
«Αν και ελπίζω να αλλάξουμε πορεία στην Ελλάδα, έστω και τώρα, κάνοντας σοβαρή επιδημιολογική επιτήρηση και πιο μαζικά τεστ και προφυλάσσοντας καλύτερα τα γηροκομεία και τους ευπαθείς πληθυσμούς, υπάρχει δυστυχώς η πιθανότητα να συνεχίσουμε ανοχύρωτοι.
Οπότε, ως τα τέλη Φεβρουαρίου μπορεί να έχουμε ήδη φτάσει σε 5.000 έως 10.000 θανάτους, αν όχι περισσότερους, και να έχουμε μολυσμένο πάνω από το 20% του ελληνικού πληθυσμού, με ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά στη βόρεια Ελλάδα!» προειδοποιεί ο κ. Ιωαννίδης και συνεχίζει:

«Δεν ξέρω πόσο ακριβώς θα μπορεί να προσφέρει πλέον ένα εμβόλιο, αν φτάσουμε σε αυτή τη φάση… Μπορεί να είναι αργά. Το απεύχομαι, φυσικά».
Και ενώ η χώρα μας απολάμβανε τα εγκωμιαστικά σχόλια από τον διεθνή Τύπο για την επιτυχή διαχείριση του πρώτου κύματος της πανδημίας, χθες στη Θεσσαλονίκη άνοιξαν ομαδικοί τάφοι για τα θύματα του κορονοϊού, καθώς τα κοιμητήρια της περιοχής δεν έχουν άλλο χώρο!

«Θα γίνει η Θεσσαλονίκη το νέο Μπέργκαμο;» αναρωτιούνται πολλοί το τελευταίο διάστημα, καθώς η κατάσταση τείνει να γίνεται χειρότερη, παρότι συμπληρώθηκε ένας ολόκληρος μήνας καραντίνας στην πόλη.
Οπως εξηγεί ο δρ Ιωαννίδης, η χαώδης κατάσταση που επικρατεί στη βόρεια Ελλάδα είναι συνδυασμός πολλών παραγόντων, ένας εκ των οποίων είναι η αθρόα προσέλευση ταξιδιωτών από τις βαλκανικές χώρες χωρίς κανέναν έλεγχο.
«Πολλά μολυσμένα άτομα, ειδικά από βαλκανικές χώρες που είχαν στηρίξει το ίδιο ολέθριο αφήγημα όπως η Ελλάδα, δηλαδή δεν έκαναν τεστ, δεν έβλεπαν κρούσματα και νόμιζαν ότι είναι όλα μια χαρά, ήρθαν στη χώρα και ειδικά στη βόρεια Ελλάδα. Ο συνωστισμός συνεχίστηκε αμείωτος σε πολλές περιστάσεις, ειδικά μάλιστα στα μέσα μαζικής μεταφοράς τα οποία δεν αποσυμφορήθηκαν. Τηλεργασία χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα. Τεστ συνέχισαν να γίνονται ελάχιστα.
Συστηματική επιδημιολογική επιτήρηση δεν υπήρξε ποτέ, για να προλάβουμε νωρίς τις νέες εξάρσεις. Επίσης, η βόρεια Ελλάδα είχε νωρίτερα από τη νότια χειμωνιάτικες συνθήκες που ευνόησαν τη διάδοση», σημειώνει, τονίζοντας πως, με εξαίρεση τη μικρότερη εισροή μολυσμένων ατόμων από βαλκανικές χώρες και τον καιρό, οι άλλοι παράγοντες ισχύουν και για τη νότια Ελλάδα.
* Διαβάστε ολόκληρη την συνέντευξη στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