πρόεδρος της επιτροπής της βασιλείας μου. Και ξύπνησα. Αυτά είδα, αδελφοί, και όποιος αγαπάει ας πιστεύει, ειδέ είναι νοικοκύρης να κάμει ό,τι θέλει»!     (Οράματα και Θάματα, σελ.143 -144)

«Μιαν αυγή έκανα την προσευχή μου και ήμουν πολύ μέσα, εις τις εικόνες, και ήμουν και κρυγιωμένος και αποσταμένος και πονεμένος. ανοίγω την πόρτα, βλέπω εις την σάλα έναν με γένια, σαν καλόγερον. τον καλημερώ, του λέγω: Γέροντα, κόπιασε μέσα εις την κάμαρη, ότι δεν μπορώ να σταθώ αυτού – ήτον κοντά τα έβγα του Δεκεμβρίου, 20 (σ.σ. 1849), και ήτον κρύγιον πολύ. Έρχεται μέσα και κάθεται γοναστικώς μπροστά μου. Του λέγω: Αυτό είναι τυραγνικόν έργον. Τον πήρα πλησίον μου. μου λέγει: Σου φέρνω ευκές και ευλογίες από τον αφέντη μας, εσένα και όλης της συντροφιάς σου. Του λέγω: Ποιος είναι ο αφέντης; και συντροφιά δεν έχω. – Ο άνωθεν είναι, και ξέρει και σένα και την συντροφιά σου. – Τι άξιος είμαι εγώ δι΄ αυτά οπού μου λες! σήκω να πάμε μέσα, εις τις εικόνες. Πήγαμεν εκεί, λέγω τρεις φορές: Κύριε, Κύριε, Κύριε, ετούτος ο άνθρωπος ήρθε εις το σπίτι μου και μου λέγει λόγια όπου εγώ είμαι ανάξιος. Και αν είναι αληθινός, να είναι η ευχή και η ευλογία της παντοδυναμίας σου και της βασιλείας σου, ειδέ και είναι επίβουλος, να γένει στάχτη, έξω από το σπίτι μου! Τότε ορκίζεται και αυτός και κλαίγει.  Έκαμα τρεις μετάνοιες, το ίδιον και αυτός. Πήρα να του φιλήσω το χέρι του, δεν μου το  ΄δωσε, μου είπε ότι δεν είναι γερωμένος… …Μου είπε ότι θα ΄ρθουνε βρωμερά έθνη αναντίον της πατρίδος και θρησκείας, να είστε προσεχτικοί και μεγάλη ομόνοια αναμεταξύ σας, και όταν να ιδείς τίποτας, τελειώνοντας αυτό να κινηθείς με όσους μπορέσεις…»

«…Ξηγήσου με πλατύτερα. Τι είσαι και πώς ήρθες; Μου λέγει: Εγώ ήμουν εις τον Άγιον Τάφο αρκετόν καιρόν, και μιαν βραδιά είδα τον Παντοκράτορα και όλη του την βασιλείαν – και με λένε Γιάννη  – και μου λέγει: «Γιάννη, Γιάννη, Γιάννη, εσύ ΄σαι ο επίτροπος της βασιλείας μου, και καθώς φέρνεσαι να μην αλλάξεις τρίχα, είσαι χαμένος και εδώ και εις την άλλη ζωή». Αυτό το είδα τρεις βραδιές εις τον ύπνο μου. ύστερα έρχεται και μου λέγει να ειπώ του γούμενου και των αλλονών ολονών, με τα ονόματά τους, ξεχωριστά, να μην ξέρει ένας τον άλλον, να τ’ς ειπώ τι ‘ναι αυτά οπού κάνουν και που ακολούθησαν το ναόν μου.  είτε θα ΄ρθουν εις τον δρόμο τους και να μετανοήσουν, είτε θα ιδούνε πράματα και εδώ και εις την άλλη ζωή.  θα τους στείλω εις το ιπύρι να καίγονται μαζί με τους άλλους. Πήγε και είπε όλα αυτά. Τ΄ άιο-Κωνσταντίνου, στα 1844, τον πήραν και πήγαν εις την Κωνσταντινούπολη, και εις την Αγίας Σοφίαν τον χειροτόνησαν. βλέπει αυτά όλα εις τον ύπνο του. Περνώντας κάμποσος καιρός, του λένε να βρεθεί εις την Κωνσταντινούπολη. Πήγε εκεί και του έβαλαν την κορόνα, και του λέγει: Εσύ ΄σαι ο πρόεδρος της πιτροπής της βασιλείας μου, όταν θα ‘ρθει η ώρα μου η διορισμένη. Και του είπε να ‘χει δικιοσύνη, και άλλες πολλές διάτες. Του παρουσιάζουν τον σουλτάνο σ΄ ένα παλιό σκαμνί, και τον δικό μας τον βασιλέα το ίδιον, και του είπε τότε, θα πάνε εις το ιπύρι εις το εξώτερον και οι δύο ετούτοι.  τον παίρνουν ύστερα – όχι εις τον ύπνον, ζωντανόν – και τον πάνε σε όλες τις εκκλησίες να τις φκιάσει, και σε όλα τα τζαμιά, και του είπαν, όταν είναι ο καιρός οπού θα πιτροπέψει, του είπαν το κάθε τζαμί τι εκκλησία να γένει. Τους λέγει: Πότε είναι; – Ούτε να ρωτάς δια τον καιρόν, ότι όθεν σε διατάττω, να είσαι έτοιμος και χωρίς να ξετάζεις…»   (σελ. 147 -148).

