Η πρόσφατη περιπέτεια που πέρασε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος κατά την διάρκεια της επίσημης επίσκεψης του στις ΗΠΑ στάθηκε αφορμή για περισυλλογή, αλλά ταυτόχρονα πυροδότησε μιαν εσωστρέφεια στους κόλπους της Εκκλησίας. Τον περασμένο μήνα, συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από την εκλογή του κ. Βαρθολομαίου στο πηδάλιο της πρωτόθρονης (πρώτης μεταξύ ίσων) Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, καθιστώντας τον ανάμεσα στους μακροβιώτερους προκαθημένους του ιστορικού θρόνου του Αποστόλου Ανδρέα, αλλά και τους σύγχρονους παγκόσμιους θρησκευτικούς ηγέτες με την μεγαλύτερη θητεία.

Ο συνδυασμός της έντονης προσωπικότητας του Πατριάρχου Βαρθολομαίου και των τριών δεκαετιών του στον οίακα του σεπτού κέντρου της Ορθοδοξίας έχει αφήσει ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα. Όταν κάποια στιγμή νομοτελειακά και αναπόφευκτα φθάσει η θητεία του στο τέλος της, το κενό που θα αφήσει θα είναι σίγουρα αισθητό και δυσαναπλήρωτο, αλλά αυτό δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο για τον Ελληνισμό, ο οποίος φροντίζει ιστορικά, όσο λίγοι άλλοι λαοί, για την ομαλή διαδοχή των ηγετών του με αξιοθαύμαστη συνέπεια, ανά τους αιώνες. Η προβεβηκυία ηλικία του 81χρονου πλέον πολιού πατριάρχου και κάποιες πρόσφατες δηλώσεις του δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορους όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις και τα τεκταινόμενα στον χώρο της Εκκλησίας.

Δημοσιογράφοι κηπουροί και «φυτευτά» άρθρα

Και ναι μεν το ενδιαφέρον για την υγεία του κ. Βαρθολομαίου και την σταθερότητα της διακυβέρνησης της Ορθόδοξης Εκκλησίας πηγάζει από την αγάπη του Χριστεπώνυμου πληρώματος για τον Πατριάρχη του Γένους, δυστυχώς, όμως, δυσανάλογο μέρος του «ενδιαφέροντος» αυτού μονοπωλείται από δημοσιογράφους, τα κίνητρα των οποίων δεν είναι πάντα τόσο αγνά και ειλικρινή. Τα «φυτευτά» άρθρα, γραμμένα προφανώς καθ’ υπαγόρευση από «ενδιαφερόμενους», αυξάνουν και πληθαίνουν. Προδήλως, η κατάσταση αυτή θα χειροτερέψει προϊόντος του χρόνου.

Εν πολλοίς, οι εν λόγω αναλύσεις και τα άρθρα είναι κυρίως εντυπωσιοθηρικά και συχνά ξεχωρίζουν για την ασχετοσύνη εκείνων που τα υπογράφουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως μολονότι πέρασαν 25 χρόνια, γίνονται ακόμη αναφορές για την «Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής», ωσάν να μην κατατμήθηκε διοικητικά σε 4 ανεξάρτητες μεταξύ τους επαρχίες το 1996. Ομοίως, οι σχετικές δημοσιεύσεις παραλείπουν πολλές φορές βασικά σημεία ή γεγονότα ή απομονώνουν κάποιες φράσεις, αλλοιώνοντας το νόημά τους, όπως κάνουν τίποτε κομπογιαννίτες που παριστάνουν τους επιστήμονες.

Άλλωστε, το Φανάρι φημίζεται για την απροβλεψιμότητά του και αρκετές φορές στο παρελθόν έχει ενεργήσει αντίθετα με όσα είχε αφήσει να εννοηθούν δια των πλέον επισήμων χειλών. Με λίγα λόγια, οι γρίφοι και τα σταυρόλεξα του Πατριάρχου Βαρθολομαίου είναι για δυνατούς λύτες και το μόνο που καταφέρνουν τα παιδιαρώδη δημοσιεύματα περί διαδοχής και δελφίνων είναι να ξεφτιλίζουν τους γραφιάδες που τα υπογράφουν και τα μέσα που τα φιλοξενούν στα μάτια όσων έχουν στοιχειώδη γνώση των πραγμάτων. Το δε χειρότερο είναι πως προκαλούν βλάβη και στον ιστορικό αυτό θεσμό της Ρωμιοσύνης και το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν περιποιεί τιμή σε τυχόν ιεράρχες που συμμετέχουν σε αυτό το ρεσιτάλ κακής δημοσιογραφίας.

