Δεν πρόλαβε καλά-καλά να ξεκινήσει ο πολυδιαφημισμένος ελληνοτουρκικός διάλογος και ήρθαν οι πρώτες «ψυχρολουσίες» για να διαλύσουν έστω και την παραμικρή ψευδαίσθηση που μπορεί να υπήρχε για την στροφή του Τούρκου προέδρου προς την Δύση και τον ασπασμό ενός πνεύματος συνδιαλλαγής. Οι φιέστες και μεγαλοστομίες στην Άγκυρα και το ψευδοκράτος για την επέτειο της εισβολής του «Αττίλα» αποτελούν ετήσια υπενθύμιση της σκληρής και τραγικής πραγματικότητας. Επιπλέον, η αδικαιολόγητη αρχική απόφαση της Άγκυρας να μην επιτρέψει την τέλεση θείας Λειτουργίας ανήμερα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα υπογραμμίζει ότι οι Τούρκοι δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν πίσω ακόμη και σε θέματα όπου δεν έχουν τίποτε να χάσουν, αλλά αντιθέτως αρκετά να κερδίσουν. Το ότι η Άγκυρα αναθεώρησε την αρχική απόφασή της και συναίνεσε εν τέλει στο αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν πρέπει να μάς ξεγελά. Το γεγονός ότι έπρεπε να κινηθεί ολόκληρος διπλωματικός μηχανισμός για να επιτευχθεί το αυτονόητο μάς δείχνει ότι ακόμη και το θεωρητικά ιδανικό σενάριο μιας win-win επίλυσης ενός προβλήματος είναι δυσάρεστη για την Τουρκία, η οποία προφανώς δεν επιθυμεί τίποτε λιγότερο από ένα win-lose, όπου αυτή έχει μόνο να κερδίζει εις βάρος της άλλης πλευράς.

Ως γνωστόν, η Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα αποτελεί ένα σημαντικό προσκύνημα της Ρωμιοσύνης, αλλά και σημαντικό κομμάτι της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας, αναγνωρισμένη επισήμως και από την UNESCO. Από το 2010, όταν επετράπη η επαναλειτουργία του μοναστηριακού ναού ανήμερα της πανηγύρεως του, προσελκύει ετησίως χιλιάδες προσκυνητές, η παρουσία των οποίων ενισχύει φυσικά τον τοπικό τουρισμό και την τουρκική οικονομία. Παράλληλα, η κίνηση αυτή έκανε πολλά για να σουλουπώσει την τσαλακωμένη εικόνα της Τουρκίας σχετικά με βασικές ελευθερίες που πρέπει να υπάρχουν σε ένα σύγχρονο κράτος, όπως είναι π.χ. η θρησκευτική ελευθερία. Η ετήσια λειτουργία που τελείται στην Παναγία Σουμελά αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο για το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών για να αντιμετωπίσει, δημοσιοσχεστικά τουλάχιστον, τις πολλές κατηγορίες που βαρύνουν την Άγκυρα για τις τόσες παραβιάσεις και αδικίες της εις βάρος του μη μουσουλμανικού πληθυσμού της.

Ούτε με win-win λύση δεν χορταίνει η αδηφάγος Τουρκία

Ωστόσο, ακόμη με δεδομένα τα κέρδη αυτά, η Άγκυρα θεώρησε τουλάχιστον αρχικά ότι ήταν προτιμότερο να μην επιτρέψει να λειτουργηθεί η Παναγία Σουμελά φέτος το δεκαπενταύγουστο και να υποστεί οικονομικές απώλειες και περαιτέρω επιβάρυνση της δημόσιας εικόνας της από το να κερδίσει κάτι ο Ελληνισμός χωρίς άμεσο αντάλλαγμα. Ενδεχομένως, επειδή ο χρόνος πίεζε και δεν προλάβαινε να παζαρέψει κάτι για να πει το «ναι» στο αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η πρώτη αντίδρασή της ήταν να αρνηθεί. Προφανώς, είχε μόνο να κερδίσει από μια θετική απάντηση στο αίτημα, όμως, επειδή η άλλη πλευρά θα κέρδιζε επίσης, χωρίς μάλιστα να χάσει κάτι, κρίθηκε ασύμφορο!

