Η Ευρώπη βρέθηκε ένα βήμα πιο κοντά στην ολοκλήρωση του οράματος της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας. Κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε χθες στις Βρυξέλλες, έλαβε χώρα η τελετή υπογραφής Κοινής Ειδοποίησης για τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών χωρών στη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία “Pesco” στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας. Ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών υπέγραψε τη συμφωνία μεταξύ 23 Ευρωπαίων Ομολόγων του, με εξαίρεση τους Υπουργούς της Δανίας, της Μάλτας και της Πορτογαλίας.

Μέχρι πρότινος, αντίθετη προς αυτή την κατεύθυνση, δήλωνε και η Μεγάλη Βρετανία, η οποία τόνιζε πως η συνεργασία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ κρίνεται επαρκής, θεωρώντας επίσης πως μια μόνιμη ευρωπαϊκή στρατιωτική συνεργασία, σε βιομηχανικό και υπηρεσιακό επίπεδο, είναι περιττή και θα επιβαρύνει περαιτέρω τους προϋπολογισμούς των χωρών μελών. Ωστόσο, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές η Δανία, η Πορτογαλία και η Μάλτα αναμένεται να συνεργαστούν τελικά κατά την επόμενη σύσκεψη των Ευρωπαίων Υπουργών που έχει οριστεί για τις 11 Δεκεμβρίου. Εξάλλου, αποτελεί κοινή παραδοχή πως η Ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία συνιστά μονόδρομο στην αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων.

Η έκδοση της απόφασης βάσει των ευρωπαϊκών κανονισμών χρειάζεται ενισχυμένη ειδική πλειοψηφία, που όλα δείχνουν πως θα επιτευχθεί κατά τη σύσκεψη του Δεκεμβρίου. Πρώτοι εμπνευστές του οράματος της Κοινής Αμυντικής Ευρωπαϊκής Συνεργασίας ήταν η Γερμανία και η Γαλλία. Η ολοκλήρωση της ιδέας του Ευρωστρατού αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα που ακόμη και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του, όπως το Βερολίνο, αναγνωρίζουν ότι πρέπει να κινείται παράλληλα κι όχι αντίθετα με το ΝΑΤΟ. Αυτό, σε μία περίοδο που αναπτύσσονται τα σχέδια Τράμπ για αύξηση της Νατοϊκής παρουσίας επί ευρωπαϊκού εδάφους.

Η στάση της Ελλάδας κρίνεται ως απολύτως θετική. Ενδεικτική, είναι η δήλωση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Π. Καμμένου αμέσως μετά την υπογραφή της πρώτης συμφωνίας, αναφέροντας πως: «Η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία μπορεί να αποδειχθεί ιστορική για την Ελλάδα». Επίσης τόνισε με νόημα πως οι «χώρες της ΕΕ οφείλουν να υπερασπίζονται τα σύνορα της Ευρώπης», βρίσκοντας ευκαιρία να αναφερθεί εκ νέου στη στάση της Τουρκίας, τόσο για το Κυπριακό, όσο και για τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου. Όπως έχει δημοσιευθεί ήδη από το καλοκαίρι σε γερμανικές εφημερίδες, στόχευση της νέας αμυντικής δομής είναι η εξασφάλιση πόρων – κατ’ ελάχιστο 1,5 δις ετησίως – προκειμένου να αναπτυχθούν αμυντικά συστήματα άμυνας, όπως μη επανδρωμένα αεροσκάφη και συστήματα επικοινωνίας.

Στα οικονομικά οφέλη της συμφωνίας αναφέρθηκε εκτενώς ο Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, αναφέροντας ως παράδειγμα τις ΗΠΑ. Ο κ. Γκάμπριελ τόνισε πως η ΕΕ ξοδεύει το 50% του ποσού που ξοδεύουν οι ΗΠΑ για αμυντικές δαπάνες, έχοντας όμως μόλις το 15% της αποτελεσματικότητας σε σχέση με την Αμερική.

Η αδιαμφισβήτητη ανάγκη για βελτίωση και ενοποίηση της ευρωπαϊκής άμυνας οφείλει να προσαρμοστεί στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε ευρωπαϊκού μέλους, καθώς και στις εθνικές ευαισθησίες κάθε χώρας. Η Ελλάδα ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζει μόνη της την τουρκική προκλητικότητα, καθώς και την ανθρωπιστική κρίση του προσφυγικού ζητήματος.