«…Ο αφέντης μας μου είπε να ΄ρθω εδώ δια σέναν, πρώτα να μην λυπάσαι, και όταν είναι η ώρα του, είσαι σημαιοφόρος εσύ και θα σε ακολουθήσουνε πολλοί, και ο σταυρός ομπρός, και όταν να είναι αυτείνη η ώρα, πρώτα θα ιδείς ότι θα χαθεί τούτος ο Σαββατιανός από την οργή του αφεντός μας, ότι έχυσε και χύνει τόσα αθώατα αίματα, και τότε ματαφωτίζεσαι.  και όταν κινηθείτε, να είστε δίκιοι και μονιασμένοι εις τον δρόμον, και θα βγούνε και πολλά κεκρυμμένα άγια κορμιά έξω, και τότε, έρχοντας και εσείς, θα μπω στην επιτροπή του αφεντός μας. και τώρα, με τα βρωμερά έθνη οπού θα σας πλακώσουνε και να σας χάσουνε, ομόνοιαν αναμεταξύ σας, να μην χαθείτε και χυθούνε και αθώα αίματα, ότι αυτό δεν τον θέλει ο αφέντης μας.  αυτό μου είπε και μου λέγει, και είναι μπρος μας – ό,τι μου λέγει σου λέγω. Καθίσαμεν περίτου από πέντε ώρες.   του λέγω: Δάσκαλε, δεν κάθεσαι εδώ απόψε; Δεν μπορώ, τέκνο μου, μου λέγει, ότι με βιάζει.  θα κατέβω εις τον Περαία, και από κει μου είπε να πάγω εις την Ύδρα.  τι θα κάμω και πού αλλού θα πάγω, και εγώ δεν ξέρω. Η ηλικία του ήταν ως εξήντα πέντε, εβδομήντα. Όχι γερής κράσης, μέτριο μπόγι, και όλο χαρούμενος, γλυκός άνθρωπος πολύ, και έφυγε και μου είπε: Πρώτα ο Θεός, θα σμίξομεν εκεί οπού θα βλογήσει ο αφέντης μας. αλλά το κακό είναι, μου είπε, ότι είναι σε μεγάλη αγανάχτησην αναντίον μας, και δικια η αγανάχτησή του, και λέγει: Εγώ να αγωνίζομαι ολοένα να τους σώσω, και αυτείνοι, οι αχάριστοι, και μ΄ αρνιώνται και με κακομεταχειρίζονται! Δεν μπορώ, παιδί μου, μου λέγει, να σου παραστήσω την αγανάχτησήν του, οπού ΄χει σε τούτους εδώ μέσα εις το βασίλειόν σας, και η μεγάλη η ασωτία, και εκείνο το τρομερόν εις την Σύρα, πατέρας με το παιδί του παιδί! Ού ακούστη αυτό; Ποιόν ζώον και ποιον θερίον κάνει αυτό;  Ο άνθρωπος! Και έκλαιγε σαν μικρόν παιδί και είπε: Ο Θεός από αυτά μας εσιχάθη, και η Θεοτόκο τον περικαλεί να μην χαθούνε και οι αθώοι. Σηκώθηκε και έφυγε. Δεν έχω την θύμησην καλά αν ήταν αυτός ο ίδιος εις την παντοδυναμίαν του, τότε εις το κριτήριόν του, οπού τον είχε εις το δεξιόν του, και εις την Αγίαν Σοφίαν – δεν μόρχεται εις την θύμησην».  (σελ. 151-152)

 

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.