Πολυδικαιοδοσία και συνεδαφικότητα στην Ελλάδα

Αντιθέτως, αυτό που θα έπρεπε να απασχολεί τους αναλυτές είναι η εκκλησιαστική πολυδικαιοδοσία και συνεδαφικότητα στην Ελλάδα και αλλαχού, που ενίοτε δημιουργούν αχρείαστες τριβές. Για παράδειγμα, αυτή την στιγμή, η Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών βρίσκεται στην μέση μιας πολυετούς διένεξης με το Φανάρι για το κτήμα «Προμπονά» και τον ναό του Αγ. Γεωργίου που κείται εντός αυτού, το οποίο κληροδοτήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά αμφισβητείται από την Αθήνα. Στην διαμάχη ενεπλάκη τώρα και το Δήμος Αθηναίων, που παραχώρησε το κτήμα στην Αρχιεπισκοπή, ενώ η υπόθεση εκδικάζεται ακόμη στο εφετείο και ενδεχομένως θα φθάσει ακόμη και ως τον Άρειο Πάγο. Η διένεξη μεταξύ των δύο Εκκλησιών, που έχει λάβει τώρα και πολιτικές διαστάσεις(!), μόνο πονοκεφάλους και διαίρεση μπορεί να προξενήσει στον Ελληνισμό.

Παρεμπιπτόντως, αυτή την στιγμή, υπάρχουν πέντε διαφορετικά κανονικά εκκλησιαστικά καθεστώτα που λειτουργούν εντός του Ελλαδικού χώρου, τέσσερα εκ των οποίων υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο – οι Μητροπόλεις των Δωδεκανήσων (κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου), η Αρχιεπισκοπή Κρήτης (αυτόνομη επαρχία που υπάγεται στο Φανάρι), το Άγιον Όρος (οι μονές υπάγονται άμεσα στο Πατριαρχείο), οι λεγόμενες «νέες χώρες» (εδάφη που προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπως η Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και παραχωρήθηκαν στην Εκκλησία της Ελλάδος διοικητικά «άχρι καιρού» ενώ πνευματικά εξακολουθούν να υπάγονται στο Πατριαρχείο) και η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία και αυτή αποτελούσε κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου μέχρι την σύσταση του Βασιλείου της Ελλάδος και την βίαια αποκοπή της.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η Εκκλησία της Ελλάδος αποκόπηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατόπιν απαιτήσεως των Βαυαρών αντιβασιλέων, που θεωρούσαν ότι η Ελλάς έπρεπε να εφαρμόσει τα ισχύοντα τότε στα προτεσταντικά κράτη της Ευρώπης, όπου ο βασιλιάς καθίστατο αρχηγός της κρατικής Εκκλησίας. Το αποτέλεσμα ήταν να θεωρηθεί η Εκκλησία της Ελλάδος σχισματική για 17 χρόνια, από το 1833 ως το 1850, όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε σχετικό τόμο αυτοκεφαλίας. Είναι γεγονός ότι όσο ζούσε ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, αντιστάθηκε σφόδρα στην ανεξαρτητοποίηση της Ελλαδικής Εκκλησίας, αλλά μετά την δολοφονία του, βρέθηκε πρόσφορο έδαφος για να αποκοπεί η Ελλάς από τα σπλάχνα του Πατριαρχείου, αποτελώντας το πρώτο παράδειγμα αποσκίρτησης επάνω στο οποίο θα πατούσαν αργότερα οι Εκκλησίες των εθνών-κρατών που δημιουργήθηκαν στα Βαλκάνια μετά την απελευθέρωσή τους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.  

