Οι εχθροπραξίες στην Ουκρανία μοιάζουν οσημέραι με προανάκρουσμα του Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από την μία, έχουμε τις ΗΠΑ, οι οποίες θέλουν να μετατρέψουν πάση θυσία την Ουκρανία σε «Βιετνάμ» της Ρωσίας, ακόμη και αν αυτό απαιτεί την καταστροφή της Ευρώπης.

Από την άλλη, ο πανικός που εκδηλώνεται στην κυρία εστία της σύρραξης μονοπωλεί την προσοχή της διεθνούς κοινότητος, επιτρέποντας τρίτες χώρες να καραδοκούν και να εκμεταλλεύονται την κατάσταση. Άλλωστε, ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται και η Τουρκία έχει αποδειχθεί λύκος διαχρονικά.

Η ιστορία διδάσκει

Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία βρήκε πρόσφορο έδαφος για να διαπράξει την γενοκτονία των Χριστιανών της Μικράς Ασίας και του Πόντου, προχωρώντας στην μεθοδική και απάνθρωπη εξόντωση των γηγενών Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων. Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό ότι ο Χίτλερ αναφέρει επί λέξει ότι ο οδικός χάρτης για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων βασίστηκε στην Γενοκτονία που διέπραξαν οι Τούρκοι στις αρχές του 20ου αιώνα.

Τη επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Άγκυρα στοχοποίησε τους εναπομείναντες Ρωμιούς της Πόλης και τον Ελληνισμό της Κύπρου. Μετά δε τον Ψυχρό Πόλεμο, επιδόθηκε στην εξόντωση του κουρδικού στοιχείου εντός και εκτός των συνόρων της. Ασφαλώς, η βουλιμία και η αδίστακτη πολιτική της όλο και θα μεγαλώνουν καθώς η ανθρωπότητα βαδίζει επί του ολισθηρού δρόμου προς τον Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ενώπιον των τρομακτικών αυτών εξελίξεων, οι πολίτες πρέπει να θέσουν τον αμείλικτο ερώτημα προς τους κυβερνώντες: ποια ακριβώς είναι η στρατηγική του ελληνικού κράτους; Τα τελευταία χρόνια, η κάθε άτακτη υποχώρηση εκ των παγίων ελληνικών θέσεων έχει βυθίσει τον Ελληνισμό μέσα σε έναν φαύλο κύκλο, όπου οι απαιτήσεις του ξένου παράγοντα ολοένα και αυξάνονται, ενώ τα ανταλλάγματα για την εκδούλευση που τους πουλούν οι ηγέτες μας είναι μηδαμινά.

Η αποτυχία της Συμφωνίας των Πρεσπών ως μελέτη περίπτωσης

Ήδη, η Ελλάδα εισπράττει τα επίχειρα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τα Σκόπια αρνούνται να τηρήσουν ακόμη και τις ελάχιστες εκείνες υποχρεώσεις που ανέλαβαν, ενώ κάποια επερχόμενη άνοδος του εθνικιστικού κόμματος VMRO-DPMNE στην εξουσία, το οποίο αμφισβητεί ευθέως την συμφωνία, θα οξύνει την κατάσταση και άλλο. Ενδεικτικά, υπάρχουν δήμοι μέσα στο σαθρό κρατικό αυτό μόρφωμα των γειτόνων που υιοθετούν τον Ήλιο της Βεργίνας ως επίσημο σύμβολό τους.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι εάν το καταστροφικό δίδυμο Τσίπρας-Κοτζιάς δεν είχε πουλήσει το όνομα της Μακεδονίας έναντι πινακίου φακής ή εάν καθυστερούσε την υπερψήφιση των Σκοπίων ως κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, τα Σκόπια θα υποχρεούντο, εκ των πραγμάτων, να διασκευάσουν τις προκλητικές θέσεις τους και να δεχθούν μια ουδέτερη κρατική ονομασία για να εξασφαλίσουν την κρατική συνοχή τους.

