Ο Ιωάννης Ιωαννίδης (21 Αυγούστου 1965) είναι Ελληνοαμερικανός επιστήμονας και συγγραφέας με συνεισφορές στην επιδημιολογία και την κλινική έρευνα. Επιπροσθέτως, είναι πρωτοπόρος στη μετα-έρευνα (έρευνα πάνω σε έρευνες).

Ο Ιωαννίδης μελετά την ίδια την επιστημονική έρευνα, πρωταρχικά στην κλινική ιατρική και τις κοινωνικές επιστήμες. Είναι από τους ιατρικούς ερευνητές με τις περισσότερες αναφορές. Η μελέτη του του 2005, “Why Most Published Research Findings Are False”, είναι η πιο μεταφορτωμένη από την Δημόσια Βιβλιοθήκη Επιστημών (Public Library of Science), και έχει τον υψηλότερο αριθμό αναγνωστών Mendeley.

Μεταξύ άλλων, είναι τακτικός καθηγητής Παθολογίας, Έρευνας και Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας Πρόληψης του ίδιου πανεπιστημίου. Έχει διατελέσει καθηγητής και στα πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Ταφτς, Ιμπίριαλ Κόλετζ και Ιωαννίνων, όπου ήταν Πρόεδρος του Τμήματος Υγιεινής και Επιδημιολογίας.

Είναι τακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών (European Academy of Sciences and Arts). Επίσης το 2005 επινόησε, μαζί, με τον Θωμά Τρικαλινό, τον όρο “Το Φαινόμενο Πρωτέας”, για την εμφάνιση ακραίων αντιφατικών αποτελεσμάτων στις πρώτες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στο ίδιο ερευνητικό ερώτημα.

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, ο Ιωαννίδης μεγάλωσε στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Αποφοίτησε το 1984 από το Κολλέγιο Αθηνών και κέρδισε πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Βραβείου της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας.

Επίσης αποφοίτησε κορυφαίος του τμήματός του στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια παρακολούθησε το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ για την ιατρική του θέση στην εσωτερική ιατρική. Έκανε υποτροφία στο Πανεπιστήμιο Ταφτς για λοιμώδη νοσήματα και πήγε στο Στάνφορντ το 2010.

Έχει λάβει πολλά βραβεία και τιμητικούς τίτλους και είναι μέλος της Αμερικανικής Εθνικής Ιατρικής Ακαδημίας (US National Academy of Medicine). Aσχολείται επίσης με λογοτεχνία και ποίηση. Διδάσκει σύγχρονη ελληνική ποίηση στο τμήμα συγκριτικής λογοτεχνίας του πανεπιστημίου Στάνφορτντ και έχει γράψει 7 λογοτεχνικά βιβλία.

Ένα μεγάλο άρθρο δημοσιεύθηκε το 2010 στο αμερικανικό περιοδικό The Atlantic. Ένα συντομότερο, το 2014 στον Economist, σχετικά με την ίδρυση του Meta-Research Innovation Centre στο Στάνφορντ από τον Ιωαννίδη και τον Στίβεν Γκούντμαν.

Το 2015 παρουσιάστηκε στην εβδομαδιαία ιατρική εφημερίδα British Medical Journal, όπου περιγράφηκε ως “η μάστιγα της τσαπατσούλικης επιστήμης”.

Σε πρόσφατη δημοσίευσή του ισχυρίστηκε ότι η παγκόσμια προσπάθεια να ελεγχθεί η πανδημία του Covid-19 μπορεί να είναι υπερβολική αντίδραση και “φιάσκο.” Στην συνέχεια, συμμετείχε σε ερευνητική ομάδα που πρώτη έδειξε ότι ο αριθμός των περιστατικών που έχουν αναπτύξει αντισώματα αλλά παρέμειναν ασυμπτωματικά στην COVID-19 ήταν πολύ μεγαλύτερος απ’ ότι γνωρίζαμε, και ως εκ τούτου το πραγματικό ποσοστό θνησιμότητας (Infection Fatality Rate) είναι πολύ μικρότερο από ό,τι υπολογιζόταν έως τότε.

Υποστηρίχθηκε, ότι η έρευνα αυτή χρηματοδοτήθηκε από τον ιδρυτή των αερογραμμών JetBlue Airways, Ντέιβιντ Νίλμαν. Ωστόσο, η χρηματοδότηση αυτή έγινε ανώνυμα σε λογαριασμό του πανεπιστημίου του Στάνφορντ (όπως συνηθίζεται με όλες τις ανώνυμες δωρεές προς το πανεπιστήμιο), και έγινε αφού η μελέτη είχε ολοκληρωθεί και τα αποτελέσματα είχαν ήδη δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με άρθρο στο UNDARK. Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο του UNDARK μια από τις συγγραφείς του άρθρου, είχε παλαιότερα συγγράψει μια επιστημονική μελέτη με τον Ιωαννίδη. Έχει υποστηριχθεί επίσης ότι οι έρευνες του Ιωαννίδη επηρέασαν τις αποφάσεις του Λευκού Οίκου για την επιβολή μέτρων για τον κορονοϊό.

Υποστηρίξτε μας με μια δωρεά