Την περασμένη εβδομάδα, τιμήθηκε η επέτειος της Ποντιακής Γενοκτονίας, η οποία, μαζί με τις αντίστοιχες των γηγενών Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, σηματοδότησε την μεθοδικά προμελετημένη πραγματοποίηση ενός εκ των στυγεροτέρων μαζικών εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στην ιστορία τους κόσμου, την απάλειψη ενός ολόκληρου λαού με χιλιάδες χρόνια παρουσία και ξεχωριστή προσφορά στον εκπολιτισμό της οικουμένης από μια συγκεκριμένη περιοχή. Πρόκειται για ειδεχθές έγκλημα που φέρει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή της Τουρκίας, αλλά θα στιγματίζει εις το διηνεκές και τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής εκείνης, οι οποίες, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο, έδρασαν ως ηθικοί αυτουργοί, παραδίδοντας τον Ελληνισμό της Ανατολής στις τουρκικές ορδές.

Ιδού ο τραγικός απολογισμός: 1,5 εκατομμύριο Έλληνες πότισαν με το αίμα τους τις αλησμόνητες εκείνες πατρίδες, ενώ άλλοι τόσοι έφυγαν στην προσφυγιά. Η αδιάκοπη ανά τους αιώνες παρουσία των Ελλήνων στην Ιωνία και τον Πόντο εξαλείφθηκε ολοκληρωτικά, σαν παρθένο δάσος που παραδίδεται στο μένος καταστροφικής πυρκαγιάς.

Σαν το βλαστάρι μέσα στα κάψαλα

Μέσα στην όλη τραγικότητα, ξεπετάχτηκε όμως ένα βλαστάρι ελπίδας. Σαν το χλωρό κλαρί που διασώζεται ανάμεσα στα κάψαλα που αφήνει πίσω της μια πύρινη λαίλαπα.  Οι πρόσφυγες, οι οποίοι έφτασαν κυρίως στην παλιά Ελλάδα, την μπόλιασαν με τα ζείδωρα εμβόλια που φυλάσσονται μέσα στην κιβωτό της ανεκτίμητης πολιτισμικής παρακαταθήκης που διέσωσαν μέσα από το πέρασμα των αιώνων.

Φέτος, η μνήμη αυτή αποκτά έναν βαρύνοντα συμβολισμό, όπως και το 2014, διότι συμπληρώνονται 100 χρόνια από το γεγονός αυτό, το οποίο άφησε ανεξίτηλη σφραγίδα στον ρου της παγκόσμιας ιστορίας. Στην προκειμένη περίπτωση, μιλάμε για το 1922, το οποίο, μαζί με την απάλειψη του ελληνικού στοιχείου από της αρχέγονες κοιτίδες της Ιωνίας, σηματοδοτεί και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας, τουλάχιστον υπό την μορφή που την αντιλαμβανόταν έως τότε ο Ελληνισμός.

Το έθνος-κράτος μετατρέπεται στο κύριο όχημα της ιστορικής συνέχειας της διαδρομής ενός λαού, που έως τότε, ακολουθούσε εντελώς διαφορετική δομή συγκρότησης. Για χιλιάδες χρόνια, είτε ως ελεύθερες πόλεις-κράτη, είτε ως βασίλειο-αυτοκρατορία με αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες, είτε σκλαβωμένη υπό ξένη κατοχή αλλά και πάλι οργανωμένη με βάση την κοινότητα, ο στόχος παρέμεινε κοινός. Το μετέχειν κρίσεως και αρχής, το κοινωνείν ως αληθεύειν σε αντίθεση με την αυτοδιάψευση του ιδιωτεύειν, το μετέχειν στην κοινωνία των σχέσεων…

Η ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού μέσα από το έθνος-κράτος

Μπορεί η πόλις να εξελίχθηκε σε κοινότητα και η εκκλησία του δήμου σε εκκλησία των πιστών, αλλά η μεταφυσική ατραπός, ο κοινός άθλος που νοηματοδοτεί τον βίο, ακολουθείτο σε κάθε περίπτωση με την ίδια συνέπεια. Η οργανωτική κοσμοθεωρία της Ελληνικής Διασποράς ακολουθούσε πιστά την ίδια διαδρομή, μέχρι τουλάχιστον το 1922.

