Αφορμή για το άρθρο αυτό υπήρξε μια ανοικτή επιστολή του γνωστού καθηγητή γλωσσολογίας, φιλόλογου και πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιώργου Μπαμπινιώτη στον υπουργό Παιδείας κ. Κυριάκο Πιερρακάκη, η οποία αποκτά όλο και πιο βαρύνουσα σημασία μετά από τις αλλεπάλληλες τραγωδίες που έπληξαν την Ελλάδα. Ομολογουμένως, ο κ. Πιερρακάκης συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο πετυχημένους υπουργούς της περιόδου διακυβέρνησης Μητσοτάκη (με την λίστα αυτή να συρρικνώνεται ραγδαίως μετά από ένα δύσκολο καλοκαίρι, όπου οι κυβερνητικές αστοχίες όξυναν τα ήδη δύσκολα προβλήματα που ενέσκηψαν στην Ελλάδα) χάρη στην ψηφιοποίηση πολλών πτυχών του δημοσίου τομέα, γεγονός που διευκόλυνε εν μέρει τους πολίτες στις καθημερινές τους επαφές με το κράτος.

Συνεπώς, η απόφαση του πρωθυπουργού να του εμπιστευτεί το χαρτοφυλάκιο της παιδείας πυροδότησε διάφορες προβλέψεις σχετικά με τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις στα σχολεία και πανεπιστήμια της χώρας. Όμως, ο κ. Μπαμπινιώτης, ο οποίος διετέλεσε και αυτός υπουργός παιδείας σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας και χρηματίζει πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας που διευθύνει τα Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία – εγείρει ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικά με την ανάγκη να συνοδευτούν οι όποιες τεχνολογικές αναβαθμίσεις του εκπαιδευτικού συστήματος με ουσιαστικές τομές που θα στοχεύουν στην αναβάθμιση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας των μαθητών.

Το πλήρες κείμενο της επιστολής του κ. Μπαμπινιώτη είναι αναρτημένο στον προσωπικό ιστότοπό του (www.babiniotis.gr). Ανάμεσα στα όσα γράφει, διαπιστώνει ότι ενώ αναφέρεται τακτικά ότι «η μόνη λύση είναι η παιδεία», ελάχιστοι θεσμικά αρμόδιοι ασχολούνται με ουσιαστικά ζητήματα που αφορούν σε αυτήν. Το κύριο επιχείρημά του είναι ότι ο σκοπός της παιδείας δεν μπορεί να αναλώνεται στην ξερή και άψυχη μετάδοση πληροφοριών και δήθεν γνώσεων, διότι παραβλέπεται έτσι ένα θεμελιώδες γνώρισμα της παιδείας – την διαμόρφωση ιδανικών, αξιών και κανόνων, την καλλιέργεια του πνεύματος και της ψυχής. Ούτε μπορεί να συνδέεται αποκλειστικά με την εξασφάλιση μια θέσης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, διότι η φοίτηση στο πανεπιστήμιο (με την εξασφάλιση εργασίας στο αντικείμενων σπουδών του εκάστοτε φοιτητή να γίνεται ολοένα και πιο αμφίβολη τα τελευταία χρόνια) δεν αποτελεί αυτοσκοπό.

Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις για την ελληνική Παιδεία

Ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που προτείνει είναι η μείωση της ποσότητας των μεταδιδομένων πληροφοριών, ώστε να εστιάσουν διδάσκοντες και διδασκόμενοι στην ποιότητα και να μετατρέψουν τις πληροφορίες αυτές σε πραγματική γνώση. Επίσης, τονίζει ότι δεν μπορεί να λείπει από την εξίσωση της παιδείας το στοιχείο της αγωγής (π.χ. ήθος, αξίες, ενσυναίσθηση, σεβασμός στα όρια, τα δικαιώματα και την προσωπικότητα του πλησίον, κτλ.), στην οποία βασίζεται μια υγιής κοινωνία. Μάλιστα, εάν οι μεταρρυθμίσεις αυτές μπορούσαν να προωθηθούν έξω και πέρα από κομματικές σκοπιμότητες και ιδεολογικές αγκυλώσεις, θα γεννούσε προσδοκίες για μια νέα γενιά πολιτών που θα διακρίνονται τόσο για το ήθος και τον αξιακό κώδικά τους, όσο και για την κριτική του σκέψη, που θα τους καταστήσει σαφώς λιγότερο ευάλωτους σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης και αγελοποίησης, ενώ παράλληλα θα προωθούσε την κοινωνική αλληλεγγύη. Οι σημερινοί μαθητές θα γινόταν υπεύθυνοι πολίτες, με γνώσεις και ενδιαφέροντα για τα κοινά, ενώ θα ήταν καλύτερα προετοιμασμένοι για τις απαιτήσεις της ραγδαίως εξελισσόμενης εποχής μας. 

