
Οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή ανατρέπουν τα σχέδια της Δύσης. Πρωτίστως, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας περνάει σε δεύτερη μοίρα. Ήδη πριν από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ που στάθηκε αφορμή να εξαπολυθεί η ισραηλινή αντεπίθεση στην Γάζα, το μέτωπο στην Ουκρανία έπεφτε σταθερά στην σκάλα του δελτίου ειδήσεων, ώσπου σχεδόν εξαφανίστηκε από την δημοσιότητα. Δυστυχώς, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο και τις συνέπειες που προκάλεσαν οι δυτικές στρατηγικές και διπλωματικές αστοχίες.
Η ενεργειακή κρίση που τροφοδότησαν οι αναποτελεσματικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Ρωσία με στόχο να πλήξουν το εισόδημά της από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο έπληξαν πολύ περισσότερο τις χώρες της Ευρώπης παρά την Ρωσία. Οι αυξήσεις που πυροδότησαν οι κυρώσεις στις τιμές του ηλεκτρισμού έγιναν αισθητές σε ολόκληρη την Γηραιά Ήπειρο και ιδίως στις πιο ευάλωτες οικονομικά χώρες, όπως η Ελλάδα. Παρόμοια προβλήματα προέκυψαν με τις μετακινήσεις των πολιτών και τον κλιματισμό των σπιτιών. Τις συνέπειες τις νοιώθουν στο πορτοφόλι τους όλοι οι πολίτες σε κάθε λογαριασμό ρεύματος που λαμβάνουν ή στάση σε βενζινάδικο που κάνουν!

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η σύρραξη στην Μέση Ανατολή θα εκτοξεύσει τις τιμές ακόμη υψηλότερα, σφίγγοντας όλο και περισσότερο την μέγγενη στην οποία η απερισκεψία των δυτικών ηγετών οδήγησε τις χώρες τους.
Φυσικά, το πρόβλημα δεν περιορίζεται αποκλειστικά στους λογαριασμούς του ρεύματος. Η ραγδαία αύξηση της τιμής των μεταφορικών και του ηλεκτρισμού έχει προκαλέσει το χειρότερο κύμα πληθωρισμού σε δεκαετίες. Ήδη παρατηρείται επισιτιστική κρίση με ευάλωτα ή ακόμη και μεσαία στρώματα του πληθυσμού να αναγκάζονται να κάνουν περικοπές στα ψώνια τους ή να στερούνται ακόμη και βασικά είδη. Αποτέλεσμα της γενικότερης ξέφρενης ανόδου των τιμών είναι να πλανάται το φάντασμα της πείνας πάνω από αναπτυγμένες και ημιανάπτυκτες χώρες ανά τον κόσμο.
Αποδυναμωμένες οι ΗΠΑ από τα διπλωματικά ήξεις-αφήξεις
Οι ΗΠΑ δεν εξαιρούνται από τις συνέπειες της πολιτικής του Αμερικανού προέδρου κ. Μπάιντεν. Ο πληθωρισμός εξανεμίζει τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, ενώ η ζωή, ειδικά στις μεγαλουπόλεις, γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Οι κυρώσεις στην Ρωσία και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις των Δημοκρατικών σχετικά με την «πράσινη μετάβαση» υποχρέωσαν τις ΗΠΑ να ανακρούσουν πρύμναν και να άρουν κυρώσεις προς πετρελαιοπαραγωγικές χώρες, όπως η Βενεζουέλα και το Ιράν. Το γεγονός αυτό μειώνει την διπλωματική αξιοπιστία της μέχρι πρότινος μοναδικής υπερδύναμης του 21ιου αιώνα. Οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή ίσως ακυρώσουν το άνοιγμα αυτό προς το Ιράν. Μια ενδεχόμενη νίκη των Ρεπουμπλικανών στις προεδρικές εκλογές του 2024 ίσως φέρει και αλλαγή στάσης στο Ουκρανικό, ειδικά εάν η Ρωσία σημειώσει περαιτέρω εδαφικές κτήσεις κατά την διάρκεια της αναμενόμενης αντεπίθεσης που θα πραγματοποιήσει.
Εάν συμβεί αυτό, οι αποφάσεις και ο επιτελικός σχεδιασμός των ΗΠΑ θα τεθούν υπό αμφισβήτηση. Κάποιοι σύμμαχοι ίσως αρχίσουν σταδιακά να αναζητήσουν νέα σχήματα με αυξημένη αυτοδυναμία. Κάποιες άλλες δυνάμεις ίσως ενωθούν σε αντίπαλες προς την Δύση συμμαχίες υπό την ηγεσία της Κίνας ή της Ρωσίας. Ο κίνδυνος συνασπισμού αυτών των δύο μεγάλων δυνάμεων θα ήταν ακόμη χειρότερη εξέλιξη και θα αποτελούσε άμεση αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της Αμερικής.
