
Η κλιμάκωση της ανθελληνικής ρητορικής εκ μέρους της Άγκυρας ανεβάζει τον υβριδικό πόλεμο που διεξάγει η Τουρκία εις βάρος της Ελλάδας σε «άλλη πίστα». Με τα τερατώδη ψεύδη που προέρχονται από τα πλέον επίσημα χείλη, αυτά του Τούρκου προέδρου και των υπουργών του, επιχειρείται να εμφανιστεί η Ελλάδα ως θύτης, αντί για θύμα του τουρκικού επεκτατισμού. Η παράσταση του κ. Ερντογάν στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών την περασμένη εβδομάδα μπορεί να έβριθε θράσους και ψεμάτων, αλλά στην σημερινή εποχή των «ψευδών ειδήσεων», αυτό ενδέχεται να μην αποτελεί καν μειονέκτημα. Αρκετές φορές, οι εξελίξεις καθορίζονται από την επικρατούσα εικόνα που διαμορφώνουν οι χαλιμάδες των ΜΜΕ και όχι από την αλήθεια των πραγμάτων.
Την ομιλία του «σουλτάνου» θα την ζήλευαν πραγματικά οι Χίτλερ και Γκαίμπελς. Στον τελευταίο, άλλωστε, ανήκει και η γνωστή φράση «ρίξε λάσπη και στο τέλος κάτι θα μείνει». Θα ήταν τεράστιο λάθος να υποβαθμιστεί ο κίνδυνος που σχετίζεται με την συντονισμένη εκστρατεία παραπληροφόρησης στην οποία επιδίδεται η Τουρκία. Το να αποδίδονται οι κατηγορίες που εκτοξεύει ο κ. Ερντογάν στα συνήθη παραληρήματά του ισοδυναμεί με εθελοτυφλία.

Προοίμιο στρατιωτικής επιχείρησης η εμπρηστική ρητορική;
Δεν υπάρχουν περιθώρια για καθησυχασμό της κοινωνίας, ούτε για εφησυχασμό των κρατικών αρχών και των κομμάτων, διότι οι επαναλαμβανόμενες λεκτικές επιθέσεις της τουρκικής κυβέρνησης εις βάρος της πατρίδας μας προλειάνουν το έδαφος για μια ενδεχόμενη στρατιωτική επίθεση. Ο «σουλτάνος» μπορεί να είναι εκρηκτικός σαν χαρακτήρας και αμετροεπής στις δηλώσεις του, αλλά είναι επίσης ένας δυνατός «παίχτης» διεθνούς επιπέδου που καταφέρνει να κάνει «τσαλίμια» σε Δύση και Ανατολή για δυο δεκαετίες τώρα, χωρίς να έχει πάθει το παραμικρό μέχρι στιγμής. Συνεπώς, δεν είναι φρόνιμο να τον υποτιμάμε. Αντιθέτως, θα πρέπει οι δηλώσεις αυτές να εκληφθούν ως αυτό που πραγματικά είναι – ένα μέσο παράκαμψης της ελλαδικής άμυνας απέναντι στην εργαλειοποίηση της λαθρομετανάστευσης, η οποία τοποθετεί ωρολογιακές βόμβες εντός της ελληνικής επικράτειας.
Επιπλέον, η τακτική αυτή στοχεύει στο να αλλάξει την πραγματικότητα, καθιστώντας την Ελλάδα υπόλογη έναντι της διεθνούς κοινότητας για την κατάσταση των λαθρομεταναστών. Αφού, λοιπόν, αμαυρωθεί η διεθνής εικόνα της Ελλάδας και καλλιεργηθεί το επιθυμητό αφήγημα, το οποίο θα παρουσιάζει την Ελλάδα ως θύτη, στην προσπάθειά της να ασφαλίσει τα σύνορά της, θα μπορεί, στην συνέχεια, να δικαιολογήσει η Τουρκία την στρατιωτική παρέμβαση που θα επιλέξει (για «ανθρωπιστικούς» κατά πάντα λόγους).
