Το φετινό καλοκαίρι σημαδεύτηκε από ρεκόρ αφίξεων στα αεροδρόμια της χώρας, με τουρίστες από όλο τον κόσμο να προτιμούν την Ελλάδα. Η επιλογή της σταδιακής συμβίωσης με τον κορωνοϊό (μιας και η στρατηγική της μηδέν ανοχής και του εγκλεισμού αποδείχθηκε αναποτελεσματική) οδήγησε και στην αναβίωση πολλών αγαπημένων συνηθειών του καλοκαιριού, όπως είναι τα πατροπαράδοτα πανηγύρια. Το γεγονός αυτό έγινε δεκτό με πολύ ενθουσιασμό από τους θιασώτες των πανηγυριών, αν κρίνουμε από τις εικόνες και τα βίντεο που ποστάρονται με περίσσιο καμάρι στα κοινωνικά δίκτυα.

Βέβαια, δεν λείπουν και οι νεωτερισμοί που επινοούνται για ποικίλες σκοπιμότητες (π.χ. εμπορικές, μεταπρατικές, κτλ.) και επιβάλλονται, ενίοτε ατόπως, επί του αρχαιοτάτου και ελληνοπρεπεστάτου αυτού θεσμού. Για παράδειγμα, με γνώμονα το κέρδος, πολλά χωριά αποφασίζουν να κάνουν «παρασπονδία» και να προγραμματίσουν τα πανηγύρια τους ετεροχρονισμένα από την ημέρα που εορτάζουν οι πολιούχοι τους, για να…προλάβουν την θερινή σεζόν. Μπορεί το Ορθόδοξο εορτολόγιο να είναι πλούσιο σε μνήμες αγίων κατά την διάρκεια ολόκληρου του ενιαυτού, αλλά όπως να το κάνουμε…οι καλοκαιρινές θρησκευτικές πανηγύρεις έχουν, κατά κανόνα, την πρωτιά στις εισπράξεις για τα ταμεία των χωριών.

Και έστω ότι η ανωτέρω πρακτική δικαιολογείται εν μέρει από τις υλικές ανάγκες του κοινού ταμείου…υπό την προϋπόθεση ότι δεν παραλείπεται να τιμηθεί δεόντως και η κυριώνυμος ημέρα του τοπικού αγίου. Όμως, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι νεωτερισμοί που υιοθετούνται με βάση  το πνεύμα της εποχής και μοιάζουν παράδοξοι.

Το οξύμωρο του… vegan πανηγυριού και η συμβίωση των αντίπαλων παρατάξεων

Για παράδειγμα, ο γράφων γέλασε μεν, προβληματίστηκε δε διαβάζοντας είδηση για την διεξαγωγή του πρώτου «vegan» πανηγυριού στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Οι ιθύνοντες νόες αυτής της ξενικής πρωτοβουλίας επηρεάστηκαν προφανώς από τις διεθνείς τάσεις, που προωθούν πολύ την διατροφική αυτή συνήθεια ως εναλλακτικό τρόπος ζωής. Άσε που φαντάζει και πολύ «ψαγμένο» και «τρέντι».

Η θυμηδία, βέβαια, προέρχεται από το γεγονός ότι το πανηγύρι αποτελεί την κατ’ εξοχήν έκφραση της γόνιμης και αναγκαίας συμβίωσης «αντιπάλων» παρατάξεων, όπως οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι. Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, υπάρχει ένας άτυπος ανταγωνισμός μεταξύ τους για την νομή της γης. Όποιος φροντίζει αμπέλι ή χωράφι έχει αγανακτήσει κατά καιρούς με κάποιον κτηνοτρόφο, τα ζώα του οποίου παρεισέφρησαν στην γη του και κατέστρεψαν τις καλλιέργειες. Παράλληλα, οι κτηνοτρόφοι, που διαρκώς αναζητούν άπλα για να θρέψουν τα κοπάδια τους, εκνευρίζονται με τους γεωργούς, ειδικά τους νεήλυδες, που δεν προνοούν να προστατέψουν τα κτήματά τους ή απλώνονται σε αμφιλεγόμενες περιοχές.

