Εξελίξεις που συνέβησαν στο Φανάρι τις περασμένες εβδομάδες ενδέχεται να αναδειχθούν καταλύτες, τόσο στην διεθνή διπλωματία όσο και στα Ομογενειακά δρώμενα. Για άλλη μια φορά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το τόσο ευάλωτο και συνάμα πρωτόθρονο, το αιχμάλωτο και μαρτυρικό, αλλά παράλληλα πρωτεύθυνο και σταυροαναστάσιμο, κινεί τα νήματα και διαμορφώνει καταστάσεις. Το κατά πόσο η φημισμένη «φαναριώτικη διπλωματία» θα φανεί επιτυχής στην παρούσα φάση μένει να αποδειχθεί, όμως το βέβαιο είναι ότι αξίζει να παρακολουθήσουμε τα τεκταινόμενα.

Αρχικά, ας εγκύψουμε στις πρωτοβουλίες που ανέλαβε το σεπτό κέντρο της Ορθοδοξίας προ ολίγων εβδομάδων για την επανένταξη της μέχρι πρότινος σχισματικής Εκκλησίας του κράτους των Σκοπίων στην κανονικότητα, και μάλιστα, χωρίς την χρήση του ονόματος Μακεδονία ή παραγώγων αυτού. Τον περασμένο μήνα, στις 9 Μαΐου, ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος και η περί αυτού Αγία και Ιερά Σύνοδος, ανταποκρινόμενοι στο αίτημα της τοπικής Εκκλησίας των Σκοπίων για αναγνώριση δυνάμει του ιστορικού και αποκλειστικού προνομίου της πρωτόθρονης Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας να εκδικάζει τέτοιου είδους υποθέσειςς (το λεγόμενο «έκκλητον»), προέβησαν στην αναγνώριση της Εκκλησίας των Σκοπίων και του προκαθημένου της, επουλώνοντας έτσι ένα σχίσμα που διήρκεσε δεκαετίες, συγκεκριμένα από το 1967. Το σημαντικότερο, κατέστησε σαφές ότι αναγνωρίζει την εκκλησία αυτή με τον ιστορικό της τίτλο «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος», αποκλείοντας κάθε άτοπη αναφορά στην λέξη Μακεδονία ή παραγώγων αυτής.

Οι σχισματικοί Σκοπιανοί και ο Στρατηγός Τίτο

Να υπενθυμίσουμε ότι ο βασικός λόγος που οδήγησε την τοπική Εκκλησία των Σκοπίων να γίνει σχισματική υπήρξε η εθνικιστική και ανιστόρητη επιμονή της να καπηλευθεί το όνομα «Μακεδονία» και να ανεξαρτητοποιηθεί από την Εκκλησία της Σερβίας, όπου ανήκε. Η απόσχιση της Σκοπιανής Εκκλησίας έγινε στο πλαίσιο της πολιτικής του τότε ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, η οποία όχι μόνο εργαλειοποίησε παλιές εδαφικές βλέψεις των κομιτατζήδων εις βάρος της Ελλάδος, η οποίες υιοθετήθηκαν από τους κομμουνιστές, αλλά και μια εσωτερική προσπάθεια να μειωθεί η επιρροή της Σερβίας, ώστε να μην δεσπόζει επί των άλλων ομοσπονδιακών κρατών της Γιουγκοσλαβίας. Άλλωστε, δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας ότι ο ίδιος ο Στρατηγός Τίτο υπήρξε Κροάτης και Σλοβένος στην καταγωγή.

Παρ’ όλα αυτά, η αντίδραση της σημερινής ηγεσίας του Πατριαρχείου Σερβίας μετά την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας με την τοπική Εκκλησία των Σκοπίων υπήρξε ιστορικά αδικαιολόγητη και κατώτερη των περιστάσεων. Κατά την αρχική αποκατάσταση κανονικότητας στους Σκοπιανούς, το Φανάρι φρόντισε να παραπέμψει την διευθέτηση του καθεστώτος της Εκκλησίας αυτής στο Πατριαρχείο Σερβίας. Το Πατριαρχείο Σερβίας, το οποίο μάλλον αιφνιδιάστηκε από την ξαφνική απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου (αν και η προσφυγή εκ μέρους της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος υποβλήθηκε στο Φανάρι προ μερικών ετών), αποφάσισε να αποκαταστήσει και εκείνο τις σχέσεις του με τους Σκοπιανούς, και προφανώς, επειδή δεν έτρεφε πλέον σχέδια να επαναφέρει την πάλαι ποτέ εκκλησιαστική επαρχία του υπό την δικαιοδοσία του, συμφώνησε να της χορηγηθεί καθεστώς αυτοκεφαλίας.

