Ο Νικόλαος Πλαστήρας, όπως και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, θαύμαζε ως υπόδειγμα πολιτικού ανδρός τον Ιταλό δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι και αποθέωνε τον ιταλικό Φασισμό. Ήθελε την Ελλάδα σύμμαχο των Δυνάμεων του Άξονα, της Ιταλίας και της Γερμανίας. Ήθελε η Ελλάς να “τα βρει” με τους Ιταλούς Φασιστές και τους Γερμανούς Ναζιστές, παραχωρώντας γη και ύδωρ, όπως απαιτούσε το τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου 1940 της Ιταλίας προς την Ελλάδα.

Διαβάσαμε ήδη στην επιστολή του προς τον Κομνηνό Πυρομάγλου, τον Πλαστήρα να υποστηρίζει πως «πρέπει να γίνει κυβέρνησι φιλογερμανική για να καταστήσωμεν ολιγώτερο οδυνηράν την ήτταν». Και να συμπληρώνει το απίστευτα κυνικό: «Αυτό πρέπει να γίνει και αν ακόμη θα ηξεύραμεν ότι ο πόλεμος θα τελείωνε και μετά τινάς μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)».

Η στάση του δεν εκπλήσσει. Ήδη από τις 2 Οκτωβρίου του 1940, φτάνει στην Νίκαια της Γαλλίας, όπου μετακόμισε ανενόχλητος από τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής της Γαλλίας. Το δωσίλογο καθεστώς Βισύ στην Γαλλία του προσέφερε την φιλοξενία του. Οι βενιζελικοί της Αθήνας τον συνέδραμαν οικονομικά.

Όμως, ο Μανιαδάκης στην Αθήνα του Μεταξά στέλνει τηλεγράφημα στην Ελληνική Πρεσβεία των Παρισίων εντέλων τους υπευθύνους να εμποδίσουν τον Πλαστήρα να επιστρέψει στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του τους γερμανικούς του σχεδιασμούς.

Το θέρος του 1941, οι Γερμανοί από το Παρίσι, αποστέλλουν τον αξιωματικό των SS Roland Nosek στη Νίκαια, για να συναντήσει τον Πλαστήρα. Το μήνυμα του Nosek είναι: «Είσαι ευπρόσδεκτος στο Παρίσι». Ακολούθως, τον Πλαστήρα επισκέπτεται εκπρόσωπος της Κυβέρνησης Τσολάκογλου στην Αθήνα.

Όπως ενημέρωσε ο Πλαστήρας το δωσίλογο καθεστώς Βισύ: «Μου προτάθηκε να αναλάβω την εξουσία στην Ελλάδα». Στο Παρίσι των Γερμανών, ο Πλαστήρας πήγε από τις 23 Ιουλίου ως τις 29 Αυγούστου, όπου και είχε συνομιλίες με τους κατακτητές της Γαλλίας και της Ελλάδος, Γερμανούς.

Ο Δημοσθένης Κούκουνας αναφέρει: «Σύμφωνα με τα στοιχεία ιστορικής έρευνας που διεξήγαγε στη δεκαετία του 1980 ο Γάλλος ιστορικός Christofe Chiclet στα αρχεία της γαλλικής ασφάλειας, η οποία παρακολουθούσε συστηματικά τον εξόριστο στρατηγό, οι διαπραγματεύσεις έγιναν από τον Ιούνιο 1941 στη Νίκαια, ενώ τον Αύγουστο συνεχίστηκαν στο Παρίσι. Στις αρχές Ιουλίου εκπρόσωποι της κυβέρνησης Τσολάκογλου έφθασαν με γερμανικό αεροπλάνο στη Νίκαια και συζήτησαν μαζί του, ενώ στη συνέχεια ο Πλαστήρας κλήθηκε από τους Γερμανούς στο Παρίσι. Σύμφωνα με τον Βουλπιώτη, ο στρατηγός είχε συζητήσει τότε και με τον περήφιμο ναύαρχο Κανάρις στο κατεχόμενο Παρίσι».

Ακολούθως, το φθινόπωρο του 1941, ο Πλαστήρας στέλνει στην Ελλάδα τον συνεργάτη του Κομνηνό Πυρομάγλου με εντολή να παραγγείλει στους συνεργάτες του βενιζελικούς Πάγκαλο και Γονατά να σταματήσει κάθε ένοπλη αντίσταση στους Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους κατακτητές. Ο Πυρομάγλου πέτυχε στην αποστολή του. Στο ιδρυτικό του ΕΔΕΣ, δεν γίνεται αναφορά σε αντάρτικο ή οργανωμένη ένοπλη αντίσταση.

