
Αναφέρων τον Ναόν του Σουνίου ενθυμούμαι ένα πρόσφατον άρθρον περί αρχαιοτήτων, αι οποία μετεφέρθησαν από την Ελλάδα και κοσμούν σήμερον Ευρωπαϊκά μουσεία. Ο αρθρογράφος αναφέρει, ότι η λεηλασία του Παρθενώνος υπό του λόρδου Έλγιν, ήτο πράγματι πράξις βανδαλισμού – παρά το γεγονός, ότι έλαβεν ούτος άδειαν παρά των Τουρκικών αρχών.
Αλλ’ ότι αντιτίθεται σφοδρότατα προς την ιδέαν της αποδόσεως των περιφήμων μαρμάρων εις την αρχικήν των πατρίδα επί το λόγω «ότι οι Έλληνες έχουν αρκετά μνημεία, επί των οποίων να χαράσσουν τα ονόματά των».
Δεν πιστεύω ότι αυτή η ταπεινωτική ειρωνεία είναι είτε αληθής, είτε καλόπιστος. Οι Έλληνες είναι υπερήφανοι και υπεραγαπούν τα καλλιτεχνήματά των, ουδέν δε θα εχαροποίει αυτούς περισσότερον από την απόδοσιν των Ελγινείων μαρμάρων.
Όσον αφορά την χάραξιν του ονόματός των, τούτο είναι ατομική, όχι εθνική συνήθεια. Επί ενός των στηλών του Ναού του Σουνίου είδα με τα μάτια μου χαραγμένον το όνομα του λόρδου Βύρωνος. Το γεγονός, ότι ο λόρδος Βύρων ήτο μεγάλο πνεύμα και μέγας Φιλέλλην δεν επηρεάζει το ζήτημα ούτε δικαιολογεί την ολεθρίαν αξίαν.
Απόσπασμα από το έργο: Τα Πενήντα Χρόνια της Ζωής μου. Του Πρίγκηπος Νικολάου. Πρώτη Έκδοση: 1926. Εκδόσεις Ελληνική Πρωτοπορία, 2019