Η ρωσοουκρανική σύρραξη θα απειλούσε ευθέως την συνοχή των Σκοπίων και δεν θα είχαν άλλη εναλλακτική από το να εγκαταλείψουν τις ανερμάτιστες θέσεις τους και να υιοθετήσουν πιο ρεαλιστικές για να διασφαλίσουν την ύπαρξή τους ως κράτος μέσα από το ΝΑΤΟ. Διαφορετικά, θα μπορούσε εύκολα η Ρωσία να τα αποσταθεροποιήσει.

Δυστυχώς, η κυβέρνηση Τσίπρα, με κάποια αδέσποτα κομματικά ρετάλια που την στήριξαν, βιάστηκε να εγκαταλείψει τις πάγιες ελληνικές θέσεις και να χαρίσει στους Σκοπιανούς μιαν ανέλπιστη διπλωματική νίκη. Το ερώτημα είναι έναντι ποίου κέρδος; Τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο, η Ελλάς δεν έχει εισπράξει τίποτε το θετικό για την εκδούλευση που πούλησε η προηγούμενη κυβέρνηση και την διατήρηση της πολιτικής αυτής από την σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Η επικείμενη επέκταση του ΝΑΤΟ

Η τουρκική προκλητικότητα υπερβαίνει μέρα με την μέρα τα εσκαμμένα, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και οι Βρυξέλλες εξακολουθούν με περίσσια υποκρισία να παίζουν τον Πόντιο Πιλάτο, ευνοώντας έτσι την Άγκυρα, η γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία της Ελλάδος παραμένει αναξιοποίητη από τους εγχώριους κυβερνώντες, ενώ η ΕΕ δεν μπορεί να βρει τον βηματισμό και την συνοχή της, αφήνοντας τα κράτη μέλη της έρμαια της κρίσης.

Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η ρωσοουκρανική κρίση κινδυνεύει να γενικευθεί, με την Σουηδία και την Φινλανδία να φέρονται έτοιμες να αιτηθούν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ. Η εισχώρηση των δύο αυτών χωρών, ειδικά του Ελσίνκι, στην Ατλαντική Συμμαχία δεν αναμένεται να μείνει αναπάντητη από την Μόσχα, η οποία προειδοποίησε ξεκάθαρα για συνέπειες. Μόνο που, εφόσον γίνουν δεκτές οι χώρες αυτές, σε περίπτωση που υπάρξει κάποια συμπλοκή με την Ρωσία, αυτό θα συμπαρασύρει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδος, σε πόλεμο.

Υπενθυμίζεται ότι η Στοκχόλμη και το Ελσίνκι βρίσκονται ανάμεσα στις χώρες που εμποδίζουν συστηματικά την επιβολή κυρώσεων εκ μέρους της ΕΕ εις βάρος της Τουρκίας για την πειρατεία που ασκεί εναντίον της Κύπρου στην ΑΟΖ της, την προσάρτηση των Βαρωσίων, αλλά και την συστηματική παραβίαση του εθνικού εναερίου και θαλάσσιου χώρου της Ελλάδος. Μήπως, λοιπόν, οφείλει η Ελλάδα να τους υποχρεώσει να λογοδοτήσουν για την απαράδεκτη στάση τους τα περασμένα έτη και να απαιτήσει άμεσες έμπρακτες αλλαγές στην εξωτερική πολιτική τους πριν συναινέσει στην πολυπόθητη ένταξή τους στο ΝΑΤΟ; Η λογική συνηγορεί υπέρ της διαπραγματευτικής στρατηγικής των ανταλλαγμάτων, εκτός εάν η διαχείριση του Σκοπιανού και η ταπείνωση που εξακολουθεί να βιώνει η Ελλάς θεωρείται από κάποιους ως διπλωματική νίκη.