Η Τουρκία βαδίζει στα γνωστά μονοπάτια του παρελθόντος
Το σενάριο δεν είναι καινούργιο και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη οξυδέρκεια να αντιληφθεί κανείς αυτό που σχεδιάζει η Άγκυρα. Το έχουμε ξαναζήσει με την τραγωδία του Κυπριακού και την εισβολή του Αττίλα το 1974. Σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, η Κύπρος παραμένει διχοτομημένη, με το βόρειο τμήμα της να τελεί υπό τουρκική κατοχή ενώ οι διεθνείς οργανισμοί… δίνουν ρεσιτάλ υποκρισίας. Ο χειρισμός των συνομιλιών από τον ΟΗΕ, όπου εξισώνονται οι δυο πλευρές και παραβλέπονται τα όσα εγκληματικά επέβαλε η Άγκυρα, σχεδόν δικαιώνει τις παρανομίες των Τούρκων. Το ίδιο ισχύει για την ΕΕ, όπου επιδεικνύει περίτρανα τον γεωπολιτικό νανισμό της, αποδεχόμενη την παράνομη κατοχή της βόρειας περιοχής της Κύπρου, χωρίς να επιβάλει την παραμικρή κύρωση στην Τουρκία.
Παρεμπιπτόντως, εάν η εργαλειοποίηση της λαθρομετάναστευσης αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την Ελλάδα, τότε για την Κύπρο, αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο. Η επέλαση των παράνομων μεταναστών από τα κατεχόμενα στην ελεύθερη πλευρά ισοδυναμεί με εποικισμό. Σε λίγο, οι Κύπριοι θα αποτελούν μειονότητα στην ίδια τους την πατρίδα, με αποτέλεσμα τα ελεύθερα νότια εδάφη του νησιού να πάθουν ό,τι και τα βόρεια κατεχόμενα, όπου κάποτε κυριαρχούσαν οι ελληνοκύπριοι γηγενείς κάτοικοι!
Η στρατηγική του κ. Ερντογάν θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και από την εξέλιξη της ρωσο-ουκρανικής σύρραξης, όπου ο Ρώσος πρόεδρος επικαλέστηκε την φυσική εξόντωση του ρωσόφωνου πληθυσμού της ανατολικής Ουκρανίας από την κυβέρνηση του Κιέβου για να δικαιολογήσει την εισβολή σε ουκρανικό έδαφος και την προσάρτηση των περιοχών αυτών. Κι αν στην περίπτωση αυτή ίσχυαν σε κάποιο βαθμό οι κατηγορίες του κ. Πούτιν, αφού υπάρχει πόρισμα από το ίδιο το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που κάνει λόγο για «περιορισμό βασικών ελευθεριών» επί κυβερνήσεως Ζελένσκι, στην Ελλάδα και την Κύπρο κάτι ανάλογο δεν ισχύει. Περίτρανη απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα μεγάλωσε και προοδεύει εν αντιθέσει με την κοινότητα των Ρωμιών στην Τουρκία, η οποία σήμερα απειλείται με εξαφάνιση. Στην Κύπρο, οι Τουρκοκύπριοι χαίρουν ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες στην Κυπριακή Δημοκρατία και πολλοί είναι εκείνοι που προσήλθαν στα ελεύθερα εδάφη, για να αποφύγουν την διάκριση που υφίστανται στα κατεχόμενα από τις ψευδοαρχές και τους παράνομους Τούρκους εποίκους.
Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν σημασία, αφού μετράει μόνο το αποτέλεσμα. Η αδράνεια της διεθνούς κοινότητας για την δίκαιη επίλυση του Κυπριακού και τα de facto αποτελέσματα που ενδέχεται να προκύψουν στην Ουκρανία θα χρησιμοποιηθούν ως πάτημα από την Τουρκία για τα μελλοντικά σχέδιά της στο Αιγαίο.
Η Ελλάδα αντιμέτωπη με εξωτερικές και εσωτερικές απειλές
Μπροστά στον ορατό αυτό κίνδυνο, η Ελλάδα έχει μπροστά της ένα διμέτωπο αγώνα. Πρώτον, την αποκατάσταση της αλήθειας και την ανάδειξη του αποσταθεροποιητικού ρόλου της Τουρκίας, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο λαθροδιακινητή της περιοχής, εξασφαλίζοντας τεράστια οικονομικά κέρδη, μαζί με στρατιωτικό πλεονέκτημα. Η δράση της Άγκυρας πρέπει να καταγγελθεί σε όλες τις αρμόδιες διεθνείς οργανώσεις και θα πρέπει να απαιτήσει η Ελλάδα να κλείσει επιτέλους η στρόφιγγα με το άφθονο ευρωπαϊκό κοινοτικό χρήμα που εισρέει στην Τουρκία για την υποτιθέμενη φιλοξενία μεταναστών και προσφύγων όσο εκείνη επιμένει να υποσκάπτει τα σύνορα της Ευρώπης.
