Μπορεί το ουκρανικό να απασχόλησε και πάλι την διεθνή κοινότητα στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον περασμένο μήνα, αλλά δύσκολα πλέον κρύβεται η υποκρισία της σε θέματα προστασίας λαών που κινδυνεύουν από τον εφιάλτη της εθνοκάθαρσης και του ξεριζωμού. Τραγικώτερο παράδειγμα δεν υπάρχει από αυτό των Αρμενίων του Ναγκόρνο Καραμπάχ (Αρτσάχ), του πανάρχαιου εκείνου αρμενικού θύλακα που βρίσκεται περικυκλωμένο από το εχθρικό Αζερμπαϊτζάν.

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η περιοχή αυτή βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση, με τους γηγενείς Αρμενίους να αγωνίζονται να προστατεύσουν την ταυτότητα, τα δικαιώματα και αυτή τούτη την ζωή τους κάτω από ένα ξένο και εχθρικό γι’ αυτούς καθεστώς που πλέον θα δρούσε ανεξάρτητα από την σοβιετική κηδεμονία. Ο πόλεμος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ που ξέσπασε στις αρχές τις δεκαετίες του 1990 έδωσε κάποια λύση για τον αρμενικό λαό που ζούσε εκεί, ως μειονότητα στις ίδιες τις πατρογονικές τους εστίες, εξαιτίας των διαιρετικών σχεδιασμών των κυνικών σοβιετικών προ δεκαετιών. Όμως, συν τω χρόνω, η ενεργειακή κρίση, οι γεωπολιτικές εξελίξεις και κάποια τραγικά λάθη εκ μέρους των Αρμενίων επέτρεψαν τους Αζέρους να επανακτήσουν το χαμένο έδαφος, με όλα τα στοιχεία να δείχνουν ότι έχουν επικρατήσει οριστικά στην περιοχή, προς το παρόν τουλάχιστον. Οι δύσμοιροι Αρμένιοι βιώνουν πλέον έναν νέο διωγμό, αδικημένοι και πάλι από την διεθνή κοινότητα, η οποία κλείνει τα μάτια της στα δεινά που υφίστανται για άλλη μια φορά

Οι Αζέροι επικρατούν, οι Αρμένιοι παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς

Ήδη, μετά την νέα επίθεση των αζερικών δυνάμεων στην εξασθενημένη από τις συγκρούσεις του 2020 και τον επακόλουθο αποκλεισμό της αυτόνομη περιοχής του Αρτσάχ, παρατηρείται κύμα μαζικής φυγής του αρμενικού πληθυσμού. Ο αρμενικός λαός που ζούσε εκεί αναγκάζεται να πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς και τρέχει προς την Αρμενία για να γλιτώσει από τις σφαγές και τις ατιμώσεις που υπολογίζεται ότι θα ακολουθήσουν με μαθηματική ακρίβεια. Όσοι δεν μπόρεσαν να φύγουν εγκαίρως έχουν αναζητήσει καταφύγιο στην ρωσική στρατιωτική βάση στην περιοχή, όμως, υπό τις παρούσες συνθήκες, η δυνατότητα των Ρώσων να λειτουργήσουν ως εγγυητές της ειρήνης, την στιγμή που βασίζονται στην συνεργασία των Τούρκων και Αζέρων λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, είναι αμφίβολη. Οι δε υποσχέσεις των Αζέρων περί προστασίας της Αρμενικής μειονότητας είναι δεν αξίζουν καν να σχολιαστούν, αφού η πικρά πείρα από το παρελθόν δίνει την καλύτερη απάντηση για τις απόψεις των Τούρκων και των συμμάχων τους περί ανθρωπισμού και προστασίας των μειονοτήτων.

Η στάση της διεθνούς κοινότητος – ειδικά της Δύσης, που αυτοδιαφημίζεται ως εγγυήτρια των δικαιωμάτων των λαών – υπήρξε όχι μόνο απογοητευτική, αλλά τελείως απαράδεκτη και άκρως υποκριτική. Δεν γίνεται εν ονόματι της δήθεν αλληλεγγύης προς την Ουκρανία, να έχουν υποχρεωθεί ολόκληροι λαοί να ζουν με φοβερές υστερήσεις λόγω της ενεργειακής και διατροφικής κρίσης που δημιούργησαν οι αποτυχημένες δυτικές κυρώσεις, και να στέκονται ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ παγερά αδιάφορες για τα όσα διαδραματίζονται αυτή την στιγμή στο Αρτσάχ.

