Τα Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία ήταν ένας νέος θεσμός που για πρώτη φορά λειτούργησε το 1939, επί κυβερνήσεως Ιωάννου Μεταξά, για βιβλία που είχαν εκδοθεί το 1938 και αφορούσαν την ποίηση, το μυθιστόρημα, το δοκίμιο και το θέατρο.

Ο νέος θεσμός υπαγόταν στη Γενική Διεύθυνση Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, με γενικό διευθυντή τον Κωστή Μπαστιά, και στεγαζόταν, στην οδό Φωκίωνος 7, διατηρώντας κάποια ανεξαρτησία από το υπόλοιπο υπουργείο Παιδείας της οδού Ευαγγελιστρίας. Στο ίδιο κτίριο στεγαζόταν και η Διεύθυνση Καλών Τεχνών με διευθυντή τον Παντελή Πρεβελάκη.

Το 1940 απονεμήθηκαν για δεύτερη χρονιά τα λογοτεχνικά βραβεία για βιβλία που είχαν εκδοθεί το έτος 1939 και τα κρατικά βραβεία σε σχολικά Θεατρικά έργα. Το 1941, λόγω πολέμου και Κατοχής δεν απονεμήθηκαν βραβεία. Το 1956 άρχισε η νέα περίοδος των Κρατικών Βραβείων.

(Στις 30 Ιανουαρίου 2011, η κριτικός της εφημερίδας Η Εποχή Μάρη Θεοδοσοπούλου έγραψε στην Κυριακάτικη στήλη της, για τα ξεχασμένα, προπολεμικά Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία. «Τον Απρίλιο 1939, ο Ιωάννης Μεταξάς είχε απονείμει τα πρώτα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας. Μπορεί σήμερα να ξενίζει, αλλά ως θεσμός τότε καθιερώθηκε και η πατρότητα ανήκει στον στενό συνεργάτη του, τον Κωστή Μπαστιά. Αυτό, επετειακά, αφού αύριο αναμένεται να ανακοινωθούν οι βραβευμένοι για τα βιβλία του 2009. Μακάρι να βρίσκονταν στο ύψος των πρώτων βραβευμένων, του Άγγελου Σικελιανού και του Κοσμά Πολίτη»).

Το βραβείο της ποίησης, 30.000 δρχ., μοιράστηκε το 1940 μεταξύ της Θεώνη Δρακοπούλου (Μυρτιώτισσας) για τη συλλογή «Κραυγές» και του Τέλλου Αγρα, για τη συλλογή «Καθημερινές».

Το βραβείο για την πεζογραφία, 30.000 δρχ., μοιράστηκε μεταξύ του Στράτη Μυριβήλη για το «Γαλάζιο Βιβλίο» και του Ηλία Βενέζη για την «Γαλήνη».

Το βραβείο για την κριτική, μοιράστηκε μεταξύ του Νικόλαου Λάσκαρη για την «Ιστορία του Ελληνικού Θεάτρου» (25.000 δρχ.) και του Γιάννη Χατζίνη για τα Πρόσωπα και «Ψυχές» (5.000 δρχ.).

Στο φουαγέ του Βασιλικού Θεάτρου, όπου γινόντουσαν τότε πολλές επίσημες κρατικές εκδηλώσεις, όπως γεύματα, βραβεία έγινε και η απονομή των λογοτεχνικών βραβείων του 1939, που έγινε στις 21 Μαΐου 1940, παρών ήταν ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως Ιωάννης Μεταξάς που απένειμε τα λογοτεχνικά βραβεία του 1939, και μαζί και τρία καλλιτεχνικά βραβεία στον ζωγράφο Γιάννη Μόραλη, τον γλύπτη Γιάννη Παπά και τον χαράκτη Τάσσο Αλεβίζο (Τάσσος).

