
Αυτό το καλοκαίρι, η κινητικότητα της Ελλάδας στην διεθνή σκακιέρα είναι έντονη, αλλά παράλληλα ανησυχητική, διότι επιχειρεί να τα βάλει με αντιπάλους που υπερέχουν σε υλικό και δύναμη. Οι κινήσεις Κοτζιά εις βάρος της Ρωσίας έλαβαν ήδη την πρώτη ανταπόδοση, με την Μόσχα να ανακοινώνει την απέλαση δύο μελών της Ελληνικής διπλωματικής αποστολής και την απαγόρευση της εισόδου του διευθυντή του γραφείου του Έλληνα υπουργού στην χώρα. Μέχρι εδώ, σχετικά μικρό το κακό…
Η αναμενόμενη αυτή απάντηση της ρωσικής διπλωματίας στην ξαφνική στροφή του άλλοτε φιλορώσου κ. Κοτζιά ακολουθήθηκε όμως από μια δήλωση του Ρώσου πρωθυπουργού κ. Μεντβέντεφ η οποία σαφώς εγκυμονεί μεγαλύτερους κινδύνους και οφείλει να προβληματίσει κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Αντιδρώντας στην προσπάθεια ένταξης της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ, ο κ. Μεντβέντεφ κάλεσε σε πρόσφατη συνέντευξή του την Ατλαντική Συμμαχία να εφαρμόσει το διπλωματικό κόλπο της είτε στο Κόσοβο, είτε στην «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου».
Σημειώνεται ότι το Ψευδοκράτος αποκαλείται με το παραπάνω όνομα μόνο από την Τουρκία, καθώς μέχρι στιγμής καμία άλλη χώρα δεν έχει προχωρήσει στην αναγνώριση του συγκεκριμένου κράτους. Φυσικά, κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν η αναφορά του δευτέρου τη τάξει Ρώσου αξιωματούχου, με την οποία φρόντισε να θυμίσει στην Ελλάδα τα οφέλη μιας εξισορροπημένης πολιτικής και διατήρησης φιλικών σχέσεων με την Ρωσία.
Η πρόσφατη συμμαχία Ρωσίας-Τουρκίας ευθύνεται, φυσικά, σε ένα βαθμό για το αλγεινό λεκτικό λάκτισμα προς τον Ελληνισμό, αλλά ο ξαφνικός «κοκορισμός» που επιδεικνύει το ΥΠΕΞ έναντι της Ρωσίας σίγουρα δεν βοηθάει την κατάσταση. Το γεγονός ότι ο σημερινός Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα υπηρέτησε προηγουμένως στην Ουκρανία και επιδεικνύει μια ιδιαίτερα δυναμική (παρεμβατική;) παρουσία στην Ελλάδα έρχεται να περιπλέξει το θέμα περισσότερο. Εν τω μεταξύ, η διάσταση της συγκεκριμένης παρτίδας σκακιού μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας αναλαμβάνει πολλαπλές διαστάσεις, ξεφεύγοντας από το καθαρά διπλωματικό πεδίο.
Η εκκλησιαστική διάσταση της γεωπολιτικής διένεξης
Μαζί με τις κινήσεις του ΝΑΤΟ, προωθείται και η εκκλησιαστική αυτοκεφαλία της Ουκρανίας. Στην σημερινή Ουκρανία, ο ορθόδοξος πληθυσμός είναι διαιρεμένος, αφού λειτουργεί η κανονικώς αναγνωρισμένη Μητρόπολη Κιέβου, η οποία τελεί υπό την διοικητική επίβλεψη της Ρωσίας (αν και τυπικά θεωρείται εξαρχία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με υποχρέωση μνημόνευσης του Οικουμενικού Πατριάρχη, κάτι που από παρασπονδία δεν τηρείται σήμερα) και το Πατριαρχείο Ουκρανίας, το οποίο λειτουργεί ανεξάρτητα από την Ρωσία και δεν αναγνωρίζεται μέχρι τώρα από τις υπόλοιπες ορθόδοξες εκκλησίες του κόσμου.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, θα συγκληθεί σύνοδος των ανά τον κόσμο ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου, μεταξύ άλλων, αναμένεται να συζητηθεί και το αίτημα του λεγόμενου Πατριαρχείου Ουκρανίας (και των κρατούντων πολιτικών αρχών του τόπου) να αναγνωριστεί κανονικώς και να χορηγηθεί αυτοκεφαλία στην Εκκλησία της Ουκρανίας. Φυσικά, η ύπαρξη σχίσματος σε μια χώρα τόσο μεγάλη όσο η Ουκρανία οφείλει να θεραπευθεί και μέχρι ενός σημείου, οι ενέργειες των περασμένων μηνών αποσκοπούν προς αυτόν το στόχο, αλλά σίγουρα υπάρχει και η υποβόσκουσα διάσταση ενός εκκλησιαστικού «μπρα ντε φερ» μεταξύ του πρώτου τη τάξει Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Πατριαρχείου Μόσχας, το οποίο, διαχρονικά, δείχνει να ορέγεται την πρωτοκαθεδρία της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.
Αν το ζήτημα ήταν περιορισμένο στην καθαρά εκκλησιαστική του διάσταση, θα ήταν λιγότερο ανησυχητικό (αν και η ύπαρξη πανορθοδόξου σχίσματος σε περίπτωση κάποιας μονομερούς ενέργειας αποτελεί μια πολύ επικίνδυνη και απευκταία εξέλιξη), όμως τώρα έχουν ανακατευτεί και οι πολιτικοί, που σημαίνει ότι η κατάσταση ενδέχεται να οξυνθεί περαιτέρω. Βέβαια, ακόμη και επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υπήρχε μια φανερή πολιτική διάσταση στις εκκλησιαστικές διενέξεις, αλλά, το ενδεχόμενο αυτό είναι ακόμη πιο δυσμενές αν λογιστεί κανείς ότι η μια πρωταγωνίστρια χώρα της συγκεκριμένης παρτίδας δεν είναι καν Ορθόδοξη, αλλά γέννημα της Εσπερίας και του Προτεσταντισμού, η οποία ιστορικά αξιολογήθηκε τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό επικινδυνότητας με τον επελαύνοντα Μωαμεθανισμό.
Ισορροπώντας ανάμεσα σε δύο βάρκες
Η Ελλάδα, λόγω γεωπολιτικής θέσης, βρίσκεται για πολλοστή φορά στην μέση μιας γεωπολιτικής μάχης μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στο παρελθόν, έχει υποστεί πολλά από αμφότερους τους σύμμαχους και εταίρους της, ειδικά όταν αποφάσιζε να στραφεί ολοκληρωτικά εναντίον μιας πλευράς, ταυτίζοντας τον εαυτό της απόλυτα με την άλλη.
Οι περιστάσεις απαιτούν και πάλι να ανακαλύψει η Ελλάδα την τέχνη της τήρησης των λεπτών ισορροπιών και να εντρυφήσει στην Βυζαντινή στρατηγική και διπλωματία που κάποτε ασκούσε με τόση μαεστρία. Οι κοκορισμοί πληρώνονται και ενίοτε ακριβά.