Δεύτερον, πρέπει να βάλει τάξη στο εσωτερικό μέτωπο και την πέμπτη φάλαγγα που έχει δημιουργηθεί, με την ανεξέλεγκτη δράση σκοτεινών ΜΚΟ και την ανεύθυνη αντιπολιτευτική ρητορική που στρέφεται ενάντια στην ίδια την χώρα. Η διασπορά ψευδών ειδήσεων τον περασμένο Αύγουστο για τον δήθεν θάνατο νεαρής λαθρομετανάστριας στον Έβρο, εντός ελληνικών συνόρων, που παραλίγο να προκαλέσει διπλωματικό επεισόδιο με την Τουρκία, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Παρόλο που η είδηση αποδείχθηκε εντελώς ψεύτικη, όχι μόνο δεν υπήρξε επίσημη συγγνώμη από τα αντιπολιτευόμενα κόμματα που υιοθέτησαν άκριτα την είδησή αυτή και την αναπαρήγαγαν, αλλά κάποια προβεβλημένα στελέχη τους επιμένουν να την διασπέρνουν ακόμη και σήμερα!
Κι επειδή η λαθρομετανάστευση έχει αποδειχθεί μεγάλη μπίζνα, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να φέρει όσους εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να προσκομίσουν οικονομικά οφέλη προ των ευθυνών τους. Χρειάζονται εξονυχιστικοί έλεγχοι στα ταμεία των ΜΚΟ, που μέχρι τώρα δρούσαν ως κράτος εν κράτει, και όπου βρεθούν έστω και ελάχιστες παρατυπίες, να αναστέλλεται η λειτουργία τους. Δεν γίνεται να εξαντλεί το κράτος όλη την αυστηρότητά του στον εκάστοτε Έλληνα φορολογούμενο ή μικροεπιχειρηματία και να αλληθωρίζει όταν πρόκειται για ΜΚΟ.
Σε πολιτικό επίπεδο, άσχετα με τις πολιτικο-οικονομικές ιδεολογικές προτιμήσεις οποιουδήποτε, όταν η ρητορική ενός κόμματος και αυτοαποκαλούμενων «ακτιβιστών» ακούγεται παρόμοια με αυτήν των τουρκικών αρχών, οι οποίες απειλούν την χώρα με πόλεμο, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί πριν είναι αργά. Αν δεν αποκαλυφθούν οι ρεμούλες που αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο του όλου λαθρομεταναστευτικού ζητήματος, οι σημαιοφόροι του θα κρύβονται πάντοτε κάτω από το δήθεν ανθρωπιστικό πέπλο που σκεπάζει όλα τα χαρακτηριστικά του φαινομένου αυτού – την εκμετάλλευση, τον παράνομο πλουτισμό και την εργαλειοποίηση της ανθρώπινης δυστυχίας.
Εάν η κυβέρνηση δεν δημιουργήσει το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο για να αντιμετωπιστεί η σοβαρή αυτή απειλή, είναι εξίσου συνένοχη. Για παράδειγμα, η πλατφόρμα της κυβέρνησης που επιτρέπει την απεριόριστη(;) υποβολή μεταγενέστερων αιτήσεων ασύλου μετά την τελεσίδικη απόρριψη του αρχικού αιτήματος είναι σίγουρα μια λάθος κίνηση που υπονομεύει την προσπάθεια αποτροπής των ανεξέλεγκτων εισροών.
Η εμπρηστική ρητορική Ερντογάν πρέπει να λειτουργήσει ως καμπάνα κινδύνου. Δηλώνει τους σκοτεινούς σκοπούς του τουρκικού κράτους, αλλά αποκαλύπτει και την πρόθεση των ελληνικών αρχών και κομμάτων να αντιταχθούν σε αυτούς ή να τους εξυπηρετήσουν.