Η αρχική άρνηση του Ναπολέοντα Ζέρβα να υπακούσει στους Βρετανούς κατασκόπους και να βγει σε ένοπλο αντάρτικο, καθώς και η συνακόλουθη χρονοτριβή και τα «είπα-ξείπα», όταν πια του είχαν δώσει τις αγγλικές λίρες, οφείλονται σε αυτή του την δέσμευση απέναντι στον Πλαστήρα. Στα απομνημονεύματά του, γράφει: «Από τον Κομνηνό και από τα χαρτιά που είχε φέρει αυτός από τη Γαλλία, το Σεπτέμβριο του 1941, ήξερα τις περίεργες αντιλήψεις του Πλαστήρα για τον πόλεμο. Ήξερα ότι κατεδίκαζε τότε κάθε ιδέα αντιστάσεως».

Στα «χαρτιά» του Πυρομάγλου, υπήρχε και η επιστολή του Πλαστήρα στον Έλληνα πρέσβη στην Γαλλία του Βισύ, Πλούταρχο Μεταξά, με ημερομηνία 16 Ιουλίου 1941:

«Κατά το τέλος του μηνός Νοεμβρίου του 1940 πληροφορούμαι βασίμως ότι υπάρχει έδαφος διευθετήσεως της ιταλοελληνικής συρράξεως τη μεσολαβήσει της Γερμανίας. Έκαμα ότι ήταν δυνατόν, εις την περίπτωσιν αυτήν, ώστε η Ελλάς να επωφεληθεί της ευκαιρίας, αλλ΄ εχθρική στάσις εναντίον μου και του καθεστώτος εν γένει, αλλά και της πρεσβείας του Βισύ, καθίστα αδύνατη την προσωπική μου ενέργεια. Έστειλα τον πρώτον φίλο μου κ. Πυρομάγλου να έλθει σε επαφήν με την πρεσβείαν και να τους πληροφορήση σχετικώς με το σπουδαιότατον αυτό ζήτημα, αλλ΄ ούτος δεν εγένετο δεκτός παρά λίαν δυσμενώς και παρα του συμβούλου της πρεσβείας.

Βραδύτερον κατά Ιανουάριον και Φεβρουάριον, ο κίνδυνος ήτο οφθαλμοφανής. Ανήσυχος μέχρι απελπισίας ηθέλησα να μεταβώ εις Αίγυπτον.

Φίλοι μου εκεί ενήργησαν μέσω Αγγλικών αρχών να μου διευκολυνθή η μετάβασις, αλλά και πάλι η καλή διάθεσις των Άγγλων προσέκρουσεν εις την κατηγορηματικήν απαίτησιν της κυβερνήσεως Μεταξά να μην μου επιτραπή η μετάβασις επί Αιγυπτιακού εδάφους. Εσκέφθην τότε να επιχειρήσω, όπως επιτύχω μετάβασιν εις Βηρυττόν, οπόθεν θα μου ήτο εύκολον να επικοινωνήσω μέσω προσώπου τινός της Ελληνικής κυβερνήσεως, δια να της παραστήσω τον κίνδυνον και τας ελπίδας αποφυγής της καταστροφής δια μιας συμφωνίας μεσολαβήσει της Γερμανίας… Δυστυχώς όλαι αι προσπάθειαι μου απέτυχον, οφειλόμεναι εις την εχθρικήν διάθεσιν εναντίον μου της πρεσβείας, παρ΄ όλον ότι προσεπάθησα να διευκολύνω την επαφήν, πράγμα το οποίο θα έπρεπε να επιδιώξει εκ της ιδιότητος της η πρεσβεία και όχι εγώ.

