Την ώρα που η κυβέρνηση και οι σύγχρονοι αποικιοκράτες της ΕΕ δίνουν νέα έννοια στο τουριστικό σλόγκαν «ζήσε τον μύθο σου στην Ελλάδα» παραμυθιάζοντας τον κόσμο περί της δήθεν εξόδου της χώρας από το μνημονιακό καθεστώς, σημειώνονται διεργασίες που ενδεχομένως αλλάξουν τον γεωστρατηγικό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων – ίσως και την κακοδαιμονία της Ελλάδας. Η κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, το μέλλον του Κοσσυφοπεδίου και της Συρίας, και οι ανακατατάξεις στα Βαλκάνια με φόντο των ονείρων κάποιων για δημιουργία της «Μεγάλης Αλβανίας» θα επηρεάσουν, εν πολλοίς, την μοίρα της Ελλάδας μετά την ψευτοέξοδο από τα μνημόνια.

Τα χάσμα μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας δείχνει – τουλάχιστον για το εγγύς μέλλον – ολοένα και πιο αγεφύρωτο. Ήδη η Τουρκία δέχεται ισχυρά οικονομικά πλήγματα από τις ΗΠΑ που απειλούν όχι μόνο να ανακόψουν την ραγδαία ανάπτυξη που σημείωσε η χώρα από τότε που ανήλθε στην εξουσία ο κ. Ταγίπ Ερντογάν, αλλά να την θέσουν υπό την επιτροπεία του ΔΝΤ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το βιωτικό επίπεδο του μέσου Τούρκου πολίτη και την λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών.

Ο Ερντογάν μαινόμενος και η δημιουργία του Κουρδιστάν

Ο οξύθυμος χαρακτήρας του Τούρκου προέδρου και η μεγαλομανία του δείχνουν να μην τον επιτρέπουν να παραδειγματιστεί από τα παθήματα άλλων χωρών και μάλιστα γειτονικών, όπως η Ελλάδα. Η Τουρκία μπορεί να αποτελούσε χώρα πρώτης γραμμής για την Δύση μετά τον Β ΠΠ’ και ως εκ τούτου να ευνοείτο σκανδαλωδώς, όμως οι εξελίξεις δείχνουν ότι στην διεθνή σκακιέρα όλα έχουν ένα όριο και ο κ. Ερντογάν το έχει υπερβεί προ πολλού. Η υπόθεση της μη αποφυλάκισης του Αμερικανού πάστορα ή της παράβασης των κυρώσεων έναντι της Τεχεράνης είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου. Το κύριο και αγεφύρωτο χάσμα στις σχέσεις Ουάσιγκτον και Άγκυρας είναι η διαφαινόμενη απόφαση της πρώτης να στηρίξει την ίδρυση και δευτέρου κουρδικού κρατιδίου (ήδη υπάρχει ένα στο Ιράκ). Το γεγονός αυτό θα ενισχύσει τις αυτονομιστικές τάσεις και την αποσταθεροποίηση του ανατολικού τμήματος της Τουρκίας, όπου ζουν άνω των 20 εκατομμυρίων Κούρδοι, οι οποίοι ονειρεύονται να αναπνεύσουν τον αέρα της ελευθερίας, όντας καταπιεσμένοι επί δεκαετίες από το τουρκικό κράτος. Κοντολογίς, καθιστά την δημιουργία του μεγάλου Κουρδιστάν όλο και πιο πραγματοποιήσημη.

Η στρατηγική συνεργασία που εγκαινίασε ο κ. Ερντογάν με την Ρωσία και το Ιράν, καθώς και οι προσπάθειές του να απωθήσει τα οικονομικά πυρά των ΗΠΑ καταφεύγοντας στο εναλλακτικό οικονομικό στρατόπεδο των BRICS δείχνει επιτέλους να υποχρεώνει τους σχεδιαστές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να αναθεωρήσουν κάποια πράγματα που θεωρούσαν δεδομένα για δεκαετίες. Η μεγαλομανία των Τούρκων να πιστέψουν ότι τα όποια κατορθώματά τους στον 20ο αιώνα οφείλονται στον τουρκικό «εξαιρετισμό» δεν τους επιτρέπει να κατανοήσουν τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η Δύση στις όποιες επιτυχίες τους. Εάν, λοιπόν, η χώρα αυτή αλλάξει στρατόπεδο οριστικά ή αποβληθεί ως ολοκληρωτικά αναξιόπιστη από τις ΗΠΑ, το γεωστρατηγικό συμφέρον της Δύσης λογικά επιβάλλει να αναβαθμιστεί η Ελλάδα σε χώρα πρώτης γραμμής. Ενδεχομένως να απαιτηθούν περισσότερα από την Ελλάδα στο πλαίσιο του αναβαθμισμένου ρόλου της, όμως θα έχει και την ευκαιρία να αυξήσει την επιρροή και τα κέρδη της, καθώς και να θωρακιστεί έναντι των νέων προκλήσεων που έρχονται.