Παγίδα το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας με την Άγκυρα
Μέσα σε ένα τόσο ρευστό σκηνικό, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας ετοιμάζεται να πραγματοποιήσει συνάντηση κορυφής με τον Τούρκος πρόεδρο, σε κοινό υπουργικό συμβούλιο που θα πραγματοποιηθεί τον επόμενο μήνα στην Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για την ίδια ακριβώς πόλη που συμπεριέλαβε προκλητικά στα «σύνορα της καρδιάς» της Τουρκίας ο κ. Ερντογάν, ο οποίος διεκδικεί ηγετικό ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο και προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την κατάσταση στην Μέση Ανατολή, την Ουκρανία και τον Καύκασο για να εδραιώσει την θέση του. Δεδομένου ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να υποχρεωθούν να κάνουν διάφορα πισωγυρίσματα ανάλογα με την τροπή των διεθνών εξελίξεων και η ΕΕ δεν μπορεί πλέον να κρύψει τον γεωπολιτκό νανισμό και την ανυπαρξία της, μια συνάντηση κορυφής Ελλάδος-Τουρκίας αυτή την στιγμή δεν ενδείκνυται.
Στην καλύτερη περίπτωση, το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας που θα πραγματοποιηθεί στην Θεσσαλονίκη θα προσφέρει διπλωματική κάλυψη στην Τουρκία, η οποία θα προσποιηθεί ότι κάνει βήματα να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, ενώ στην πραγματικότητα θα επιχειρεί να την δορυφοροποιήσει. Γνωρίζοντας την τουρκική αδιαλλαξία και την μεθοδικότητα με την οποία δημιουργεί θέματα και εγείρει αξιώσεις, το πιθανότερο είναι ότι η Άγκυρα θα εκμεταλλευτεί την συνάντηση αυτή για να πιέσει την Ελλάδα ακόμη περισσότερο και να ανοίξει νέα μέτωπα. Η λογική λέει ότι η Αθήνα θα έπρεπε να αποφύγει την παγίδα που της ετοιμάζει η Άγκυρα με κάθε τρόπο. Ειδικά από την στιγμή που η Τουρκία παγώνει εκ νέου τις σχέσεις της με το Ισραήλ, η Αθήνα θα έπρεπε να επιχειρήσει να συσφίξει τις σχέσεις της με το Τελ Αβίβ ακόμη περισσότερο και να προσθέσει πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο εγκαινιάζοντας σειρά συνεργασιών μαζί του.
Οι διπλωματικές ακροβασίες Μητσοτάκης-Γεραπετρίτη ενδέχεται να οδηγήσουν την χώρα σε επικίνδυνες ατραπούς. Ήδη, η σπουδή με την οποία η Ελλάδα και η υπόλοιπη Ευρώπη αναμείχθηκαν στην ρωσο-ουκρανική σύρραξη τους έχει δημιουργήσει σύνθετα προβλήματα. Μια ενδεχόμενη στροφή των ΗΠΑ θα αποδείξει την αβελτηρία των Ευρωπαίων να συμπεριφερθούν ως «βασιλικότεροι του βασιλέως». Ομοίως, οι πιέσεις των ΗΠΑ και άλλων δυτικών δυνάμεων προς την Αθήνα να «τα βρει» με την Άγκυρα μπορεί να χαντακώσουν την πρώτη και να δημιουργήσουν αρνητικά προηγούμενα τα οποία η Άγκυρα θα εκμεταλλευθεί εν συνεχεία. Λόγω της αστάθειας της τουρκικής πολιτικής, όμως, οι καλές σχέσεις της με την Δύση δεν πρέπει να θεωρηθούν δεδομένες, άρα η σπουδή που δείχνει η Αθήνα δεν δικαιολογείται, ιδίως εάν οι πιέσεις των δυτικών μπορεί να υποχωρήσουν σε περίπτωση περαιτέρω ανεξαρτητοποίησης της Άγκυρας.
Μέχρι τώρα, η παρτίδα σώζεται από τις γκάφες του ασυγκράτητου κ. Ερντογάν, αλλά χρειάζεται και σύνεση από την δική μας πλευρά. Μια συνάντηση κορυφής Αθήνας-Άγκυρας δεν έχει τίποτε να προσθέσει στο εθνικό συμφέρον αυτή την στιγμή. Καλό είναι να την αποφύγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη και θα υιοθετήσει στάση αναμονής. Η συμπεριφορά της Άγκυρας κάνει κάτι τέτοιο εφικτό. Αρκεί να υπάρχει η πολιτική οξυδέρκεια να την αξιοποιήσει η Αθήνα.