Μέχρι εδώ όλα καλά. Όμως, οι συναντήσεις και τα συλλείτουργα που έγιναν μεταξύ των προκαθημένων των δύο εκκλησιών περί τα τέλη Μαΐου προς αποκατάσταση της μεταξύ τους κοινωνίας, χαρακτηρίστηκαν από δύο ύπουλες κινήσεις του προφανώς άγαν ρωσόφιλου Σέρβου Πατριάρχη κ. Πορφυρίου. Πρώτον, το Πατριαρχείο της Σερβίας επέδωσε, ως μη ώφελε, «τόμο αυτοκεφαλίας» στην Αρχιεπισκοπή Αρχίδος. Ως γνωστόν, το προνόμιο της έκδοσης τέτοιων τόμων ανήκει αποκλειστικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, από το οποίο, άλλωστε, το έλαβαν πλείστες όσες σημερινές αυτοκέφαλες εκκλησίες, όπως αυτές της Ρωσίας, της Σερβίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας, της Γεωργίας, της Ελλάδας, της Πολωνίας, της Αλβανίας, της Τσεχίας και της Σλοβακίας και της Ουκρανίας.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το προνόμιο της «εκκλήτου προσφυγής»

Με την κίνηση αυτή, το Πατριαρχείο Σερβίας αντιποιείται της αρχής και εξουσίας του Οικουμενικού Θρόνου. Στο παρελθόν, το Πατριαρχείο Μόσχας προέβη σε παρόμοια κίνηση, το οποίο κήρυξε αυτοκέφαλη την εκκλησιαστική επαρχία που διατηρούσε κάποτε στις ΗΠΑ, δημιουργώντας έτσι ένα παράξενο μόρφωμα (την κανονική μεν, μη αναγνωρισμένη δε Ορθόδοξη Εκκλησία εν Αμερική) που διατάραξε την Ορθοδοξία στην Αμερική στο παρελθόν και ίσως το ξανακάνει στο μέλλον.

Το δεύτερο ατόπημα του Πατριάρχη Σερβίας ήταν η αναφορά στην σκοπιανή εκκλησία με την ονομασία «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία – Αρχιεπισκοπή Αχρίδος». Πρόκειται για μια ξεκάθαρα ύπουλη κίνηση εις βάρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Ελληνισμού εν γένει, αφού με την συγκεκριμένη κίνησή του, είναι σαν να βάλλει κατά της απόφασης του Φαναρίου και να κλείνει το μάτι τους εθνικιστικούς κύκλους στα Σκόπια να μην την αναγνωρίσουν, επιμένοντας στην καταχρηστική χρήση του ονόματος «Μακεδονία». Με την στάση του αυτή, ο κ. Πορφύριος αποδεικνύεται όχι μόνο χειραγωγούμενος της Μόσχας, αλλά και επιλήσμων της νεώτερης ιστορίας του Πατριαρχείου του, αφού η απόσχιση της σημερινής Αρχιεπισκοπής Αρχρίδος προήλθε ακριβώς εξαιτίας του εθνικισμού των Σκοπιανών και της πολιτικής διαίρει και βασίλευε του Τίτο.

Φυσικά, ο «τόμος αυτοκεφαλίας» που εξέδωσε το Πατριαρχείο Σερβίας δεν έχει καμία υπόσταση και είναι σαν να μην έγινε. Εάν η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος επιθυμεί να λάβει επισήμως καθεστώς αυτοκέφαλης Εκκλησίας, οφείλει να την ζητήσει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο υπήρξε πολύ ξεκάθαρο ως προς την ονομασία της, καθώς και τα όρια της δικαιοδοσίας της, περιορίζοντάς την μόνο εντός του κρατιδίου των Σκοπίων. Αυτό σημαίνει ότι δεν δύνανται να επεκτείνει την δράση της στις σκοπιανές κοινότητες του εξωτερικού, παραδοσιακές εστίες σκοπιανού αλυτρωτισμού.

