Η ολοκλήρωση ενός ακόμη έτους στο τέλος κάθε Δεκεμβρίου γεννά ποικίλα συναισθήματα. Προσφέρει ευκαιρία για αναστοχασμό των επιτυχιών, αλλά και των αποτυχιών του κύκλου του ενιαυτού που κλείνει. Γεννά και την ελπίδα για τις ευκαιρίες που κομίζει το αύριο, ενθουσιασμό για την δυνατότητα μιας «επανεκκίνησης». Ωστόσο, ο χρόνος αποτελεί προϊόν ανθρώπινης σκέψης και διαφέρει εν μέρει από εποχή σε εποχή, κοινωνία σε κοινωνία και άνθρωπο σε άνθρωπο.

Στις μέρες μας, όπου κυριαρχεί η παγκοσμιοποίηση, τείνουν να εκλείψουν οι διαφορές γύρω από την αντίληψη του χρόνου, με κύριο σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων εξωγενών παραγόντων. Για παράδειγμα, κάποτε ο χρόνος προσδιοριζόταν με βάση τις αγροτικές ασχολίες, με την συγκομιδή των καρπών να παίζει κεντρικό ρόλο. Επίσης, περιστρεφόταν γύρω από πνευματικά ορόσημα, όπως το Πάσχα και τα Χριστούγεννα.

Ποιές στοχεύσεις αποκαλύπτει ο ορισμός του χρόνου;

Ο ορισμός της έναρξης του νέου έτους την 1η Ιανουαρίου αντί του φθινοπώρου ή της άνοιξης, για παράδειγμα, σηματοδοτεί την επικράτηση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και την προβολή των διοικητικών, γραφειοκρατικών και μεταφυσικών στόχων του Ιουλίου Καίσαρα και των διαδόχων του.

Ο παραδοσιακός χωρισμός του χρόνου σε περιόδους νηστειών και εορτασμού δεν ταιριάζει στον ιστορικό υλισμό του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, που προτιμούν να χωρίζεται το ημερολόγιο σε συντομότερες χρονικές περιόδους με εμπορικώς εκμεταλλεύσιμα ορόσημα που προσφέρονται για την περαιτέρω αύξηση εσόδων από τον τζίρο των πωλήσεων ή την εξαγορά της λαϊκής εύνοιας μέσα από την παροχολογία.

Η διαπίστωση αυτή ίσως να εξηγεί εν μέρει τον πόλεμο που εξαπολύεται κατά καιρούς στις παραδοσιακές γιορτές μας, αλλά και συνηγορεί έτι περαιτέρω υπέρ της πιστής τήρησής των εορτών και της αναβίωσης των παραδοσιακών εθίμων που σχετίζονται με αυτές. Τα ήθη και έθιμα που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των εορτών μας δεν πληρούν απλά κάποιον φολκλορικό σκοπό, αλλά εφάπτονται ουσιαστικά στοιχεία της εορτής, αποκαλύπτοντας τις λανθάνουσες ατζέντες εκείνων που τις καταπολεμούν και τις βλέψεις τους εναντίον εκείνων που παραδοσιακά τις γιορτάζουν.

Ίσως το τελευταίο προπύργιο της ξεχωριστής αντίληψης του χρόνου που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της πολιτιστικής ετερότητας ενός λαού είναι οι αντιλήψεις του χρονικού κύκλου της ημέρας. Εκεί, υπάρχει ακόμη έκδηλη η αντίσταση στην καθιέρωση ενός συγκεκριμένου παγκόσμιου ωραρίου που να διέπει τους ρυθμούς μιας πόλης ή ακόμη κι ενός χωριού. Η ώρα του καφέ ή του τσαγιού προσλαμβάνει ακόμη και σήμερα στοιχεία «ιεροτελεστίας» που δεν αλλάζουν εύκολα. Η ιδανική ώρα του φαγητού διαφέρει αρκετά μεταξύ ανθρώπων και λαών, με τους πολίτες κάποιων πόλεων να ξενυχτούν τους μαγαζάτορες εξαιτίας της προτίμησής τους να τρώνε αργά το βράδυ, ενώ αλλού να κινδυνεύει κάποιος επισκέπτης, αδαής σχετικά με τις εντόπιες συνήθειες, να μείνει νηστικός αν δεν φροντίσει να δειπνίσει εγκαίρως, αφού τα εστιατόρια κλείνουν από νωρίς.

Η ημαρτημένη πολιτική αντίληψη περί χρόνου

Στην πολιτική πάλι, ο χρόνος περιστρέφεται γύρω από τις θητείες των εκλεγμένων αξιωματούχων και την διεξαγωγή εκλογών. Δυστυχώς, πρώτο και κύριο έργο του εκάστοτε εκλεγμένου πολιτικού είναι η εξασφάλιση της ανανέωσης της θητείας του, όχι η χρηστή διοίκηση, η αποτελεσματική διαχείριση των προβλημάτων του τόπου, η δρομολόγηση ρηξικέλευθων μεταρρυθμίσεων, η παράδοση του κράτους σε καλύτερη κατάσταση απ’ ότι το παρέλαβε.