Εάν κ. πρεσβευτά κατόρθωνα να μεταβώ εις Βηρυττόν, έτρεφον πολλάς ελπίδας ότι θα έπειθον την κυβέρνησιν Κορυζή τουλάχιστον να επιδιώξη την προτεινόμενην εκ μέρους της Γερμανίας διευθέτησιν της ιταλοελληνικής συρράξεως. Είχα αρκετά σοβαρά πειστήρια προς τούτο. Παρ΄ όλα αυτά δεν έπαυσα τας ενέργειας μου, όπως ωθήσω προς μίαν απευθείας συννενόησιν της Γερμανίας μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως Μεταξά, ήτις κατά τας πληροφορίας μου, ήρξατο από του Δεκεμβρίου, αλλ΄ άνευ αποτελέσματος, χωρίς να γνωρίζω τους λόγους της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων εκείνων.
Και το μοιραίον επήλθεν. Η Ελλάς ήχθη προς αυτοκτονίαν παρά μιας βασιλικής κυβερνήσεως δεχθείσης μετ΄ απεριγράπτου αφελείας ν΄ αντιμετωπίση τας δύο μεγαλυτέρας στρατιωτικάς δυνάμεις της Ευρώπης, καίτοι της υπεδείχθη υπό της συμμάχου Αγγλίας ότι η βοήθεια της θα ήταν αυστηρώς περιορισμένη».

Τα ίχνη του Νικολάου Πλαστήρα χάθηκαν από τον Οκτώβριο του 1941 ως τον Αύγουστο του 1943. Οι Άγγλοι, όπως αποκαλύπτει ο Πλαστήρας, μεθόδευαν την μετάβασή του στην Μέση Ανατολή και την επιβολή του ως πρωθυπουργού της εν εξορία ελληνικής κυβέρνησης στον Βασιλέα Γεώργιο ΙΙ.
Η κάθετη άρνηση του Βασιλέα Γεωργίου δεν εμπόδισε τους Βρετανούς να δεσμεύσουν στο άρμα τους τούς ανθρώπους του Πλαστήρα στην Ελλάδα, τον Ναπολέοντα Ζέρβα και τον Κομνηνό Πυρομάγλου.

Η βενιζελική πολιτική ένταξη και ιδιαίτερη σχέση του Νικολάου Πλαστήρα με τους Γερμανούς τον καθιστούσαν «χρυσή εφεδρεία» των Βρετανών στην Ελλάδα της απελευθέρωσης. Ήταν οι ίδιοι οι Βρετανοί, που τον αποκαθήλωσαν με την ίδια ευκολία που τον επέβαλαν στην μετα-κατοχική πολιτική σκηνή ως πρωθυπουργό εν μέσω εμφυλίου πολέμου.

Η μεθόδευση της πτώσης της κυβέρνησης Πλαστήρα στις 8 Απριλίου 1945 βασίστηκε ακριβώς στην δημοσίευση της επιστολής του στον Έλληνα πρέσβη στο Παρίσι. Μόνοι γνωστοί κάτοχοι της πρώτης επιστολής ήταν ο συνεργαζόμενος με τους Βρετανούς Κομνηνός Πυρομάγλου και ο Ζέρβας.

Σε κάθε περίπτωση, ο κάτοχος της επιστολής προς τον Έλληνα πρέσβη Πλούταρχο Μεταξά βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Βρετανών. Παρέδωσε την επιστολή στην διεύθυνση της φιλο-βασιλικής εφημερίδας Ελληνικόν Αίμα. Για καλό και για κακό, έστειλε και ένα αντίγραφό της στον (υπόδικο τότε) τελευταίο κατοχικό Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη, για να την χρησιμοποιήσει στην υπεράσπισή του.

Απόσπασμα από το έργο: Έτσι μεθόδευσαν οι Βρετανοί το αντάρτικο του ΚΚΕ στην Ελλάδα. Ιωάννης Νασιούλας. Εκδόσεις Ελληνική Πρωτοπορία, 2022. Σελ. 330. ISBN: 978-618-5383-44-2. Διαθέσιμο στο: www.grecobooks.com

Διαβάστε επίσης: Αρθρο του Γ. Μαυρογορδάτου στην «Κ»: Το ΝΑΙ του Πλαστήρα και το ΟΧΙ του Μεταξά

Originally posted 2019-08-25 14:54:11.

Written by

Ιωάννης ΝΑΣΙΟΥΛΑΣ

Ο Ιωάννης Νασιούλας είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, Εμπειρογνώμων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής Οικονομίας. Είναι Επικεφαλής της Δημοτικής Παράταξης "Νέα Αρχή για την Θεσσαλονίκη", Δημοτικός Σύμβουλος και Υποψήφιος Δήμαρχος του Δήμου Θεσσαλονίκης.