Ξαφνικά, βρέθηκε ο Ελληνισμός, βίαια ακρωτηριασμένος και με χαίνουσες τις πληγές, να καλείται να διαχειρισθεί μια πρωτοφανή προσφυγική κρίση, τον εξ Ανατολών κίνδυνο και την κεκαλυμμένη έχθρα της Εσπερίας, κατάλοιπο του Μεσαίωνα και του συμπλέγματος που κουβαλά η Δύση διαχρονικά απέναντι στον Ελληνισμό. Και όλα αυτά, έπρεπε να τα επεξεργαστεί βασιζόμενο σε ένα ξενόφερτο διοικητικό μηχανισμό, που υπηρετεί άλλες στοχεύσεις και αναζητήσεις και σχεδιάστηκε με βάση τις αρχές του ιστορικού υλισμού, όχι του άθλου της κοινωνίας των σχέσεων. Κοντολογίς, δεν έφτανε που έπρεπε η Ελλάς να τρέξει για να σώσει ό,τι προλάβαινε, αλλά βρέθηκε στην ανάγκη αυτή φορώντας παπούτσια που την στένευαν, την έκαναν να σκοντάφτει διαρκώς, δημιουργούσαν πληγές που κακοφόρμιζαν.

Από το κοινό άθλημα της δημοκρατίας, βρέθηκε ο Έλληνας να παλεύει, ως ξένος ανάμεσα ξένων, με τις δημόσιες υπηρεσίες, τις πελατειακές σχέσεις και τον κομματισμό. Η πράξη του μετέχειν «κρίσεως και αρχής» παραχώρησε την θέση της στο μετέχειν της κομματικής καμαρίλας. Η κοινωνία προσώπων κατελήφθη από μια ατέρμονη και βασανιστική γραφειοκρατία, μιαν ανούσια χαρτούρα με μοναδικό σκοπό την απομύζηση του πολίτη και την διαιώνιση της ύπαρξής της…και η οποία απλά σήμερα μεταφέρθηκε από έντυπη μορφή σε ψηφιακή, στις οθόνες των κινητών μας, εξυπηρετώντας όμως τον ίδιο ευτελή σκοπό.

Αναπόφευκτα, ο εθνικός αυτός αποπροσανατολισμός επηρέασε και την Ελληνική Διασπορά. Χωρίς μάλιστα το παράδειγμα του κοσμοπολίτικου Ελληνισμού της Ανατολής να τον καθοδηγεί, ο απόδημος Ελληνισμός γρήγορα παρασύρθηκε από το κυρίαρχο δυτικό ρεύμα.

Όταν οι συγκρούσεις και οι προβληαμτισμοί καταντούν ατομική υπόθεση

Οι καβγάδες που γίνονται σήμερα σε πολιτειακό, αλλά και ομογενειακό επίπεδο, δεν άπτονται πλέον υπαρξιακών ζητημάτων. Περιστρέφονται, κυρίως, γύρω από ατομικές φιλοδοξίες μεμονωμένων προσώπων για την διατήρηση της εξουσίας τους ή την ανέλιξη σε ανώτερη κλίμακα εξουσίας. Προκαλεί θλίψη και απογοήτευση το γεγονός ότι ένας πολιτισμός, ο οποίος κατόρθωσε να κερδίσει τον θαυμασμό (ή φθόνο) ολόκληρου του πλανήτη διότι πραγματεύτηκε και εξέφρασε, διαμέσου της γλώσσας και της τέχνης του, πανανθρώπινες αξίες, κατάντησε επίχαρμα του εκάστοτε πολιτικάντη, του κάθε αχόρταγου αμοραλιστή που διψά αποκλειστικά για εξουσία και δεν οραματίζεται τίποτε παρά μονάχα την προσωπική του καλοπέραση.

Στις παγκόσμιες περί ουσίας τιτανομαχίες, ο Ελληνισμός έπαιξε πάντοτε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η άποψη, συμβολή και επιρροή του ήταν πάντα δυσανάλογα μεγαλύτερη του περιορισμένου γεωγραφικού χώρου ή του συγκριτικά μικρού πληθυσμού  που του αναλογούσε.

Σήμερα, χωρίς κάποια κυρίαρχη Μεγάλη Ιδέα να κατευθύνει τις στοχεύσεις του, μοιάζει να έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στον ιστορικό υλισμό και να έχει υιοθετήσει πλήρως και εντελώς μεταπρατικά ένα χρεοκοπημένο δυτικό μοντέλο.