Προφανώς, ακόμη και η γενικότερη προβολή και αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας που επιτεύχθηκε στην Δύση τα τελευταία χρόνια συνέβαλε ελάχιστα στην αποφυγή της επανάληψης των πρακτικών που κάποτε οδήγησαν στην Αρμενική γενοκτονία. Κι όμως, θα πρέπει να βγει κανείς με το φανάρι, σαν τον Διογένη που έψαχνε να βρει έναν τίμιο άνθρωπο, για να εντοπίσει κάποιον από τους πολύκροτους και θορυβώδεις δικαιωματιστές ή τα στρατολογημένα έντυπα του γοουκισμού να καταδικάζουν την εθνοκάθαρση που πραγματοποιεί σήμερα το Αζερμπαϊτζάν εις βάρος των Αρμενίων. Ακόμη και οι Ρώσοι, που υποτίθεται ότι εξαπέλυσαν την επίθεση στην Ουκρανία εξαιτίας της στοχοποίησης του ρωσόφωνου πληθυσμού της Ανατολικής Ουκρανίας από το καθεστώς του Κιέβου, έδωσαν ρεσιτάλ κυνικότητας, αποκαλώντας την αζερική επίθεση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ (όπου, σημειωτέον, φέρεται να σκοτώθηκαν και Ρώσοι στρατιώτες) εσωτερική υπόθεση του Αζερμπαϊτζάν.

Διεθνές δίκαιο και διεθνείς σχέσεις, δύο αντίθετες έννοιες

Φυσικά, στις διεθνείς σχέσεις δεν ισχύει η έννοια του φιλότιμου, ούτε πορεύονται τα κράτη με βάση της δικαιοσύνης. Εκεί επικρατεί η αρχή των συμφερόντων και του προσωπικού οφέλους. Υπό αυτή την έννοια, μερίδιο ευθύνης φέρουν και οι κυβερνώντες της Αρμενίας, που άφησαν την κατάσταση να φτάσει στο σημείο αυτό εξαιτίας τραγικών λαθών και εγκληματική έλλειψη σχεδιασμού. Μοιραίο ρόλο φαίνεται ότι ανήκει στην κυβέρνηση του Αρμενίου πρωθυπουργού κ. Νικόλ Πασινιάν, υπό των ημερών του οποίου ξαναβίωσαν οι Αρμένιοι την τραγωδία του βίαιου εκτοπισμού. Χωρίς να μπορεί να είμαστε βέβαιοι για τις πραγματικές προθέσεις των Ρώσων και τι ακριβώς θα έπρατταν εάν οι σχέσεις των δύο χωρών υπήρξαν στενότερες, η επιχειρούμενη στροφή του κ. Πασινιάν προς την Δύση και το δέσιμο της χώρας στο δυτικό άρμα έδωσε την αφορμή στους Ρώσους να αποποιηθούν κάθε υποχρέωση έμπρακτης βοήθειας προς τους πάλαι ποτέ Αρμενίους συμμάχους τους. Βέβαια, οι εξελίξεις αυτές αφήνουν και τους δυτικούς έκθετους, αφού η απροθυμία τους να εγγυηθούν την διατήρηση του στάτους κβο στο Αρτσάχ εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για την έμπρακτη αξία της προσχώρησης ενός σχετικά αδύναμου κράτους στις δυτικές «σταυροφορίες», μόνο και μόνο για να βρίσκεται στην «σωστή πλευρά της ιστορίας», χωρίς να απολαμβάνει το αποκούμπι της αμυντικής αλληλεγγύης όταν βρεθεί αντιμέτωπο με υπαρξιακές απειλές.