Και όμως, οι αντίπαλοι αυτοί έχουν βαθύτατη ανάγκη ο ένας τον άλλον, διότι η σχέση τους είναι συμβιωτική. Τα άγρια ζώα του βουνού καθαρίζουν την άγρια βλάστηση, προστατεύοντας έτσι τον τόπο από τον κίνδυνο πυρκαγιάς, ενώ οι γεωργοί παράγουν τροφές που συντηρούν τα ζώα, ειδικά κατά τους δύσκολους χειμερινούς μήνες. Άσε που η ανθρωπότητα διδάχθηκε την τέχνη του κλαδέματος μέσα από τα ζώα και τις ανεξέλεγκτες ορέξεις τους…

Η μεταφυσική των πανηγυριών αποτελεί είδος πολιτιστικής διπλωματίας

Στο προκείμενο όμως… Η συμβίωση αυτή παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τον θεσμό του πανηγυριού, όπου δεν νοείται σωστό γλέντι χωρίς το ευφραντικό δώρο της αμπέλου…το οποίο, όμως, δεν γίνεται να πίνεται ξεροσφύρι. Συνεπώς, συνοδεύεται με κατσικάκι και άλλες νοστιμιές και έτσι, με χορτάτη την κοιλιά και ανεβασμένο το κέφι χάρη στην κρασοκατάνυξη, φουντώνει ο χορός και γίνεται ένα σωστό πανηγύρι!

Νηστίσιμα πανηγύρια σπανίζουν…και το μόνο που γνωρίζει ο υποφαινόμενος είναι αυτό του Αη Γιάννη του Νηστευτή στις 29 Αυγούστου, αλλά ακόμη και τούτο έχει το χταποδοπίλαφό του…το οποίο αποτελεί πρώτης τάξεως κρασομεζές.

Με όλο τον σεβασμό προς το «βίγκαν λάιφσταϊλ», άντε να πας να κάνεις κέφι, να χορέψεις και να «μην λυπηθείς παπούτσια» τρώγοντας σόγιες και πίνοντας αμυγδαλόγαλο. Μπορεί η επιρροή της μόδας να το κάνει να ακούγεται «πιασάρικο», αλλά δεν πληροί τις προϋποθέσεις του παραδοσιακού ελληνικού πανηγυριού. Το χειρότερο όμως, είναι άλλο.

Καταργεί την μεταφυσική διάσταση του πανηγυριού, την γόνιμη συνύπαρξη και μέθεξη των αντιθέσεων, που ανέδειξε ο Ελληνισμός καθ’ όλη την διάρκεια της μακρόσυρτης και δημιουργικής πορείας του ανά τους αιώνες. Αποκλείοντας ένα ζωτικό τμήμα της κοινωνίας, τους κτηνοτρόφους, προωθεί την μονομέρεια (ένα είδος μανιχαϊσμού που ταλαιπώρησε τόσο την Δύση όσο και την Ανατολή) απέναντι στην πολυμέρεια, που παραδοσιακά προέκρινε ο Ελληνισμός! Άρα, έστω και «τρέντι», από πολιτιστικής απόψεως και μόνο, το βίγκαν πανηγύρι κρίνεται απορριπτέο.

Μπορεί να φανεί η ένσταση αυτή σαν λεπτομέρεια, αλλά πολλές φορές τα αποτελέσματα κρίνονται από τις λεπτομέρειες. Κάπως έτσι, βλέπουμε τον Ησίοδο (Έργα και Ημέραι, 609) να προτρέπει τους Πέρσες να στραφούν στην οινοποιία αντί του εθνικού του ποτού που βασιζόταν στα δημητριακά (ζύθος), για να απαλλαγούν από την δεσποτεία του Μεγάλου Βασιλέως. Διδάσκοντάς τους την τέχνη της οινοπαραγωγής, προσβλέπει σε μια κατά βάση πολιτιστική επανάσταση (μιας και εθνολογικά, οι βάρβαροι εκείνοι λαοί προερχόταν από διάφορες φυλές και δεν αποτελούσαν ένα ενιαίο έθνος), η οποία θα εισήγαγε τα «δώρα Διονύσου πολυγηθέος», θέτοντας τις θεολογικές, πολιτισμικές και εμπορικές βάσεις για την αποσταθεροποίηση της Περσικής Αυτοκρατορίας.