Ο Ιωάννης Μεταξάς σε όλη τη ζωή του υπήρξε λάτρης των γραμμάτων και των τεχνών. Οι μαρτυρίες για αυτές τις δραστηριότητες είναι καταγεγραμμένες άπειρες φορές στο Ημερολόγιό του, ως επισκέψεις σε μουσεία και πινακοθήκες του εξωτερικού, παρακολούθηση συναυλιών κλασσικών έργων μουσικής και όπερας, θεατρικών παραστάσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και φυσικά συλλογή βιβλίων με ποικιλία θεμάτων ιστοριογραφίας, πεζογραφίας, ποίησης, δοκιμίων, φιλοσοφίας, πολιτικής και γενικά τεχνών και επιστημών.

ΟΜΙΛΙΑ 21 ΜΑΙΟΥ 1940

Στην ομιλία του ο Πρωθυπουργός είπε: Κυρίες και Κύριοι, Αισθάνομαι εξαιρετική χαρά και συγκίνηση, διότι λαμβάνω μέρος στην τελετή αυτή, όπου ευρίσκω συγκεντρωμένους σχεδόν όλους τους εκπροσώπους της ελληνικής πνευματικής και καλλιτεχνικής κινήσεως.

Αυτή τη στιγμή που παίρνω τον λόγο και απευθύνομαι σε εσάς, δεν το πράττω ούτε ως Αρχηγός της Κυβερνήσεως, ούτε ως διανοούμενος. Σας ομιλώ ως αναγνώστης σας και ως θεατής των έργων σας και υπό αυτήν την ιδιότητα μου θέλω να με αντικρύσετε και τα λόγια μου να τα θεωρήσετε ως την άδολο εντύπωση αυτού που συνήθως ονομάζουν άνθρωπο του δρόμου. Έρχομαι και βλέπω με αγάπη και στοργή τα έργα των ζωγράφων μας, παρακολυθώ εις τα θέατρα τα έργα των Ελλήνων συγγραφέων και διαβάζω όσο περισσότερο μπορώ τα έργα των ποιητών και των πεζογράφων μας. …

Απ’ όλην όμως αυτήν την επαφή και τη σχέση με τα πνευματικά και καλλιτεχνικά προϊόντα της Πατρίδος μας, απεκόμισα μίαν εντύπωσιν η οποία σιγά σιγά έχει γίνει για μένα μία πεποίθησις και πίστις ακλόνητος. Αν θέλετε να γράψετε έργα βιώσιμα, πηγαίνετε κατ’ ευθείαν ν’ αντλήσετε τις εμπνεύσεις σας από την μεγάλη αστήρευτο πηγή που λέγεται λαική ψυχή. Τα πρότυπα σας δεν πρέπει να είναι τύποι ξενίζοντες, που δεν έχουν αυθύπαρκτον ζωήν και η ζωή τους είναι μίμησις, αλλά πρέπει να είναι τύποι και μορφές γνησίως ελληνικές. Πρέπει να πάτε όσο μπορείτε πιό κοντά στο λαό που μοχθεί, που χαροπαλεύει και να ακούσετε όλη την κλίμακα των συναιθημάτων του από την ευτυχία ως την δυστυχία, από το κλάμα ως το γέλιο.

Κοντά σε αυτήν την πηγή θα βρήτε τον ίδιο τον εαυτόν σας , γιατί και εσείς, είτε το θέλετε είτε δεν το θελετε, έξω και πάνω από κάθε επιρροή, είσθε Ελληνες, γιατί τα κύτταρά σας είναι ελληνικά, το υποσυνειδητό σας είναι ελληνικό και δεν μπορείτε παρά να σκέπετεσθε και να δημιουργείτε ελληνικά. Κοντά σε αυτήν την πηγή και με αυτό το υλικό θα μπορέσετε με το τάλαντό σας να εκφράσετε και να εικονίσετε την ελληνική ζωή, την ελλληνική Πατρίδα.

Αυτό είναι η εντύπωσίς μου, αυτή είναι η πίστις μου, αυτή είναι η συμβουλή που σας δίδω.

Originally posted 2021-05-17 18:37:17.