
Η ακραία ρητορική και ο τραμπουκισμός του Τούρκου προέδρου κ. Ερντογάν κατά της Ελλάδος έχουν ξεσηκώσει το πανελλήνιο και τον έχουν καταστήσει ιδιαιτέρως αντιπαθητικό στα μάτια της κοινής γνώμης. Παραδόξως πως, η θρασύτητα αυτή του «σουλτάνου» ίσως να είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόταν η Ελλάς για να ανανήψει από τον λήθαργό της και να αρχίσει πλέον να σχεδιάζει σοβαρά για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η διαρκώς αυξανόμενη τουρκική απειλή.
Στρατιωτικά, μετά από τουλάχιστον μία δεκαετία απραξίας και ολιγωρίας σχετικά με την θωράκιση της εθνικής άμυνας, άρχισε επιτέλους η ποιοτική αναβάθμιση των ενόπλων δυνάμεων. Η αναβάθμιση αυτή πραγματοποιείται με τον εκσυγχρονισμό μεγάλου μέρους των υπαρχόντων ελληνικών πολεμικών αεροσκαφών τύπου F-16 σε μπλοκ 70/72 «Viper», την αγορά 18 Ραφάλ και την δρομολόγηση της συμμετοχής της Ελλάδος στο πρόγραμμα του πολεμικού αεροσκάφους 5ης γενιάς F-35. Αγοράστηκαν, επίσης, νέες υπερσύγχρονες φρεγάτες τύπου Belh@rra (3 + 1), που θα αποτελέσουν ένα ισχυρό όπλο για το ελληνικό πολεμικό ναυτικό, και σύντομα θα κλειδώσει η αγορά αντίστοιχων νέων κορβετών, προς ανανέωση του γερασμένου, πλην αξιόμαχου στόλου. Αναμένεται, μεταξύ άλλων, και η αγορά νέων ΤΟΜΑ για την ενίσχυση των τεθωρακισμένων μονάδων του στρατού.

Η Ελλάς αναζητεί την στρατιωτική και διπλωματική αναβάθμιση
Η επένδυση στην συντήρηση των ενόπλων δυνάμεων μιας χώρας όπως της Ελλάδος, η οποία δέχεται άμεσες απειλές από εξόφθαλμα επεκτατικούς και αναθεωρητικούς γείτονες σαν την Τουρκία, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητο ώστε να μην ανατραπεί εις βάρος της το ισοζύγιο ισχύος στην περιοχή και καταστεί ευάλωτη σε ενδεχόμενη επίθεση. Χάρη, όμως, στον εκσυγχρονισμό και την ποιοτική αναβάθμιση των ενόπλων δυνάμεων, μαζί με κάποια λάθη της Άγκυρας λόγω του γνωστού μαξιμαλισμού της, ίσως τελικά συμβεί το αντίθετο και προϊόντος του χρόνου, βρεθεί η Ελλάδα να έχει το στρατιωτικό πλεονέκτημα στην περιοχή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Διπλωματικά, επίσης, οι απαντήσεις της Ελλάδος στην τουρκική προκλητικότητα αρχίζουν και γίνονται πιο δυναμικές, αφού η πολυδοκιμασμένη τακτική του κατευνασμού και του στρουθοκαμηλισμού αποδείχθηκε εντελώς αναποτελεσματική. Κατά την διάρκεια της στροφής της λεγόμενης «εξημέρωσης» του θηρίου, η οποία εγκαινιάστηκε ουσιαστικά κατά την περίοδο των κυβερνήσεων Σημίτη και διατηρείται, λίγο-πολύ, την τελευταία 25ετία, η Τουρκία όχι μόνο δεν μετρίασε τις αξιώσεις της εις βάρος της Ελλάδος, αλλά αποθρασύνθηκε όλο και περισσότερο. Παράλληλα, μπόρεσε να κάνει άλματα τόσο στρατιωτικά, όσο και οικονομικά, με αποτέλεσμα να χάνει η Ελλάδα συνεχώς έδαφος απέναντί της.
Η δε «πέμπτη φάλαγγα» που δρα στο εσωτερικό, μέσα από δεξαμενές σκέψεις(sic) τύπου ΕΛΙΑΜΕΠ και φερέφωνα στον τύπο και αλλού στον δημόσιο χώρο, επιδιδόταν τόσα χρόνια σε ένα λυσσαλέο αγώνα αποδόμησης του ηθικού των Ελλήνων και δημιουργίας ενός κλίματος τρομοκρατίας, ο οποίος προκρίνει την αποδοχή του τουρκικού επεκτατισμού, την δορυφοροποίηση της Ελλάδος και την επιλογή της στρατηγικής του κατευνασμού ασχέτως του μεσομακρυπρόθεσμου κόστους και των απωλειών που θα προκαλέσει.