Κατά την αντίληψη των σημερινών πολιτικών, άξιζε, προφανώς, να παραδοθούν χιλιάδες χρόνια ιστορίας και ταυτότητας διαμέσου της επαίσχυντης Συμφωνίας των Πρεσπών για να εξασφαλισθούν λίγοι μήνες παραπάνω στην καρέκλα, μαζί με την η ταμπέλα του «συνεργάσιμου» από τα διεθνή κέντρα, με την υπόσχεση της προοπτικής μελλοντικής επαναφοράς τους στην εξουσία. Τόση αποτιμήθηκε εκ μέρους τους η αξία των ιερών και οσίων του Έθνους…

Ομοίως, αν αληθεύουν οι κατηγορίες για τις υποκλοπές και τον ρόλο της σημερινής κυβέρνησης σε αυτές, άξιζε, προδήλως, η κατασπατάληση των πόρων και του χρόνου της ΕΥΠ σε επισυνδέσεις που θα ενίσχυαν την προοπτική ανανέωσης της κυβερνητικής θητείας (ανανέωση χρόνου) αντί να διατεθούν υπέρ του πραγματικού σκοπού που προορίστηκε να πληροί η ΕΥΠ. Δεν γίνεται να μην δύναται το κράτος να εξοντώσει κυκλώματα που συνιστούν υπαρξιακή απειλή για την χώρα και τον τρόπο ζωής των πολιτών: λαθροδιακινητές, οργανωμένο έγκλημα, εμπρηστές…

«Οι καιροί ου μενετοί»

Τα πολιτικά κόμματα της χώρας θεωρούν, επίσης, ότι το σώμα των ψηφοφόρων έχει πολλή κοντινή μνήμη, ωσάν να έχει περάσει άπειρος χρόνος από τότε που πρόδωσαν τις βαρύγδουπες εξαγγελίες τους, γεμάτες από ψευδείς επαγγελίες, τις οποίες έκαναν προ της ανάληψης της εξουσίας.

Μόνο που η αντίληψη του χρόνου βιώνεται πολύ διαφορετικά από τον λαό. Τις επιλογές εκείνων που χειρίστηκαν τις τύχες του Έθνους κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία, που αποσκοπούσαν σε πρόσκαιρες νίκες και εφήμερα κέρδη, εξακολουθεί και τις πληρώνει η χώρα και ο λαός 100 χρόνια μετά από την Καταστροφή της Σμύρνης. Ομοίως, η εμφυλιοπολεμική ρητορική που αναπτύχθηκε μετά τον Β΄ ΠΠ, αποσκοπώντας στην προσωρινή επικράτηση των αντιπροσώπων δύο συγκρουομένων παρατάξεων ενός γεωπολιτικού παιγνίου προ πολλού ξεπερασμένου, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να πλήττει την συνοχή της ελληνικής κοινωνίας, αποσπώντας πολύτιμο κεφάλαιο και δυνάμεις από το κεντρικό μέτωπο όπου απειλείται η χώρα. Τα κόμματα, τα στελέχη τους, αλλά και μια μερίδα «οπαδών» εξακολουθούν να συμπεριφέρονται λες και ζουν στα μέσα του 20ου αιώνα και όχι στην τρίτη δεκαετία του 21ου, με όσους κινδύνους συνεπάγεται αυτό για την πατρίδα και την ευημερία του λαού.

Το 2023 θα αποτελέσει έτος εθνικών εκλογών. Η Ελλάδα, μια χώρα που είναι προικισμένη με τεράστια ιστορία, οφείλει να διαθέτει μια ξεχωριστή σχέση με τον χρόνο. Ας θυμηθούν όλοι τον σοφό λόγο του Περικλή, που διασώθηκε από την γραφίδα του Θουκυδίδη, ότι «οι καιροί ου μενετοί», δηλαδή ότι οι ευκαιρίες δεν περιμένουν. Με αυτόν τον γνώμονα, ας γυρίσουν οι ψηφοφόροι την πλάτη τους σε όσους μιλούν εκτός τόπου και χρόνου, αλλά και σε όσους διαστρεβλώνουν την σημασία και την αντίληψη του χρόνου προς ίδιον όφελος.

Ας προτιμήσουν καλύτερα τον πολιτικά «ωραίο» (όχι στην όψη, φυσικά, αφού είδαμε σε τι μπελάδες και ρεζιλίκια οδηγεί η τάση να ψηφίζει κανείς με το μάτι και με γνώμονα το «λαϊφστάιλ»), με την ετυμολογική σημασία της λέξης, που προέρχεται από την λέξη «ώρα» και σημαίνει εκείνον που εμφανίζεται την κατάλληλη στιγμή. Δηλαδή, να προκριθούν οι άνθρωποι που πολιτεύονται με βάση των σημερινών αναγκών της πατρίδας και έχουν πλήρη γνώση των προκλήσεων, αλλά και των ευκαιριών που προσφέρει η συγκεκριμένη εποχή στην οποία ζουν.  

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.