Η Μεγάλη Αλβανία και ο κίνδυνος για τα Σκόπια

Όπως δείχνουν τα πράγματα, παράλληλα έχει αποφασισθεί και η αναβάθμιση της Αλβανίας, όμως η Ρωσία δεν έχει πει την τελευταία λέξη. Ενδεχομένως, η αναβάθμιση αυτή να αποτελεί μέρος μιας σύνθετης συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, η οποία θα περιλαμβάνει και την Συρία. Σε αυτή την περίπτωση, θα ασκηθούν πιέσεις σε διάφορα Βαλκανικά κράτη, με τα Σκόπια να αποτελούν τον πιο αδύναμο κρίκο. Η λεγόμενη «Μεγάλη Αλβανία» δεν νοείται χωρίς την ενσωμάτωση σημαίνοντος μέρους του πληθυσμού των Σκοπίων (περί το ένα τρίτο) και ανάλογα εδάφη. Ίσως σε αυτό οφείλεται η σπουδή με την οποία επιμένουν ορισμένες δυνάμεις να ενταχθούν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ. Εδώ, βέβαια, τίθεται το ερώτημα για ποιόν λόγο να σπεύσει η Ελλάδα να δεχθεί την εθνικά επιζήμια Συμφωνία των Πρεσπών όταν το έτερο συμβαλλόμενο κρατίδιο κινδυνεύει με αποσταθεροποίηση, ίσως και κατάρρευση. Είναι, λοιπόν, ζήτημα υψίστης εθνικής ανάγκης να βρεθεί τρόπος να παρακωλυθεί η επικύρωση της Συμφωνίας (αν γίνει δεκτή και εφαρμοστεί από τα Σκόπια). Με τις εξελίξεις που έρχονται, η παλιά προτεινόμενη ονομασία της Ομοσπονδίας της Κεντρικής Βαλκανικής Δημοκρατίας μπορεί να φανεί σωτήρια ακόμη και για την ίδια την κρατική υπόσταση των Σκοπίων.

Επιπλέον, θα πρέπει επιτέλους το Υπουργείο Εξωτερικών να θέσει ως προτεραιότητα την καλλιέργεια και σύσφιξη των σχέσεων με ελληνικές μειονότητες ανά των Βαλκανίων. Όπως ισχυρίζονται ότι διαθέτουν μειονότητες οι Βούλγαροι, Αλβανοί, Τούρκοι, κτλ. σε άλλα κρατίδια και τα χρησιμοποιούν ως μέσα άσκησης πίεσης ή διαπραγματευτικά όπλα, έτσι και η Ελλάδα θα πρέπει να κάνει περισσότερα για τους πληθυσμούς εκείνους που ταυτίζονται μαζί της ή αυτοπροσδιοριζόταν κάποτε ως Έλληνες. Ας μην λησμονηθεί ότι, ιστορικά, οι βλαχόφωνοι Έλληνες αναδείχθηκαν σε μεγάλοι υπερασπιστές της Μακεδονίας έναντι του κινήματος του πανσλαβισμού. Δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες, η Ελλάδα όχι μόνο δεν αξιοποίησε το όπλο αυτό, αλλά το εγκατέλειψε σε κάποιες περιπτώσεις, χαρίζοντάς το στην ιδεολογική προπαγάνδα ανταγωνιστικών έως και εχθρικών κρατών. Η προοπτική να επανασυνδεθούν με την χώρα των προγόνων τους και να ανακτήσουν δικαιώματα Ευρωπαίων πολιτών (έστω και υπό τις σημερινές αποικιοκρατικές συνθήκες) θα μπορούσε να εξακολουθεί να αποτελεί δελεαστική πρόταση για σημαντικό ποσοστό μελών της ελληνικής μειονότητας στην περιοχή μας. Η πολιτιστική διπλωματία που ασκεί το Αρσάκειο στην Αλβανία αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για την σφυρηλάτηση νέων ισχυρών σχέσεων με την ελληνική μειονότητα των Βαλκανίων. Θα μας φανεί πολύ χρήσιμη στο εγγύς μέλλον.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.