
Τα τελευταία χρόνια, με απασχόλησε συχνά η μεγάλη συνεισφορά του μακεδονικού και θρακικού κόσμου στον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς που ηγεμόνευσε στην Ελλάδα την κλασσική και ελληνιστική περίοδο. Κατά τον ύστερο 5ο και τον 4ο π.Χ. αιώνα, η πιο σύγχρονγη κουλτούρα αυξανόμενα κυριαρχείται από την απομάγευση και τον σκεπτικισμό.
Οι σοφιστές διδάσκουν πως δεν δύνανται να γνωρίζουν αν ο Θεός υπάρχει ή όχι. Ο Θουκυδίδης γράφει πως η ιστορία δεν καθορίζεται από θεϊκές αποφάσεις, αλλά από το δίκαιο του ισχυρότερου. Ο πιο αδύναμος θα υποταχθεί, άσχετα με το πόσο προσεύχεται στους Θεούς για να τον σώσουν.
Οι προφήτες συχνά θεωρούνται τσαρλατάνοι. Στις Βάκχες του Ευριπίδη, όταν ο Τειρεσίας ανακοινώνει πως ένας νέος Θεός είναι να καταφτάσει στις Θήβες, ο Πενθέας – βασιλεύς των Θηβών – αποκρίνεται πως αυτό είναι ένα τέχνασμα για να κλέβουν τα χρήματα των αδαών.

Αντιθέτως, η επιστημονική και συστηματική μελέτη των ποικίλων κλάδων της μάθησης, επί ορθολογικών κριτηρίων, προάγεται με τον Αριστοτέλη. Αυτή η εποχή της ελληνικής σκέψης υπήρξε κρίσιμη και εξαιρετικά βαθιά. Παρόλα αυτά, στον κόσμο των φιλοσόφων, των ρητόρων και των διανοουμένων, η ένδοξη ποίηση έσβηνε.
Η διακινδύνευση κάθε κουλτούρας που καθίσταται υπερβολικά ορθολογική είναι στην αποξήρανσή της, μιας και η ποιητική διάσταση τρέφεται από τα όνειρα και τις ελπίδες, παρά από την πραγματικότητα. Στα ελληνικά βορειο-ανατολικά βλέπουμε να εισφέρεται στην ελληνική κουλτούρα ένα πνευματικό υπόστρωμα μεγάλου βάθους, που μπορεί να προσωποποιηθεί από τις μορφές του Ορφέα και του Διονύσου. Αφ ενός, έχουμε την μανία στην πλατωνική εκδοχή της λέξεως και τον ποιητικό ενθουσιασμό. Αφ ετέρου, έχουμε την παράβαση που οδηγεί στην υπέρβαση της αίσθησης των ορίων, η οποία μακροπρόθεσμα καταντά εξαντλητική – αλλά και καθορίζει την αίσθηση του μεγαλείου και της δόξας, ακόμα και στον κόσμο των μνημείων.
Originally posted 2018-01-11 11:15:19.