Η ρητορική των εγχωρίων πολιτικών μοιάζει ίδια και απαράλλακτη με αυτήν των ομολόγων τους σε οποιαδήποτε χώρα. Αν εξαιρέσει κανείς το φυσικό κάλλος της περιοχής και την δυσλειτουργία του κρατικού μηχανισμού που χαρίζει στον εκάστοτε πολίτη πλούσιες ιστορίες από «το πεδίο της μάχης» εφάμιλλες με τα διηγήματα ενός απόστρατου, η ζωή στην Ελλάδα διαφέρει όλο και λιγότερο από την ζωή σε οποιοδήποτε άλλη περιοχή του πλανήτη.

Μήπως η Μεγάλη Ιδέα αφορούσε πρωτίστως την εσωτερική αλλαγή;

Η προσωπική ετερότητα, η ξεχωριστή αντίληψη περί της ζωής και κοσμοθεωρία, διαμέσου των οποίων οργανώνεται μια κοινωνία και ιεραρχούνται οι ανάγκες και αξίες της, εκλείπει μέρα με την μέρα. Τα πολύτιμα στοιχεία εκείνα, με τα οποία διακρίνεται η διαφορετικότητα και επιτρέπουν την καλλιέργεια ζειδώρων σχέσεων, τα βασικά στοιχεία τα οποία χαρίζουν την μετοχή στον έρωτα, την αγάπη, την φιλία, ισοπεδώνονται από τον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης, εν ονόματι μιας άγευστης και άκριτης ομοιομορφίας… και κάποιοι (φευ) τάχα και ηγέτες επαίρονται για αυτό! Ακόμη χειρότερα, υπάρχουν και άλλοι, περισσότεροι, που τους χειροκροτούν και βαυκαλίζονται με την ψεύτικη αυτή υπερηφάνεια.

Με γνώμονα τα τόσα ευεργετήματα που δέχθηκε η Ελλάς από τους πρόσφυγες – και συνάμα άρχοντες – Έλληνες της Ανατολής, θα πρέπει κάποια στιγμή να τεθεί το ερώτημα, πώς διαχειρίστηκε το σπουδαίο αυτό κληροδότημα η πολιτεία; Οι Πόντιοι, οι Μικρασιάτες, οι Έλληνες της Ανατολικής Θράκης, όσοι επέζησαν δηλαδή, βρέθηκαν αποψιλωμένοι από κάθε υλικό αγαθό, ενδεείς, εμπερίστατοι και όμως, εξακολουθούσαν να χαρίζουν πολιτισμό – οικουμενικής εμβέλειας – σαν να ήταν κυρίαρχοι, όχι πρόσφυγες. Σαν να ήθελε ο Θεός, δια του παραδείγματός των, να επιβεβαιώσει για άλλη μια φορά, ότι «η γαρ δύναμις Του εν ασθενεία τελειούται» και το «μη γένοιτο καυχάσθαι, ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού»!

Εάν υπήρχε ένας μαγικός τρόπος να επιστραφούν οι αλησμόνητες πατρίδες στον Ελληνισμό, θα υπήρχαν άραγε, με τα σημερινά δεδομένα, τα εφόδια για να εξασφαλιστεί η συνέχεια του διαχρονικού έργου της πολιτισμικής τους προσφοράς; Εάν η απάντηση είναι αρνητική, τότε ακόμη και αν κατά κάποιον θαυματουργικό τρόπο έφευγαν οι Τούρκοι ως την κόκκινη μηλιά… χωρίς το απαραίτητο μπόλι, σε τι θα χρησίμευαν οι περιοχές αυτές; Μήπως στο να γίνουν άλλη μια προέκταση της Δύσης;

Μήπως, τελικά, η Μεγάλη Ιδέα αφορά πρωτίστως τον εσωτερικό μετασχηματισμό της πολιτείας, την αλλαγή από προτεκτοράτο σε πολιτική οντότητα πιο ταιριαστή στην οικουμενικής εμβέλειας συνέχεια του Ελληνισμού;

Written by

Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

Ο Χριστόφορος Τριπουλάς είναι πανεπιστημιακός και διδάσκει μαθήματα ρητορικής και διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ασχολείται με την μετάφραση και την επιφυλλιδογραφία και είναι συντάκτης στην εφημερίδα Αριστεία.