 Όπως σημειώνει ο αείμνηστος δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτριος Μηλιάδης «οι πεδινές εκτάσεις (σιτοκαλλιέργεια) δεν προσφέρουν την απαιτούμενη ασφάλεια για…επαναστάσεις! Αντιθέτως οι ορεινοί οικισμοί δύσκολα υποκύπτουν εις την δεσποτεία. Το ορεινό Σούλι, η ορεινή Μάνη και η ορεινή Αρκαδία απετέλεσαν την βάση της Επανάστασης του 1821».

Όχι σε μια μεταναστευτική πολιτική «για τα πανηγύρια»

Κι αν στην εποχή μας δεν υπάρχει πια ο κίνδυνος του Μεγάλου Βασιλέως, υπάρχει ο θεσμός του πλανητάρχη και πέραν τούτου, του Μεγάλου Αδελφού, ο οποίος προσπαθεί πεισματικά και συστηματικά να επιβάλει ανεπαίσθητα την δική του πολιτιστική τυραννία, εξουδετερώνοντας έτσι κάθε διάθεση για αντίσταση. Η τήρηση των μακραίωνων πολιτιστικών μας παραδόσεων προσφέρει μια πολύ αποτελεσματική άμυνα απέναντι στον ύπουλο αυτό κίνδυνο.

Βέβαια, οι σκέψεις αυτές δεν κατατίθενται μόνο με αφορμή τους νεωτερισμούς που παρατηρούνται στα πανηγύρια. Βλέποντας τον υβριδικό πόλεμο να διεξάγεται εις βάρος της πατρίδας μας από την Τουρκία με αμείωτη λύσσα, διαμέσου και της εργαλειοποίησης της λαθρομετανάστευσης, καθώς και τον ορατό κίνδυνο της καλπάζουσας δημογραφικής συρρίκνωσης, αναρωτιέται κανείς με ποιόν τρόπο δύναται να αναχαιτιστεί η άνευ όπλων εξαφάνιση της Ελλάδος δια του ανεξέλεγκτου εποικισμού.

Πέραν της αυστηροποίησης των διαδικασιών παραμονής στην Ελλάδα (οι οικονομικοί μετανάστες να καταθέτουν τις αιτήσεις τους νομίμως αυστηρώς μέσα από τρίτες χώρες και επ’ ουδενί σε ελληνικό έδαφος, οι μη τηρούντες την διαδικασία να απελαύνονται πάραυτα) και της αποτελεσματικότερη φύλαξη των συνόρων (φράκτες, drones, συλλήψεις και αυστηρότατες ποινές τιμωρίας για λαθροδιακινητές), πρέπει να σχεδιαστεί μια πολιτισμική στρατηγική, δια της οποίας θα καθίσταται δυνατή η συμβίωση. Ειδάλλως, οι τραγωδίες σαν αυτές της Μυρτώς ή της Νικολέττας θα καταστούν ο κανόνας, μαζί με τα άβατα γειτονιών και οσονούπω το αντάρτικο σε πόλεις και νησιά.

Κι όλα αυτά, επειδή κάποιοι επέλεξαν την μονομέρεια του Μεγάλου Αδελφού, προσέβλεπαν σε οικονομικά οφέλη (ΜΚΟ, αναθέσεις από την κυβέρνηση) και θέλησαν να το παίξουν «τρέντι» και «προχωρημένοι». Χωρίς κάποια αποτελεσματική στρατηγική που λαμβάνει υπ’ όψη και τις κρίσιμες πολιτισμικές διαστάσεις της ανθρώπινης συνύπαρξης, η μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας θα παραμείνει «για τα πανηγύρια».

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.