Εάν τα παθήματα του αρμενικού λαού παρουσιάζει ομοιότητες με αυτά του ελληνικού, ασφαλώς και δεν πρόκειται περί συμπτώσεως. Το θέμα είναι εάν μπορεί ο ελληνικός λαός να διδαχθεί από τα όσα βιώνουν σήμερα οι Αρμένιοι και να καταφέρει να αποφύγει την ίδια μοίρα που πλανάται απειλητικά απέναντί του. Άλλωστε, οι γενοκτονίες που βίωσαν τα δύο έθνη στις αρχές του 20ου αιώνα δεν αφήνουν περιθώριο παράβλεψης των σημερινών γεγονότων. Αμφότερα τα έθνη προδόθηκαν από την Δύση κατά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν τους εγκατέλειψε στις βάρβαρες ορέξεις της τουρκικής θηριωδίας. Επίσης, η Σοβιετική Ένωση έπαιξε έναν ιδιαιτέρως αρνητικό ρόλο, ενισχύοντας τις δυνάμεις του Μουσταφά Κεμάλ οικονομικά και στρατιωτικά. Παράλληλα, στην περίπτωση της Αρμενίας, η ιδιότροπη χάραξη των συνόρων των κρατιδίων που αποτελούσαν την ΕΣΣΔ ευθύνεται για την αποκοπή του καθαρά αρμενικού Ναγκόρνο-Καραμπάχ από την Αρμενία και την ενσωμάτωση της στο Αζερμπαϊτζάν, σύμφωνα με την αρχή του «διαίρει και βασίλευε». Φυσικά, ούτε η Ελλάδα τότε, με την αποστολή ενόπλων δυνάμεων που συμμετείχαν σε πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον του σοβιετικού καθεστώτος το 1920, ούτε η Αρμενία σήμερα, με την δυτική στροφή που πραγματοποιεί (προφανώς άνευ εγγυήσεων) βοήθησαν τους εαυτούς τους, επαναπαυόμενοι ότι θα τύχουν υψηλής προστασίας από τους πάτρωνές τους…

Το πάθημα των Αρμενίων ας γίνει μάθημα για την Ελλάδα

Η δήλωση Πασινιάν ότι δεν υφίστανται αρμενικές στρατιωτικές δυνάμεις στο Αρτσάχ σήμερα για να υπερασπιστούν τους συμπατριώτες του θυμίζει σε μεγάλο βαθμό και την δήλωση Καραμανλή ότι η «Κύπρος κείται μακράν», για να δικαιολογήσει την απροθυμία αποστολής ελληνικών στρατευμάτων προς υπεράσπιση της ελληνικότατης Κύπρου. Η αποχώρηση του ελληνικού συντάγματος από την Κύπρο λίγα χρόνια πριν την εισβολή του Αττίλα, όπως και η μη πρόβλεψη περί έγκαιρης θωράκισης τους Αρτσάχ απέναντι στην αζερική απειλή, υπήρξε καθοριστική για την τελική επικράτηση των εχθρικών δυνάμεων και τις τραγωδίες που βίωσαν τα δύο έθνη. Τα γεγονότα αυτά δεν μπορεί παρά να προβληματίζουν όταν ακούμε τους Τούρκους να απαιτούν σήμερα την αποστρατιωτικοποίηση του Αιγαίου και κάποιους Έλληνες πολιτικούς να δείχνουν πρόθυμοι να συζητήσουν ένα τέτοιο αυτοκτονικό ενδεχόμενο.

Ομοίως, η τάση της σημερινής κυβέρνησης να αποκλείει την δίκαιη λύση του Κυπριακού από το πλαίσιο της επαναπροσέγγισης με την Τουρκία δημιουργεί επικίνδυνες καταστάσεις στην περιοχή και αφήνει την Κύπρο περισσότερο ευάλωτη στην τουρκική επιθετικότητα, που δεν παύει να αποτελεί ζωτική απειλή για τον κυπριακό Ελληνισμό. Για να μην βρεθεί, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση σε παρόμοια δύσκολη θέση με αυτήν του κ. Πασινιάν σήμερα και προπαντώς, για να μην βιώσει ο Ελληνισμός της Κύπρου ή του αρχιπελάγους αυτά που ζουν οι Αρμένιοι του Αρτσάχ σήμερα, χρειάζεται αναθεώρηση της μέχρι τώρα διαπραγματευτικής στρατηγικής και υιοθέτηση μια πραγματικά υψηλής στρατηγικής που θα αποβλέπει στην προστασία του όπου γης Ελληνισμού, όχι στην άκριτη εξυπηρέτηση οθνείων συμφερόντων, διαμέσου των οποίων δεν διασφαλίζονται καν τα ημέτερα.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.