
Η σκιά της επαίσχυντης Συμφωνία των Πρεσπών εξακολουθεί να πλανάται ως Ερινύα, δυο χρόνια μετά από την υπογραφή της και τα όσα αντιδημοκρατικά ακολούθησαν για την υπερψήφισή της, τα οποία αποτελούν όνειδος τόσο για την ελληνική πολιτεία, όσο και για την αντίστοιχη των Σκοπίων. Η εθνική μειοδοσία που διαπράχθηκε από την τότε κυβέρνηση και αναγνωρίστηκε, στη συνέχεια, από την σημερινή, ευθύνεται εν μέρει, τουλάχιστον, για την κλιμάκωση των προκλήσεων που δέχεται η Ελλάδα από τους γείτονές της.
Εκτός από τον γνωστό τουρκικό επεκτατισμό, η κραυγαλέα ηττοπάθεια που εξέπεμψε η αποδοχή του ιστορικού αναθεωρητισμού των Σκοπιανών άνοιξε την όρεξη σε εχθρούς και συμμάχους για την προβολή αξιώσεων και διεκδικήσεων που θα ήταν, σε άλλη περίπτωση, αστήρικτες. Ας θυμηθούμε ότι μαζί με την εκχώρηση του ιστορικού ονόματος της Μακεδονίας και τα παράγωγά που σχετίζονται με αυτό, το κράτος των Αθηνών παραχώρησε στα Σκόπια και πρόσβαση στην ελληνική ΑΟΖ.
Αν και υπάρχουν σχετικές προβλέψεις για περίκλειστα κράτη τα οποία περιλαμβάνονται στο Δίκαιο της Θάλασσας, το γεγονός ότι οι αρχιτέκτονες της συμφωνίας Τσίπρα-Ζάεφ θεώρησαν σκόπιμο να αναφερθούν ονομαστικά σε αυτό στο άρθρο 13 προκαλεί ερωτηματικά και ανησυχία. Άλλη μια σχετική απορία είναι αν τα Σκόπια θα διεκδικήσουν παρόμοια δικαιώματα από την Αλβανία και Βουλγαρία, με τις οποίες γειτνιάζουν, ή ενδιαφέρονται μόνο για το Αιγαίο Πέλαγος.
Τα θετικά και αρνητικά της οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ιταλία
Η πλήρης απέκδυση και παράδοση ως και αυτού του υπενδύτου εκ μέρους της ελλαδικής εξωτερικής πολιτικής φυσικά δεν πέρασε απαρατήρητη στον διεθνή χώρο, με γείτονες και μη να διαμορφώνουν την ατζέντα τους ανάλογα. Κάπως έτσι, υπό την πίεση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, δια του οποίου επιχειρείται η υφαρπαγή της ελληνικής ΑΟΖ, σπεύδει η ελληνική κυβέρνηση τελευταία και καταιδρωμένη να κατοχυρώσει τα δικαιώματά της, καθορίζοντας ΑΟΖ με τους γείτονές της.
Η αρχή έγινε με την Ιταλία, όπου υπεγράφη επισήμως σχετική συμφωνία μεταξύ των υπουργών εξωτερικών των δύο κρατών. Πλην όμως, μέρος της συμφωνίας περιλαμβάνει την εκχώρηση δικαιωμάτων σε Ιταλούς ψαράδες να αλιεύουν μεταξύ 6 και 12 ναυτικών μιλίων εντός της ελληνικής ΑΟΖ, ακόμη και όταν η Ελλάδα θα επεκτείνει, ως δικαιούται, τα χωρικά της ύδατα ή την αλιευτική της ζώνη στα 12 νμ.
Ομολογουμένως, το θετικό της συμφωνίας είναι ότι αναγνωρίζεται υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ για τα νησιά μας, κάτι στο οποίο αντιτάσσεται σθεναρά η Τουρκία. Εκτός αυτού, εγχώριοι πρέσβεις μεγάλων δυνάμεων, όπως αυτών των ΗΠΑ και της Ρωσίας, επιβεβαίωσαν ότι οι ελληνικές θέσεις είναι καθόλα σύννομες με το Δίκαιο της Θάλασσας, αποκρούοντας έτσι τις πάγιες τουρκικές θέσεις.
Αθήνα καλέι Κάιρο…
Τώρα, καλείται η Ελλάδα να προβεί σε παράλληλες συμφωνίες με τους υπόλοιπους γείτονές της. Το πρόσφατο ταξίδι του κ. Νίκου Δένδια στην Αίγυπτο φωτογραφίζει το Κάιρο ως τον επόμενο στόχο του ΥΠΕΞ στον αγώνα δρόμου για την υπεράσπιση του υποθαλασσίου πλούτου της Ελλάδος.
Πάντως, με δεδομένες τις εκχωρήσεις της Ελλάδος σε Σκόπια και Ιταλία, θα προξενούσε μεγάλη εντύπωση εάν το Κάιρο δεν ζητούσε παρόμοιες υποχωρήσεις. Άλλωστε, η παράνομη χάραξη της ΑΟΖ σύμφωνα με τους τουρκικούς ισχυρισμούς προσφέρει σαφώς μεγαλύτερο μερίδιο της Μεσογείου στην Αίγυπτο και μοιάζει συμφέρουσα. Ευτυχώς, η στενή συμμαχία του κ. Ερντογάν με το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων, το οποίο έχει κηρυχθεί παράνομο στην Αίγυπτο, και ο ενεργός ρόλος του στην αποσταθεροποίηση της Λιβύης, δρα αποτρεπτικά στην σύσφιξη των τουρκοαιγυπτιακών σχέσεων.