Η Τουρκία αθεράπευτα ασύμβατη με τις ευρωπαϊκές αξίες
Επιτέλους, χάρη στην αδιαλλαξία της Τουρκίας και της κυνικής ομολογίας των πολιτικών της ότι δεν επιθυμεί την συνύπαρξη και καλή γειτονία με την Ελλάδα, αλλά την υποτέλειά της στο πλαίσιο των ηγεμονικών βλέψεών της, μοιάζουν οι απόψεις αυτές να αποκαλύπτονται στα μάτια της κοινής γνώμης ως ουτοπιστικές και ανεδαφικές στην καλύτερη περίπτωση, ενώ στην χειρότερη ως επικίνδυνες και εκ του πονηρού. Άλλωστε, δεν γίνεται να συμφωνήσει η Ελλάς να συρθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων σε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, χωρίς καμία αξίωση απέναντι στις διαρκώς αυξανόμενες τουρκικές και να περιμένει ότι δεν θα της ζητηθούν παραχωρήσεις
Η ηθικά επιλήψιμη πολιτική των ίσων αποστάσεων που ακολουθούν οι ΗΠΑ και Ευρώπη ουσιαστικά βαίνει προς όφελος της Τουρκίας και δικαιώνει την στρατηγική της. Προδήλως, η Ελλάς δεν έχει να κερδίσει κάτι από το να «κάθεται φρόνιμα», ενώ η Τουρκία δεν χάνει κάτι ενώ παίζει τον ρόλο του μόνιμου ταραξία. Συνεπώς, η εθνική στρατηγική και ο τρόπος που διατυπώνεται διεθνώς οφείλει να αλλάξει άρδην.
Η Ελλάς να ετοιμαστεί για κόντρες σε ΕΕ και ΝΑΤΟ
Τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο ΝΑΤΟ, η Ελλάς πρέπει να καταστήσει τις κόκκινες γραμμές σαφείς και να τις διαφυλάξει όσο και αν πιεστεί, όπως άλλωστε πράττουν με αρκετή επιτυχία τόσα άλλα κράτη-μέλη. Σε διακρατικό επίπεδο, πρέπει να συνάψει ισχυρές συμμαχίες με δυνατούς παίχτες στην περιφέρεια, με τους οποίους έχει κοινά συμφέροντα που απειλούνται από την Άγκυρα. Εξάλλου, στο διεθνές στερέωμα, το συμφέρον είναι αυτό που μετράει και υπαγορεύει τις επιμέρους στάσεις και πολιτικές των κρατών. Το ίδιο και η διακηρυγμένη αποφασιστικότητα να υπερασπιστεί κανείς το δίκιό του, ό,τι και αν χρειαστεί.
Μέσα στους ερχόμενους μήνες, η Αθήνα ίσως χρειαστεί να αντιμετωπίσει όχι μόνο τον υβριδικό πόλεμο που εξαπολύει η Άγκυρα, αλλά και τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί σε διεθνείς οργανώσεις για να επωφελείται από τα εκβιαστικά διλήμματα που θέτιε. Αυτό ενδεχομένως σημαίνει μια κατά μέτωπον επίθεση εναντίον του ανεκδιήγητου φιλότουρκου γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Στόλτενμπεργκ, ο οποίος υπερασπίζεται την Άγκυρα σκανδαλωδώς πλέον. Το ίδιο θα πρέπει να πράξει και στους κόλπους της ΕΕ, όπου ενδεχομένως να χρειαστεί επιτέλους να ασκήσει βέτο σε Σύνοδο Κορυφής και να εμποδίσει την λήψη κάποιων αποφάσεων, όσο οι Βρυξέλλες εξακολουθούν να αδικούν δύο κράτη-μέλη της ένωσης για χατίρι της Τουρκίας.
Οι διορθωρτικές κινήσεις να περιλάβουν και την εσωτερική πολιτική
Όσο σημαντική θα είναι η στάση της στο εξωτερικό, ώστε να δοθεί ένα εναργέστατο μήνυμα στην διεθνή κοινότητα για τους κινδύνους που εγκυμονεί ο τουρκικός ηγεμονισμός, ακόμη πιο σημαντική θα είναι η διαχείριση της κατάσταση στο εσωτερικό. Όχι μόνο δεν πρέπει η Ελλάς να επιτρέψει τις απαιτήσεις της Άγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου να πηγαίνουν αναπάντητες, αλλά θα πρέπει πλέον να διακηρύξει ότι όσο η Άγκυρα αρνηθεί να σεβαστεί τον νόμο της θάλασσας και να συζητήσει τις διαφορές της περί ΑΟΖ και χωρικών/εναερίων υδάτων βάσει αυτού, θα υποχρεούται η ίδια να εξοπλίζει τα νησιά της για να τα προστατεύει. Η τεχνολογική πρόοδος που έχει σημειωθεί στον τομέα του πυροβολικού καθιστά το κάθε ελληνικό νησί δυνάμει αβύθιστο αεροπλανοφόρο με την δυνατότητα να καταφέρει καταστροφικά πλήγματα βαθιά εντός της τουρκικής ενδοχώρας.