Με το ίδιο σκεπτικό, μήπως θα πρέπει να αιτηθεί και η ένταξη της Κύπρου στην Ατλαντική Συμμαχία, όπως πολύ σωστά πρότεινε ο καθηγητής κ. Ιωάννης Μάζης προ μηνών, ώστε να ξεμπερδεύει η Λευκωσία με τις εγγυήτριες δυνάμεις και να δοθεί μια δυναμική στην επίλυση του Κυπριακού; Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ ενέχει πολύ λιγότερους κινδύνους απ’ ότι η είσοδος της παραδοσιακά ουδέτερης Φινλανδίας, η οποία θα προκαλέσει την μήνι της Μόσχας και ίσως οδηγήσει σε στρατιωτική αντιπαράθεση. Πώς, λοιπόν, μπορεί να δικαιολογηθεί η ένταξη του ενός κράτος και όχι του άλλου χωρίς να φανεί ξεκάθαρα ότι υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά; Εφ’ όσον το ΝΑΤΟ ακολουθεί την λεγόμενη πολιτική των «ανοικτών θυρών», η απαγόρευση της ένταξης της Κύπρου αποτελεί μέγιστη υποκρισία.

Ανάγκη για σκληρότερη και αποτελεσματικότερη διαπραγμάτευση

Επιτέλους, οι Έλληνες πολιτικοί πρέπει να αποβάλουν το σκεπτικό ότι εάν επιχειρήσουν να διαπραγματευτούν με τους συμμάχους τους και να ζητήσουν ανταλλάγματα για την ευθυγράμμιση της χώρας και υποστήριξη των συμφερόντων της Δύσης (κυρίως των ΗΠΑ και της Γερμανίας), θα θεωρηθούν μη συνεργάσιμοι. Η διαπραγμάτευση είναι κάτι το σύνηθες στην διεθνή πολιτική σκηνή και μάλλον αυτό που ξενίζει είναι η άνευ όρων παράδοση της ελλαδικής πολιτικής ηγεσίας σε όλα τα θέλω των μεγάλων χωρών της Δύσης. Αντί, όμως, η ενδοτική στάση αυτή να εξασφαλίσει την εκτίμηση της Δύσης και την επιβράβευση, στην ουσία κακομαθαίνει τους εταίρους και συμμάχους μας και δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε να είναι η Ελλάς πάντοτε η ριγμένη στις καραμπόλες που προκύπτουν.

Η γεωπολιτική θέση της χώρας και η δύσκολη γειτονιά όπου βρίσκεται δεν επιτρέπει τέτοιες επιπολαιότητες. Η Άγκυρα δεν προσφέρει ούτε ένα ποτήρι νερό στους συμμάχους της χωρίς αντάλλαγμα και συνήθως μεγιστοποιεί τα κέρδη της. Κατά την διάρκεια της ρωσοουκρανικής κρίσης, είναι εκπληκτικό ότι ενώ παίζει τον ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου και γενικά «το’ χει δίπορτο», εισπράττει ευχαριστίες και ευμενή σχόλια και από τα δύο στρατόπεδα. Ανάλογη στάση δείχνουν να υιοθετούν και οι άλλοι γείτονες της Ελλάδος, οι οποίοι δεν παρεκκλίνουν από τις θέσεις τους ούτε στο ελάχιστο.

Το μεγάλο δυστύχημα είναι ότι η πλειονότητα των Ελλήνων πολιτικών φροντίζουν να διαπραγματεύονται το προσωπικό τους όφελος, αντί για το εθνικό συμφέρον. Είναι πασιφανές ότι ενδίδοντας στις κάθε λογής απαιτήσεις του ξένου παράγοντα, ευελπιστούν ότι θα χαρακτηριστούν συνεργάσιμοι και θα εξασφαλίσουν την εύνοια των ξένων διευθυντηρίων, η οποία θα τους επιτρέψει να παραμείνουν στην εξουσία, απολαμβάνοντας τα προνόμιά της. Και επειδή η εκάστοτε κυβέρνηση σκέφτεται ότι η αντιπολίτευση θα είναι πρόθυμη να «κάνει την βρώμικη δουλειά» και να την αντικαταστήσει, δικαιολογεί τον ενδοτισμό της με τον ισχυρισμό ότι θα γινόταν αναπόφευκτα το μοιραίο ούτως ή άλλως, οπότε γιατί να χάσει την καρέκλα (και κυρίως την κουτάλα). Και κάπως έτσι, ξεθωριάζουν οι κόκκινες γραμμές και συνεχίζεται ο φαύλος κύκλος που έχει καταστήσει την Ελλάδα τον πιο βολικό, αλλά και αυτοκαταστροφικό σύμμαχο της Δύσης.