Το φάντασμα των Πρεσπών στοιχειώνει και τις διορθόδοξες σχέσεις

Δεδομένης της γενικότερης αφερέγγυας στάσης των Σκοπίων, με την συνεχή καταπάτηση ακόμη και αυτής τούτης της λεόντειας Συμφωνίας των Πρεσπών, είναι αμφίβολο εάν θα σεβαστούν τις όποιες προϋποθέσεις που του θέτει το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δημιουργώντας νέες εντάσεις και προβλήματα στους κόλπους της Ορθοδοξίας. Το βέβαιο είναι ότι το Πατριαρχείο της Μόσχας θα κοιτάξει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Το ερώτημα παραμένει αν οι ΗΠΑ, στο πλαίσιο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού του με την Ρωσία αυτή την στιγμή, θα κοιτάξουν να επιβάλουν τους όρους του Φαναρίου και αν το κακομαθημένο παιδί των Βαλκανίων με την πλαστή ταυτότητα θα συμμορφωθεί, ακόμη και αν πιεστεί άνωθεν.

Για την ώρα πάντως, η Φαναριώτικη διπλωματία χαρίζει μια νίκη στον Ελληνισμό, αποδεικνύοντας ότι το ακανθώδες θέμα της ονομασίας των Σκοπίων προσφέρει διάφορες εναλλακτικές που δεν περικλείουν το όνομα Μακεδονία. Έπειτα, η ιστορία μάς λέει ότι η ιστορική υπόσταση και ύπαρξη τοπικών Εκκλησιών ενίοτε ξεπερνά σε διάρκεια ζωής την αντίστοιχη εθνών-κρατών. Ποιος ξέρει, ίσως υπάρχουν και μερικοί προνοητικοί επίσκοποι στην ιεραρχία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, οι οποίοι διαβλέπουν τον μεσοπρόθεσμο κίνδυνο διάλυσης του τεχνητού κρατιδίου των Σκοπίων και θα επιλέξουν έτσι να πορευτούν με βάση την ιστορική αλήθεια ώστε να ζήσουν, αντί να απολεσθούν μαζί με τα μυθεύματα και σαθρά θεμέλια της πολιτικής οντότητας των Σκοπίων.

Αξιοπρόσεκτες εξελίξεις και στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής

Άλλη μια σημαντική απόφαση που έλαβε το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσα στον Ιούνιο ήταν η εντολή που έδωσε στον Σεβ. Αρχιεπίσκοπο Αμερικής κ. Ελπιδοφόρο να ζητήσει, μαζί τους Μητροπολίτες της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, την ακύρωση της αναστολής του Καταστατικού Χάρτη της Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Σημειώνεται εδώ ότι ο ίδιος είχε ζητήσει την αναστολή του το φθινόπωρο του 2020, προφανώς ως μία κίνηση πυγμής. Εικαζόταν ότι η κατάργηση του καταστατικού εντασσόταν στις φημολογούμενες βλέψεις του Αρχιεπισκόπου να λάβει υπερεξουσίες στην εκκλησιαστική επαρχία της Αμερικής, καταργώντας τις Μητροπόλεις και τους Μητροπολίτες που τις ποιμαίνουν, και κατά συνέπεια, πατάσσοντας οποιαδήποτε εσωτερική αντιπολίτευση θα μπορούσε να υπάρξει στους κόλπους της Αρχιεπισκοπής.

Η ξαφνική απόφαση του Φαναρίου ερμηνεύεται από πολλούς ως «άδειασμα» του Αρχιεπισκόπου και συμβολική έστω ενδυνάμωση των μητροπολιτών των ΗΠΑ, ως προσπάθεια διατήρησης των εκεί ισορροπιών. Η κίνηση αυτή θεωρείται ότι λειτουργεί και ως τροχοπέδη σε κάποιες φιλοδοξίες του κ. Ελπιδοφόρου που ενδεχομένως κρίθηκαν υπέρμετρες και ίσως οδηγούσαν την Ομογένεια και το ίδιο το Φανάρι σε περιπέτειες.

Όπως και με την περίπτωση των Σκοπίων, ο χρόνος θα δείξει κατά πόσον η φαναριώτικη διπλωματία θα πετύχει τους αντικειμενικούς σκοπούς της και θα σταθεί αντάξια της εγνωσμένης φήμης της.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.