Έφθασε η ώρα για επανένταξη της Ελλάδος στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου;

Οι φωνές υπέρ της αυτοκεφαλίας απηχούν τα γνωστά επιχειρήματα περί ομηρίας του Πατριαρχείου από το τουρκικό καθεστώς. Όμως, αξίζει να αναρωτηθούμε πόσο ελεύθερες είναι πραγματικά οι αυτοκέφαλες εκκλησίες; Οι κυβερνητικές παρεμβάσεις κατά την διάρκεια της πανδημίας δείχνουν ξεκάθαρα ότι το μακρύ χέρι του «καίσαρα» φθάνει ακόμη και στις αυτοκέφαλες εθνικές εκκλησίες. Εν τω μεταξύ, οι τοποθετήσεις ιεραρχών με αρχηγικές βλέψεις, που αναζητούν την στήριξη της κυβέρνησης για την επόμενη ημέρα, δείχνουν ότι ακόμη και μακριά από το εχθρικό και αλλόθρησκο τουρκικό καθεστώς, οι δοσοληψίες με κυβερνητικούς παράγοντες υπάρχουν μέσα στην Εκκλησία και σκανδαλίζουν το ποίμνιο.

Άλλωστε, ακόμη και κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι αυτοκράτορες επηρέαζαν τις εκκλησιαστικές εξελίξεις. Εδώ που τα λέμε, εκκλησιαστικοί γίγαντες του διαμετρήματος του ιερού Χρυσοστόμου βρέθηκαν εξόριστοι από παρεμβάσεις της αυτοκρατορικής αυλής, ανήμποροι να αντιδράσουν.

Ενδεχομένως, η επιστροφή της Εκκλησίας της Ελλάδος στην δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπό μορφήν αυτονομίας θα έλυνε το πρόβλημα της συνεδαφικότητας και της πολυδικαιοδοσίας. Το καθεστώς της αυτονομίας θα εξασφάλιζε την απαραίτητη ελευθερία στους Ελλαδίτες ιεράρχες απέναντι στους εκβιασμούς των τουρκικών αρχών. Όμως, παράλληλα, θα εξισορροπούσε τις σχέσεις με το Φανάρι, προσδίδοντας στην Ελλάδα μεγαλύτερο λόγο στις αποφάσεις που λαμβάνονται στην Κωνσταντινούπολη.

Δημοσιογραφική αδολεσχία και διαδοχολογία βλάπτουν την Ρωμιοσύνη

Αυτό θα διευκόλυνε παρεμβάσεις σε θέματα όπου κατά καιρούς δέχεται κριτική το Φανάρι, π.χ. οικουμενιστικά ανοίγματα ή υπολειτουργία του συνοδικού θεσμού χάριν της ενός ανδρός αρχής. Παράλληλα, θα εξασφάλιζε μια κανονική διευθέτηση στις σχέσεις Εκκλησίας-κράτους σε περίπτωση που επικρατήσει μελλοντικά η άποψη του διαχωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος. Εξάλλου, παραδόξως πως, η σημερινή κυβέρνηση προξένησε μεγαλύτερη ζημιά στον ιερό θεσμό από τους εκκλησιομάχους του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν πολύ πιο ουσιαστικά ζητήματα για να ασχοληθούν οι ενδιαφερόμενοι δημοσιογράφοι από το να λιβανίζουν τον τάδε ή τον δείνα δελφίνο ή να σπεκουλάρουν, σαν φθηνοί κερδοσκόποι, για την υγεία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και να διαδίδουν φήμες περί επικείμενης παραίτησής του. Εξαιτίας των εν λόγω φημών, αναγκάστηκε ο ίδιος να προβεί σε σχετική δήλωση διαβεβαιώνοντας ότι δεν υφίσταται τέτοιο θέμα.

Όσο βολικό και να είναι να καταλογίζουμε ευθύνες για την διασπορά των ψευδών αυτών ειδήσεων στην Μόσχα και τον φιλοπρωτεύοντα Ρώσο Πατριάρχη κ. Κύριλλο, η αλήθεια είναι ότι Έλληνες δημοσιογράφοι, ανάμεσά τους και αρθογράφοι μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδων, δεν είναι άμοιροι ευθυνών… Ας μην επαναληφθούν τα λάθη του 19ου αιώνα και ας μην στραφούν για άλλη μια φορά οι θεσμοί του ελλαδικού κράτους εναντίον της Μητέρας Εκκλησίας, η οποία κατέχει κεντρική θέση μέσα στην κοσμοθεωρία του Ελληνισμού.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.