queen olga of the greeks

Η Όλγα Κωνσταντίνοβνα της Ρωσίας (ρώσικα:Ольга Константиновна Романова) (3 Σεπτεμβρίου 1851, Αγία Πετρούπολη, Ρωσική Αυτοκρατορία – 18 Ιουνίου 1926, Ρώμη, Ιταλία) ήταν μεγάλη δούκισσα της Ρωσίας, η οποία, μέσω του γάμου της με τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ της Ελλάδας, έγινε βασίλισσα των Ελλήνων (μεταξύ του 1867 και του 1913) και πριγκίπισσα της Δανίας. Διετέλεσε Αντιβασίλισσα της χώρας αυτής (από τις 18 Νοεμβρίου ως τις 11 Δεκεμβρίου 1920.

Η Μεγάλη Δούκισσα Όλγα συνάντησε για πρώτη φορά τον μέλλοντα σύζυγό της, τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ της Ελλάδος, τον Σεπτέμβριο του 1863. Ο τελευταίος, είχε έρθει να επισκεφθεί τον τσάρο Αλέξανδρο Β΄ στην Αγία Πετρούπολη, προκειμένου να τον ευχαριστήσει για την υποστήριξη, που του είχε παράσχει με την ευκαιρία της εκλογής του ως Βασιλιά των Ελλήνων. Ο νεαρός μονάρχης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να συναντήσει τον Μέγα Δούκα Κωνσταντίνο και την οικογένειά του, στο Παλάτι του Παβλόφσκ. Ωστόσο, η παραμονή του Γεωργίου Α΄ στην Ρωσία δεν διήρκεσε παρά μόνο έξι ημέρες και η Όλγα, η οποία ήταν τότε μόλις δώδεκα ετών, δεν φαινόταν να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον μονάρχη.

Το 1867, οι δύο νέοι συναντήθηκαν εκ νέου στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα, όταν ο βασιλιάς των Ελλήνων, όντας καλεσμένος για διάστημα αρκετών μηνών από τον Αλέξανδρο Β΄, πραγματοποίησε επίσκεψη στην αδελφή του, την τσάρεβνα Μαρία Φεοντόροβνα, καθώς και τον σύζυγό της, τον τσάρεβιτς Αλέξανδρο (Γ΄). Εκείνη την περίοδο, ο Γεώργιος Α΄ ήταν αποφασισμένος να βρει σύζυγο και η ιδέα ενός γάμου με μια Ρωσίδα Μεγάλη Δούκισσα, γεννημένη Ορθόδοξη, δεν του ήταν αδιάφορη. Στο Μαρμάρινο Παλάτι και το Παβλόφσκ, ο Γεώργιος γνωρίστηκε, λοιπόν, με την Όλγα και η νεαρή κοπέλα δεν άργησε να τον ερωτευτεί. Ωστόσο, η ιδέα του να εγκαταλείψει την Ρωσία φαίνεται να την ανησυχούσε ιδιαιτέρως και φέρεται να πέρασε νύχτες ολόκληρες να κλαίει στο δωμάτιο της στη διάρκεια των αρραβώνων της.

Έχοντας την υποστήριξη της αδελφής του[14], ο Γεώργιος Α΄ τελικώς ζήτησε το χέρι της Όλγας από τους γονείς της. Ωστόσο, εμπρός στο ενδεχόμενο αυτού του γάμου, ο Κωνσταντίνος Νικολάγιεβιτς παρουσιάστηκε αρχικά επιφυλακτικός. Έχοντας ιδιαίτερα στενή σχέση με την κόρη του, ο Μέγας Δούκας θεωρούσε ότι, όντως, σε ηλικία δεκαπέντε ετών, ήταν ακόμη ιδιαιτέρως νέα για να νυμφευθεί. Ταυτόχρονα, ανησυχούσε για την μεγάλη απόσταση που χώριζε την Ελλάδα από την Ρωσία. Από την πλευρά της, η Μεγάλη Δούκισσα Αλεξάνδρα αποδείχθηκε πολύ πιο ενθουσιώδης σε αυτό το ενδεχόμενο από τον σύζυγό της και, όταν ορισμένα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας της υπενθύμισαν την εξαιρετικά νεαρή ηλικία της κόρης της, εκείνη τους απαντούσε ότι δεν θα παρέμενε για πάντα τόσο νεαρή.

Τα εθνικά συμφέροντα τελικώς επικράτησαν και αποφασίστηκε ότι ο γάμος της Όλγας και του Γεωργίου θα λάμβανε χώρα όταν η Μεγάλη Δούκισσα θα έφτανε τα δέκατα έκτα γενέθλιά της. Έως τότε, η νεαρή κοπέλα θα συνέχιζε τις προσπάθειές της με στόχο την βελτίωση της εκπαίδευσής της, ενώ αποφασίστηκε ότι θα συνέχιζε τις σπουδές της έως την ημέρα του γάμου της.

Υποστήριξε θερμά τους Ρώσους συμπατριώτες της που ζούσαν στην Ελλάδα. Έτσι δημιούργησε το Ρωσικό Νοσοκομείο στον Πειραιά, του οποίου και το προσωπικό αποτελείτο αποκλειστικά από Ρώσους. Έγινε μάλιστα ένα από τα κύρια κέντρα των Ρώσων στην Ελλάδα.

Το 1913 ο Γεώργιος Α΄ της Ελλάδας, σύζυγος της Όλγας, δολοφονήθηκε από τον Αλέξανδρο Σχινά. Η χηρεύουσα πια βασίλισσα, δεν άργησε να επιστρέψει στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Όταν ξεκίνησε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ίδρυσε στρατιωτικό νοσοκομείο εντός του Παλατιού του Παβλόφσκ, το οποίο ανήκε στην οικογένειά της. Ωστόσο, όταν έλαβε χώρα η Ρωσική Επανάσταση το 1917, βρέθηκε κρατούμενη στο ανάκτορο και χρειάστηκε η παρέμβαση της πρεσβείας της Δανίας στην χώρα, ώστε οι Μπολσεβίκοι να της δώσουν την άδεια να αποχωρήσει από τη γενέθλια χώρα της.

Η Όλγα ήταν το μοναδικό μέλος της βασιλικής οικογένειας, στην οποία έδωσε άδεια η ξενοκίνητη δικτατορική κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου για να δει τον άρρωστο εγγονό της, Βασιλιά Αλέξανδρο Α’. Η Όλγα επιβιβάσθηκε στην Ιταλία σ’ ένα μικρό ιδιωτικό κότερο, το οποίο συνάντησε στην Αδριατική θάλασσα σφοδρή τρικυμία και καθυστέρησε πολύ. Έφθασε στο Τατόι είκοσι τέσσερις ώρες μετά το θάνατο (σηψαιμία από δάγκωμα πιθήκου), του Βασιλιά Αλέξανδρου Α’ στις 12/25 Οκτωβρίου 1920.

Η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου ανέθεσε την Αντιβασιλεία στον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη. Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1/14 Νοεμβρίου 1920, την Αντιβασιλεία ανέλαβε η Όλγα. Η Αντιβασιλεία της Όλγας τελείωσε στις 19 Δεκεμβρίου 1920, ημέρα που επέστρεψε ο γιος της Κωνσταντίνος Α’ από την εξορία, κατόπιν δημοψηφίσματος.


Cover TA PENINTA XRONIA TIS ZOIS MOY