Γεγονός παραμένει πάντως ότι η οσφυοκαμψία της ελληνικής διπλωματίας έχει προσάψει στην Ελλάδα την φήμη του «εύκολου» συνομιλητή που πρέπει να θεωρείται «δεδομένος», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την διεξαγωγή συζητήσεων υψηλού επιπέδου και την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων.
Γιατί δεν έχει έχει οριοθετηθεί ακόμη ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου;
Ανεξήγητο παραμένει και το γεγονός ότι σχετική συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου για τον καθορισμό ΑΟΖ εξακολουθεί να μην υπάρχει, παρά το γεγονός ότι η μικρή Κύπρος κήρυξε με επιτυχία το δικό της ΑΟΖ το 2004. Επειδή τα συμφέροντα της Ελλάδος είναι περισσότερο ταυτόσημα με αυτά της Κύπρου παρά με οποιαδήποτε άλλη χώρα, η λογική προστάζει ότι η αρχή του καθορισμού του ελληνικού ΑΟΖ θα ξεκινούσε με την Κύπρο, για την δημιουργία θετικών τετελεσμένων. Προφανώς, οι διαδοχικές ελλαδικές κυβερνήσεις δίσταζαν, υπό τον φόβο ότι θα εκαλούντο να υπερασπιστούν τα όσα υπέγραψαν και εμπράκτως, αλλά εδώ που έφθασαν τα πράγματα, μήπως η έμπρακτη υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητος της πατρίδος είναι κάτι που μπορεί να αποφευχθεί ούτε ή άλλως;
Αντιθέτως, αποφεύγοντας τον καθορισμό ΑΟΖ με την Κύπρο, η Ελλάδα εξέπεμψε ευθυνοφοβία και υποχωρητικότητα, ανοίγοντας τις ορέξεις των γειτόνων της ακόμη περισσότερο και υποθάλποντας την ιταμότητά τους.
Η Συμφωνία των Πρεσπών επισκιάζει κάθε ελληνική πρωτουβουλία
Για να επιστρέψουμε στην Συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, μένει πλέον να δούμε μέχρι ποιόν βαθμό είναι διατεθειμένη η νέα κυβέρνηση να δεχθεί την καταπάτησή της από τα Σκόπια. Εκτός της πρόδηλης κενολογίας της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης και σημερινής κυβέρνησης για την βελτίωση της συμφωνίας, ειδικά όσον αφορά στην ανύπαρκτη μακεδονική γλώσσα, υπάρχει και το θέμα της καταγγελίας της συμφωνίας για την μη τήρησή της. Για παράδειγμα, έχει ολοκληρωθεί επιτέλους η αναθεώρηση του συντάγματος των Σκοπίων, με την απαλλαγή κάθε επίμαχης αναφοράς σε σκέτη «Μακεδονία» ή απλώς έχει περαστεί στα ψιλά κάποια τροπολογία για το νέο συνταγματικό όνομα της χώρας, όπως καταγγέλλει ο δημοσιογράφος κ. Μανώλης Κοττάκης;
Ήδη η Βουλγαρία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συναινέσει στην ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ εάν εξακολουθεί να σφετερίζεται την βουλγαρική διάλεκτο ως «μακεδονική». Εν τω μεταξύ, όταν επιτέλους πραγματοποιηθούν οι αναβληθείσες από τον Απρίλιο πρόωρες εκλογές στα Σκόπια, τι εγγυήσεις υπάρχουν ότι η «σκληροπυρηνική» αντιπολίτευση θα τηρήσει τα συμφωνηθέντα σε περίπτωση που επικρατήσει; Εάν υιοθετήσει το κόμμα των κομιτατζήδων, ως αναμένεται, σκληρή γραμμή εναντίον μιας συμφωνίας που πολέμησε με πάθος, τι προτίθεται να πράξει η «μακρόθυμος» ελληνική διπλωματία;
Με την οσφυοκαμψία κανείς δεν κέρδισε τίποτε
Ο εξευμενισμός του ΝΑΤΟ δια της προσθήκης των Σκοπίων στην «συμμαχία» δεν έχει αποδώσει κανένα κέρδος μέχρι στιγμής. Αντιθέτως, όσοι φώναζαν για την ανάγκη να κλείσει το χρονίζων διπλωματικό μέτωπο άρον-άρον για να κερδίσει η Ελλάδα την εύνοια της διεθνούς κοινότητος κατάφεραν μόνο να μείνουν… κερατάδες και δαρμένοι! Η αδιαφορία του ΝΑΤΟ στην τουρκική πειρατεία που εξελίσσεται ανά την Μεσόγειο και τον ρόλο που διαδραματίζει στην ένοπλη σύρραξη στην Λιβύη εγγίζει τα όρια της συνενοχής. Αλήθεια, ποια βοήθεια μπορεί να περιμένει οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση από αυτή την βρόμικη και αναξιόπιστη κομπανία;
Τώρα, με την άλλη κομπανία, την ΕΕ, κι αυτή έχει κάνει ουκ ολίγα στην Ελλάδα. Μέχρι να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη, ας χρησιμοποιήσει τουλάχιστον η πατρίδα το δικαίωμα του βέτο προς την Αλβανία και τα Σκόπια για να κλείσει τα ανοικτά μέτωπα που έχει μαζί τους. Αν μη τι άλλο, η διαβεβαίωση ότι σεβόμαστε την αξιοπρέπειά μας μπορεί να καταστεί διπλωματικό κεφάλαιο. Η οσφυοκαμψία ποτέ.