Παράλληλα, θα πρέπει να τεθούν επιτέλους υπό έλεγχο οι ΜΚΟ που αλωνίζουν ως κράτος εν κράτει σε ολόκληρη την χώρα και συνεργάζονται με Τούρκους δουλέμπορους, στο πλαίσιο του υβριδικού πολέμου που διεξάγεται εδώ και περίπου 10 χρόνια. Ανεπίτρεπτα λάθη όπως η περσινή ξεφτίλα, όπου είχε προταθεί να βραβευθεί από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατ’ επάγγελμα συκοφάντης του ελληνικού λιμενικού και αυτοαποκαλούμενος διασώστης, ο οποίος παραλίγο να βραβευόταν εάν δεν υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις, όπως αυτή του βουλευτή Κ. Μπογδάνου, φανερώνουν τραγική έλλειψη σχεδιασμού και στρατηγικής εκ μέρους του κρατικού μηχανισμού.
Πλέον, έχει γίνει σαφές ότι οι απειλές που πραγματοποιούνται από την Τουρκία του κ. Ερντογάν δεν πρόκειται να εκλείψουν σε περίπτωση ήττας του «σουλτάνου» στις προεδρικές εκλογές του 2023 και ανάληψη της εξουσίας από έτερο πρόσωπο. Εν αντιθέσει με τα ελλαδικά κόμματα, σχεδόν όλα τα τουρκικά κόμματα βρίσκονται στην ίδια γραμμή πλεύσης και τηρούν την ίδια στάση ως προς τα ελληνοτουρκικά. Ίσα-ίσα, το ένα κατηγορεί το άλλο για εθνικές εκπτώσεις και κατά πάσα πιθανότητα, μια ενδεχόμενη ήττα του κ. Ερντογάν θα αυξήσει τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου και άλλο, αφού η Δύση θα σπεύσει να αξιοποιήσει την αλλαγή σκυτάλης για να επαναφέρει την Άγκυρα στο γεωπολιτικό της «μανδρί», που σημαίνει ότι ενδέχεται να ψάχνει «Ιφιγένειες» να θυσιάσει.
Το παραλήρημα Ερντογάν οδηγεί την Ελλάδα στην ανάνηψη
Υπό αυτή την έννοια, η εξώθηση της κατάστασης στα άκρα από τον κ. Ερντογάν ίσως και να δρα ευεργετικά για την Ελλάδα, που σιγόβραζε τόσα χρόνια στο καζάνι του απάτριδου διεθνισμού, αλλά επιτέλους υποχρεούται να αναπηδήσει τώρα που η φωτιά αυξάνεται απότομα. Με την κατάσταση να μοιάζει να παίρνει την αντίστροφη μέτρηση και την Ελλάδα να ενισχύει την αποτρεπτική δύναμή της, η λογική λέει ότι εάν η Τουρκία θα επιλέξει να επιτεθεί, αυτό θα γίνει πριν προλάβει να πολλαπλασιάσει η Αθήνα την ισχύ της με τις διορθωτικές κινήσεις που κάνει τώρα.
Άρα, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν διαθέτει η Ελλάς τις στρατιωτικές δυνατότητες να ανατρέψει τα σχέδια της Άγκυρας και αν υπάρχει η πολιτική βούληση και τόλμη να διαταχθούν οι απαραίτητες ενέργειες την κρίσιμη στιγμή. Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση μοιάζει να είναι θετική. Για την δεύτερη, υπό τις παρούσες συνθήκες, κανείς δεν μπορεί να ξέρει…
Μέχρι στιγμής, όλοι οι γείτονες της Αθήνας εγείρουν διεκδικήσεις εις βάρος της (π.χ., οι Τσάμηδες του κ. Ράμα, Σκοπιανές ονειρώξεις για την Θεσσαλονίκη, κτλ.) και η πολιτεία τηρεί σιγή ιχθύος, λες και δεν υπάρχουν ζητήματα που μπορεί και οφείλει να θέσει, π.χ. το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, η ελληνική μειονότητα στα Σκόπια, το καθεστώς αυτοδιοίκησης στην Ίμβρο και την Τένεδο, η καταπάτηση των δικαιωμάτων και η αρπαγή των περιουσιών των Ρωμιών της Τουρκίας.
Για να υπάρξει βεβαιότητα ως προς τις προθέσεις τις πολιτείας, την απάντηση θα πρέπει ο λαός να την δώσει, όταν και όπου πρέπει. Αλλά απαιτείται κι εδώ μια αλλαγή αντίληψης. Για παράδειγμα, αντί να διαμαρτύρονται Έλληνες πολίτες για τις αποφάσεις του αμερικανικού ανωτάτου δικαστηρίου, δεν θα ήταν πιο λογικό να ασχοληθούν με το φλέγον ζήτημα του δημογραφικού, που αποτελεί μείζον πρόβλημα για την Ελλάδα; Όποια θέση και να έχει κάποιος για το θέμα των εκτρώσεων και τα δικαιώματα της γυναίκας, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί, με τον ίδιο ζήλο, και το δικαίωμα να μπορεί να φτιάξει ένα ζευγάρι μια οικογένεια, χωρίς να τιμωρείται από την φορομπηχτική πολιτική του κράτους αν αποφασίσει να κάνει ένα δεύτερο, τρίτο ή και τέταρτο παιδί.