
Στον απόηχο της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου, αυτό που συγκρατούμε είναι ότι η μοίρα των Ελλήνων είναι συνυφασμένη με τα μεγάλα «όχι» που πρόφερε ο λαός και οι ηγέτες του. Αυτά θυμάται η ιστορία, καθώς τα συμβιβαστικά «ναι» περνούν στην ιστορική λήθη, συμπαρασύροντας και εκείνους που επέλεξαν την βολική κατάφαση πάνω από τα ζωτικά συμφέροντα του Γένους. Από την αρχαιότητα, το «όχι» των Ελλήνων προς τον περσικό τύραννο άλλαξε τον ρου της ιστορίας και διεφύλαξε τον δυτικό πολιτισμό. Η άρνηση υποταγής των Ρωμιών στην Φραγκοκρατία διεφύλαξε την Ορθόδοξη πίστη και τον ελληνικό πολιτισμό. Παράλληλα, το «όχι» του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και η ηρωϊκή του πτώση στην προσπάθεια να υπερασπιστεί την Κωνσταντινούπολη απέναντι στους Οθωμανούς ενέπνευσε, αιώνες αργότερα, τους Κλέφτες που έμελλαν να απελευθερώσουν και πάλι την Ελλάδα από τον τουρκικό ζυγό.
Στον 20ο αιώνα, η Ελλάδα κατάφερε να κάνει ιστορικές ανατροπές χάρη στα γενναία «όχι» που προέταξε απέναντι στην μοιρολατρία και τον φόβο. Οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι, όπου η Ελλάδα συμμετείχε με νωπές ακόμη τις αναμνήσεις από την χρεοκοπία και την ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο την δεκαετία του 1890, οδήγησαν την χώρα στον διπλασιασμό του εδάφους και πληθυσμού της. Παρόλο που η Βουλγαρία θεωρείτο αρχικώς ως η δύναμη που θα έπαιρνε την μερίδα του λέοντας από τις πολεμικές κατακτήσεις, η ευφυής στρατηγική και η γενναιότητα των Ελλήνων μαχητών οδήγησε στην απελευθέρωση της Ηπείρου και της Μακεδονίας, μαζί με το ιστορικό στολίδι της Θεσσαλονίκης. Στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, η Ελλάδα κατάφερε να υπερασπιστεί τα κέρδη της απέναντι στην Βουλγαρία, που διεκδικούσε ρόλο περιφερειακής δύναμης.

Παρόμοιες ιστορικές στιγμές έζησε η χώρα το 1940 κατά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καταγάγοντας την πρώτη νίκη απέναντι στην Ιταλία του Μουσολίνι. Η έκβαση του ελληνο-ιταλικού πολέμου εξέπληξε τους πάντες και έδειξε ότι οι δυνάμεις του Άξονα δεν ήταν ανίκητες. Το έπος του ’40 είναι ακόμη πιο θαυμαστό αν σκεφθεί κανείς ότι σχεδόν 20 χρόνια νωρίτερα, ο Ελληνισμός δέχθηκε ίσως το σκληρότερο πλήγμα στην ιστορία του, με την Μικρασιατική Καταστροφή. Χωρίς να έχει καταφέρει να συνέλθει πλήρως από την γενοκτονία αυτή, που δοκίμασε και τις αντοχές του ελληνικού κράτους, η Ελλάδα κατόρθωσε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του Β΄ ΠΠ και συνέβαλε καίρια στην ήττα της φασιστικής απειλής.
Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε στις δεκαετίες που πέρασαν στον οικονομικό τομέα και στην ανάπτυξη των κρατικών υποδομών, η άνοδος του βιωτικού επιπέδου μοιάζει να σχετίζεται άμεσα με την απώλεια του αντιστασιακού εκείνου πνεύματος που επέτρεψε ιστορικά την Ελλάδα να πρωταγωνιστεί στις διεθνείς εξελίξεις. Στην θέση της επικράτησε μια «ψοφιοσύνη», όπως την χαρακτηρίζει ο Ίων Δραγούμης. Η υποχωρητικότητα απέναντι στις τουρκικές αξιώσεις απειλεί να σβήσει κόκκινες γραμμές που είχαν διαμορφωθεί εδώ και δεκαετίες, επιφυλάσσοντας σοβαρούς κινδύνους για τον Ελληνισμό. Η Συμφωνία των Πρεσπών, όπου παραχωρήθηκε το μακεδονικό όνομα και την εθνότητα στους Σκοπιανούς αποτέλεσε πρωτοφανής υποχώρηση, χωρίς την εξασφάλιση κανενός κέρδους για την χώρα. Εσχάτως, η διπλωματική εγκατάλειψη της Κύπρου (γιατί η στρατιωτική εγκατάλειψη σημειώθηκε προ πολλού) κινδυνεύει να δημιουργήσει προηγούμενα που θα ερμηνευθούν ως παραίτηση της Ελλάδος από τον σημαντικό αυτό ενιαίο γεωγραφικό χώρο που αποτελεί ισχυρό χαρτί του Ελληνισμού σε μια δύσκολη περιοχή. Η υπογεννητικότητα και η σταθερή υποκατάσταση των αυτοχθόνων κατοίκων με μεταναστευτικές μάζες, κάποιες εκ των οποίων μοιάζουν να διάκεινται εχθρικά προς την χώρα, τον λαό και τον πολιτισμό της, συνιστούν και αυτές ζωτικές απειλές για την χώρα.
Πρωθυπουργοί κατώτεροι των περιστάσεων, Πρόεδροι της Δημοκρατίας που βρέθηκαν ελλιποβαρείς σε κρίσιμες στιγμές, υπουργοί και βουλευτές που υπηρέτησαν το προσωπικό τους συμφέρον αντί να υπηρετήσουν την χώρα και τόσα άλλα παραδείγματα παρακμής και υποτέλειας θα λησμονηθούν από την ιστορία ως ανάξιοι λόγου. Η ζημιά που προκάλεσαν, αν και μεγάλη, φαίνεται να μπορεί πάντα να επισκιαστεί από την ανατροπή και την δόξα που κομίζει ένα τίμιο και αληθινό «όχι». Ακόμη και όταν η συμφορά μοιάζει να έχει περικυκλώσει το Έθνος και η δίνη απειλεί να καταπιεί τα πάντα, ακούγεται ξαφνικά ένα «όχι» και αλλάζουν τα πάντα.
Το έχει μάλλον η μοίρα του λαού μας, από την εποχή του «Μολών Λαβέ» μέχρι εκείνη του «Αέρα!», να φανερώνει τον καλύτερο του εαυτό όταν τα πράγματα φτάσουν στο μη παρέκει. Φυσικά, ο πόλεμος δεν είναι παρά μία έκφανση του καθημερινού αγώνα που πρέπει να δίνει ο Ελληνισμός για να κρατηθεί ζωντανός μέσα σε ένα περιβάλλον αβέβαιο, όπου πολλοί κίνδυνοι ελλοχεύουν. Υπάρχουν πολλά πεδία δόξης λαμπρά, όπου μπορεί να προβληθεί μια ιστορική αντίσταση στις δυνάμεις που επιθυμούν να συνθλιβεί ο Ελληνισμός. Η παιδεία και ο πολιτισμός αποτελούν τα δύο κατεξοχήν παραδείγματα, όπως και η διακυβέρνηση της χώρας, η λειτουργία των θεσμών, κτλ.
Ίσως ο καλύτερος τρόπος να διατηρηθεί η συλλογική μνήμη των εθνικών μας επετείων είναι να θυμόμαστε πάντα τις αξίες και τα αγαθά για τα οποία πολέμησαν και θυσιάστηκαν οι πρόγονοί μας και να παραμείνουμε ταγμένοι να τις διαφυλάξουμε με θυσιαστική αυταπάρνηση, όταν οι συνθήκες το απαιτούν.