Αυτή είναι η Τουρκία, αυτό είναι το σκεπτικό της διαχρονικά. Άρα, το αμείλικτο ερώτημα που πλανάται είναι τι ακριβώς πιστεύει ότι θα διαπραγματευθεί η σημερινή ελληνική κυβέρνηση με την κυβέρνηση Ερντογάν; Εφόσον η Άγκυρα δείχνει τις προθέσεις της ακόμη και σε «αβλαβή» ζητήματα που θεωρητικά προσφέρουν μόνο κέρδη σε αμφότερες τις πλευρές, τί ακριβώς περιμένουμε να γίνει όταν φτάσουν οι διαπραγματεύσεις σε πραγματικά ακανθώδη θέματα; Πιστεύει κανείς στα αλήθεια ότι υπάρχει έστω και η απειροελάχιστη πιθανότητα να δείξει η Τουρκία διάθεση συμβιβασμού ή να εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές θέσεις της; Προφανώς και όχι, γι’ αυτό και η μόνη πλευρά που έσπευσε να μιλήσει για «υποχωρήσεις» είναι η ελληνική, δια στόματος του πρωθυπουργού!

Ο Αττίλας πλησιάζει τα πενήντα, μα η Δύση παραμένει ασυγκίνητη

Αλλά και να μην υπήρχαν τα τερτίπια των Τούρκων για την έκδοση μιας τυπικής άδειας για να λειτουργηθεί η Παναγία Σουμελά, μάς φτάνει ένα και μόνο παράδειγμα, που θα έπρεπε να ντροπιάζει την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και όλον το πολιτισμένο κόσμο. Πρόκειται για την συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου, που παραμένει διαιρεμένη για σχεδόν μισό αιώνα. Όσο υπάρχουν κατοχικές δυνάμεις της Τουρκίας στο νησί, για ποια ελληνοτουρκική συνδιαλλαγή μπορούμε να μιλήσουμε; Ακόμη και σήμερα, σχεδόν 5 δεκαετίες αργότερα, ανακαλύπτονται ομαδικοί τάφοι με θύματα που δολοφονήθηκαν στυγνά από τις δυνάμεις του Αττίλα, ζουν ακόμη θύματα βιασμού και άλλων ατιμωτικών και απάνθρωπων πράξεων που μπορούν να διηγηθούν τις τουρκικές αντιλήψεις περί «ειρηνικής συμβίωσης» και συνεκμετάλλευσης, στέκονται ακόμη οι περιουσίες των ελληνοκυπρίων που αρπάχτηκαν από τους κατακτητές και οι ναοί μας, που μετετράπησαν σε στάβλους και ποιος ξέρει τι άλλο, αποτελώντας απτό παράδειγμα για τις προθέσεις και το πολιτισμικό επίπεδο εκείνων με τους οποίους σπεύδουμε να συνδιαλεχθούμε.

Και να ήθελε κανείς να διαχωρίσει το Κυπριακό από την ατζέντα των ελληνοτουρκικών, θεωρώντας το ξένο κράτος (όπως κακώς κάνει η ελλαδική διπλωματία εσχάτως), το γεγονός ότι η Τουρκία κατέχει παράνομα το έδαφος ενός κράτους-μέλους της ΕΕ θα έπρεπε να ήταν αρκετό για να υψωθεί ένα πανευρωπαϊκό τείχος αλληλεγγύης υπέρ του κυπριακού λαού και να καταστεί ξεκάθαρο στην Τουρκία ότι όσο κατέχει Ευρωπαϊκό έδαφος δεν έχει να ελπίσει σε καμμία βελτίωση των τουρκο-ευρωπαϊκών σχέσεων. Το γεγονός ότι δεν γίνεται αυτό αποτελεί ντροπή τόσο για την Αθήνα, όσο και για τις Βρυξέλλες.

Η συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου αποδεικνύει την γεωπολιτική γύμνια της ΕΕ, αλλά και την βαθιά υποκρισία του ΝΑΤΟ, που μιλάει ελαφρά τη καρδία για δημοκρατία και ελευθερία στην Ουκρανία, παραβλέποντας το συνεχιζόμενο δράμα που βιώνει η μαρτυρική Κύπρος από το 1974.

Μπορεί ο ελληνοτουρκικός διάλογος να είναι ένα «αναγκαίο κακό» στο πλαίσιο της διεθνούς διπλωματίας, αλλά πέρα από την επανάληψη της μονωδίας για το ένα και μοναδικό θέμα που έχει να λύσει η Αθήνα με την Τουρκία σχετικά με τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, οφείλει να τονίζει με κάθε ευκαιρία και προς πάσα κατεύθυνση ότι όσο συντηρείται η παράνομη κατοχή της Κύπρου, το έδαφος για μια πραγματική ελληνοτουρκική συνεννόηση παραμένει σαθρό. Κι επειδή το σαθρό είναι και επικίνδυνο, ας προσέχουν όσοι ονειρεύονται να κάνουν εθνικά επικίνδυνες πιρουέτες πάνω στο έδαφος αυτό, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να πέσουν μέσα. Ας προσέχουμε κι εμείς, μην τραβήξουν την πατρίδα στα βάραθρα μαζί τους.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.