Τώρα που ο πρωθυπουργός ετοιμάζεται να μεταβεί στις ΗΠΑ για να συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο και να ομιλήσει ενώπιον του Κογκρέσου, θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τι ακριβώς θα του ζητήσει η Ουάσιγκτον. Ότι και να του ζητηθεί πάντως, θα έχει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να επισημάνει στο Κογκρέσο και τον Πρόεδρο Μπάιντεν ότι η Ελλάς δεν δύναται να προσφέρει άλλα όπλα στην Ουκρανία, καθώς δέχεται καθημερινά κλιμακούμενες απειλές και παραβιάσεις από την Τουρκία.

Η επισήμανση ότι η Άγκυρα διαπράττει τα ίδια εγκλήματα με την δαιμονοποιημένη σήμερα Ρωσία, τόσο μέσα από την κατοχή της Κύπρου, όσο και με άλλες αποτρόπαιες πράξεις της, όπως η πρόσφατη εισβολή στο Βόρειο Ιράκ για την εκκαθάριση του κουρδικού στοιχείου, δεν πρέπει να παραλειφθεί από τον πρωθυπουργό, όσο δυσάρεστη και να είναι για τις ΗΠΑ. Η γνωστική ασυμφωνία παραμένει αποτελεσματικό όπλο στην φαρέτρα της πειθούς.

Διλήμματα ενώπιον του πρωθυπουργικού ταξιδιού στις ΗΠΑ

Βέβαια, η άχρι τούδε στάση του κ. πρωθυπουργού δεν δικαιολογεί τέτοιες υψηλές προσδοκίες, όμως εφ’ όσον ισχύει το αρχαίο γνωμικό του Σιμωνίδη ότι «ανάγκα και θεοί πείθονται», τόσο οι ψηφοφόροι όσο και η εσωκομματική αντιπολίτευση του κ. Μητσοτάκη θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να τον υποχρεώσουν να προβεί στις αυτονόητες εκείνες δηλώσεις στις ΗΠΑ και να θέσει ξεκάθαρες κόκκινές γραμμές.

Η Αμερική είναι συνήθως πολύ φειδωλή στα ανταλλάγματα που προσφέρει στην Ελλάδα, διότι γνωρίζει ότι οι Ελλαδίτες πολιτικοί είναι κατά πλειοψηφία «παρτάκηδες» και «εύωνον ποιούνται την πράσιν, προς την γνώμην των αγοραζόντων».  

Δεν γνωρίζουμε εάν και με τι ακριβώς ανταλλάγματα θα επιστρέψει ο πρωθυπουργός. Όμως, εδώ και αρκετά χρόνια, έχει χαθεί η εθνική μας αξιοπρέπεια. Και χωρίς αξιοπρέπεια, είμαστε χαμένοι από χέρι. Όσα ανταλλάγματα και να εξασφαλίσει από τις ΗΠΑ για τις υπηρεσίες που ζητούνται, ο ψυχισμός του ελληνικού λαού θα παραμείνει καταρρακωμένος διότι θα βλέπει του κυβερνώντες να δέχονται ως εντελώς φυσιολογικό την επικράτηση του άδικου επί του δικαίου.

Τουλάχιστον, εάν ο λαός άκουγε από τα χείλη των ηγετών του να εκστομίζονται μερικές αλήθειες απέναντι στην διεθνή κοινότητα, θα επανακτούσε εν μέρει την χαμένη του αξιοπρέπεια, και αυτό θα άξιζε πολύ περισσότερο απ’ ότι έχει να προσφέρει ο «θείος Τζο» στον πρωθυπουργό.

Οι μεγάλες ανατροπές, τα έπη, οι ιστορικοί αγώνες βασίζονται στην αξιοπρέπεια. Χωρίς αυτήν, δεν γίνεται τίποτε.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.