Για να επιτευχθούν όλα αυτά, ο κ. Μπαμινιώτης τονίζει την ανάγκη επένδυσης στους αυριανούς εκπαιδευτικούς και απάλειψης της στρεβλής σύλληψης προοδευτισμού που εμπόδισε πολλούς από τους δασκάλους των τελευταίων δεκαετιών να μιλήσουν στους μαθητές για «αξίες τής ζωής, για ελληνική παράδοση ηθών και εθίμων, για τον πολιτισμό μας, την πίστη μας, τους εθνικούς μας αγώνες, τον σεβασμό στην οικογένεια και τον συνάνθρωπο όποιος κι αν είναι, για την αξία τής γλώσσας μας και τής παιδείας». Επιπλέον, υπογραμμίζει την ανάγκη να επιβραβευτούν οι εκπαιδευτικοί με υψηλούς μισθούς, ώστε να προσελκύονται πραγματικά άριστοι δάσκαλοι που θα μπορούν να εμπνέουν τους μαθητές, να επηρεάζουν θετικά το κοινωνικό περίγυρο και να κερδίζουν την εκτίμηση και τον σεβασμό των συμπολιτών τους. 

Οι προτάσεις του καθηγητή θίγουν ένα κρίσιμο ζήτημα σε μια κοινωνία που μπορεί μεν να ζούσε, από υλικής απόψεως (τουλάχιστον προ κρίσεως), πολύ πιο άνετα από τις προηγούμενες γενιές, αλλά που είναι αμφίβολο εάν κατείχε τον ανάλογο πνευματικό πλούτο και τα εφόδια που διασφαλίζουν μια αναφαίρετη ποιότητα ζωής και αξιοπρέπεια τόσο σε εποχές ευημερίας, όσο και σε εποχές «ισχνών αγελάδων». Τα τελευταία τραγικά γεγονότα που πλήττουν την Ελλάδα μαρτυρούν, συν τοις άλλοις, περί του ελλείμματος ηθικών αξιών και φιλότιμου που φτάνει στο σημείο να θέτει την ίδια την ασφάλεια και σωματική ακεραιότητα των πολιτών σε κίνδυνο.

Το έλλειμμα παιδείας πλεονάζει στις δοκιμασίες που περνάει η χώρα

Ο θάνατος του 36χρονου Αντώνη μετά από την εγκληματική συμπεριφορά μελών του πληρώματος του πλοίου Blue Horizon απέναντί του αποτελεί την προσωποποίηση της κατάντιας της παιδείας μας. Πώς είναι δυνατόν άτομα με υψηλές ιεραρχικά θέσεις, όπως ο ύπαρχος και ο καπετάνιος ενός πλοίου, που είναι υπεύθυνοι για την ασφάλεια εκατοντάδων ταξιδιωτών, να επιδεικνύουν τέτοια ψυχρή αδιαφορία για την ζωή ενός συνανθρώπου τους, εγκαταλίποντάς τον να πνιγεί στην δίνη που προκαλείται από τα απόνερα του πλοίου τους, χωρίς καν να του ρίξουν ένα σωσίβιο ή να αναφωνήσουν «άνθρωπος στην θάλασσα;» Το ερώτημα αυτό τίθεται όλο και πιο αμείλικτα όταν αναλογιστεί κανείς την απαράδεκτη αρχική αντίδραση του υπουργού Ναυτιλίας, ο οποίος έσπευσε να καλύψει τους υπεύθυνους, εξισώνοντάς τους με το θύμα. Παρά τις σπουδές και τις ευκαιρίες που προσφέρονται απλόχερα σε γόνο «τζακιού», φαίνεται ότι ποτέ δεν διδάχθηκε (ή έστω δεν συγκράτησε) τις αρετές για τις οποίες μιλάει ο κ. Μπαμπινιώτης.

Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούμαστε αναλογιζόμενοι τις φυσικές καταστροφές που έπληξαν την Ελλάδα φέτος το καλοκαίρι, πρώτα με τις φωτιές και μετά με τις πλημμύρες. Η πολύχρονη εγκληματική καθυστέρηση ολοκλήρωσης των αντιπλημμυρικών έργων ή των αντιπυρικών ζωνών ευθύνονται εν μέρει για την έκταση των ζημιών, παρά το κυβερνητικό φετίχ να αποδίδει τις καταστροφές εξ ολοκλήρου στην «κλιματική κρίση». Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που καίγεται, ούτε που καταποντίζεται η χώρα. Δυστυχώς, όμως, μοιάζει να μην αυξήθηκε στο ελάχιστο το επίπεδο ετοιμότητας, ούτε να έγιναν ποτέ οι κατάλληλες επενδύσεις ώστε να προληφθούν οι καταστροφές αυτές. Καθώς θα ανταλλάσσουν πυρά οι εκπρόσωποι των ΟΤΑ και της κεντρικής κυβέρνησης για το ποιος φέρει την ευθύνη, ένα είναι το βέβαιο: Ουδείς είχε το θάρρος να καταγγείλει την έλλειψη ετοιμότητας πριν γίνει το κακό και να προειδοποιήσει για τους κινδύνους που παραμονεύουν… Να παραιτηθεί αν χρειαστεί, για να καταστήσει ξεκάθαρα ότι η καθυστέρηση των αναγκαίων αυτών έργων αποτελεί εγκληματική αμέλεια στην οποία δεν επιθυμεί να συμμετάσχει. Τι άλλο ακριβώς πρέπει να συμβεί για να αναλάβει ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας την πολιτική ευθύνη (έστω για την ανεπάρκεια του προκατόχου του) και να αποχωρήσει;

Αλλά αν η κατάσταση είναι δύσκολη στην Ελλάδα, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα και στην Διασπορά – τουλάχιστον στις ΗΠΑ. Οι τοπικοί άρχοντες αποποιούνται σταθερά την ευθύνη που τους αναλογεί για την αναβάθμιση της ελληνικής παιδείας. Για παράδειγμα, η Αρχιεπισκοπή Αμερικής έχει κατασπαταλήσει τεράστια οικονομικά ποσά και έχει χάσει πολύτιμο χρόνο με την αποτυχημένη μεταρρύθμιση του καταστατικού της και άλλες δημοσιοσχεσίτικες φανφάρες, ενώ τα ελληνικά σχολεία – το παραδοσιακό συγκοινωνούν δοχείο της ενορίας, που στέκεται συνήθως ακριβώς απέναντι του ναού και έχει συμβιωτική σχέση – κυριολεκτικά φυτοζωούν.

Ανάγκη να ξαναβρεί ο Ελληνισμός τον αξιακό του κώδικα

Η έναρξη του νέου σχολικού έτους θα συνοδεύεται αναπόφευκτα από τσιτάτα του τύπου πως «η μόνη λύση είναι η παιδεία», αλλά αν τα λόγια αυτά δεν στηρίζονται σε πράξεις, είναι κενά. Με την επικράτηση του ιστορικού υλισμού, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας εξακολουθεί και σαγηνεύεται από καθρεφτάκια και γυάλινες χάντρες και πιάνεται κορόιδο από τους σύγχρονους αποικιοκράτες και τα εγχώριά τους πρωτοπαλίκαρα. Για να επανασυνδεθεί ο Ελληνισμός με την χαμένη αρχοντιά του, το θέμα της σωστής παιδείας πρέπει κάπως να επανέλθει στο προσκήνιο. Διαφορετικά, θα έχει την μοίρα τόσων άλλων ιθαγενών λαών παλιότερων εποχών που έχασαν την γη και την κληρονομιά τους με αντάλλαγμα μερικά γυαλιστερά μπιχλιμπίδια.

Η συνειδητοποίηση ότι η Παιδεία είναι κάτι πολύ περισσότερο από την αποστήθιση πληροφοριών ή έστω το εισιτήριο για να εξασφαλίσει κανείς μια καλή δουλειά μοιάζει να είναι πρόκληση που λαμβάνει υπαρξιακές διαστάσεις για τον Ελληνισμό καθώς μπαίνει στο δεύτερο τέταρτο του 21ου αιώνα.

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.